12 Οκτωβρίου 2017

ΠΕΣ ΤΑ! ΚΑΛΥΒΕΣ ΝΑ ΦΤΙΑΞΟΥΜΕ! ΣΥΡΙΖΑία των Κτιριακών Υποδομών για Ελληνικό: Βιώσιμη ανάπτυξη ή ουρανοξύστες υποκουλτούρας;

Διατυπώνει την άποψη πως κανένα σοβαρό επενδυτικό σχήμα δεν πρόκειται να αποχωρήσει μόνο και μόνο επειδή ζητήθηκε η γνωμοδότηση του ΚΑΣ όσον αφορά το "δικαίωμά" του να «ρίξει μπετά» σε χώρο με αρχαιολογικά ευρήματα

Τις αντιθέσεις τις σχετικά, όχι με τη φύση της επένδυσης, αλλά με τον τρόπο που αυτή θα γίνει, στο Ελληνικό, εκφράζει με κείμενό της, η Ιωάννα Κοντούλη, πρόεδρος των Κτιριακών Υποδομών ΑΕ.

Στο ένα από τα δύο σημεία του κειμένου της, στο οποίο η κυρία Κοντούλη, εμφανίζει σίγουρη την επένδυση, ό,τι κι αν γίνει, και αναφέρει πως «η επένδυση αυτή έχει από καιρό εισέλθει σε μονόδρομο. Και μόνο η υπαναχώρηση των ίδιων των επενδυτών θα μπορούσε να την αναστείλει»

Θέλοντας να βασίσει το επιχείρημά της σε κάτι λογικό, η κυρία Κοντούλη, πρώην μέλος των Οικολόγων Πρασίνων και πλέον στις τάξεις του ΣΥΡΙΖΑ, προσπαθεί να πείσει ότι οι προηγούμενες κυβερνήσεις είχαν το αναπτυξιακό μοντέλο που προέβλεπε ανάπτυξη στον πολιτισμό και το φυσικό περιβάλλον μέσω του σκεπτικού «ας πρόσεχαν οι αρχαίοι πρόγονοι μας πού δημιουργούσαν κι ας προέβλεπε η φύση πού θα ευδοκιμήσει…», ενώ, σαφώς η τωρινή κυβέρνηση έχει το σωστό σκεπτικό, παρά τις «θολές» επιπτώσεις της απόφασης της περασμένης εβδομάδας από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο και τον συνεχή εκτροχιασμό των χρονοδιαγραμμάτων για την επένδυση.

Στη συνέχεια η πρώην υποψήφια δήμαρχος Αθηναίων με τους Οικολόγους Πράσινους, τονίζει ότι οι επενδύσεις είναι «αναγκαιότητα και όχι αναγκαίο κακό», ενώ στη συνέχεια λέει ότι «κανένα σοβαρό επενδυτικό σχήμα δεν πρόκειται να αποχωρήσει μόνο και μόνο επειδή ζητήθηκε η γνωμοδότηση του ΚΑΣ όσον αφορά το "δικαίωμά" του να "ρίξει μπετά" σε χώρο με αρχαιολογικά ευρήματα που δεν ξεπερνά ούτε το 4% της συνολικής παραχωρηθείσας έκτασης», δημιουργώντας εύλογα ερωτήματα, πως αφού όλα είναι τόσο εύκολα, τότε γιατί γίνεται τόσος ντόρος γύρω από τη γνωμοδότηση του ΚΑΣ και δεν έχει προχωρήσει μέχρι στιγμής η επένδυση στο Ελληνικό, από τη στιγμή που ισχύουν τα παραπάνω.

Το κείμενο είναι άρθρο της Ιωάννας Κοντούλη που δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών και η ίδιο ανάρτησε και στη σελίδα της στο facebook.

Αναλυτικά το κείμενό της:

«Ελληνικό: βιώσιμη ανάπτυξη ή ουρανοξύστες υποκουλτούρας;

► ΙΩΑΝΝΑΣ ΚΟΝΤΟΥΛΗ

Η αντιπαράθεση σχετικά με την πραγματοποίηση της επένδυσης στο Ελληνικό δεν πρέπει να αποτελεί το μείζον ζήτημα των ημερών. Άλλωστε η επένδυση αυτή έχει από καιρό εισέλθει σε μονόδρομο. Και μόνο η υπαναχώρηση των ίδιων των επενδυτών θα μπορούσε να την αναστείλει.

Όμως τουλάχιστον για όσους ενδιαφέρονται για την ανάπτυξη με τρόπο που α) να διασφαλίζεται το παρόν και το μέλλον της κοινωνίας, β) να συντελείται η δημιουργία ικανής οικονομικής βάσης, γ)να προστατεύεται η πολιτισμική κληρονομιά και δ) να υπάρχει αποτελεσματική μέριμνα για το δομημένο και προπαντός το φυσικό περιβάλλον, το μείζον ζήτημα είναι η αδιάρρηκτη σύνδεση των προαναφερόμενων σκοπών ώστε να προκύπτει ένα ενιαίο, ολοκληρωμένο και αειφορικό όφελος.

Για να συμβεί ωστόσο αυτό καλούμαστε να επιλέξουμε ένα ρεαλιστικό αναπτυξιακό μοντέλο. Υπάρχουν όμως δύο βασικοί τύποι ανάπτυξης, ριζικά διαφορετικοί μεταξύ τους.

Ο πρώτος είναι εκείνος που θεωρεί πρωταρχική αναγκαιότητα την εξασφάλιση του παρόντος και του μέλλοντος της κοινωνίας, του πολιτισμού, του δομημένου και του φυσικού περιβάλλοντος. Με άλλα λόγια, αναγνωρίζει ότι δεν υπάρχει υγιής οικονομία και επιτυχής οικονομική πολιτική χωρίς πολιτισμό, βιώσιμο περιβάλλον και την κοινωνία όρθια.

Ο δεύτερος αντιλαμβάνεται την οικονομική μεγέθυνση ως αυτοσκοπό, ενώ αντίθετα επιφυλάσσει για μεν την κοινωνία το «ό,τι ήθελε και για όποιον και όπως προκύψει», για δε τον πολιτισμό και το φυσικό περιβάλλον το «ας πρόσεχαν οι αρχαίοι πρόγονοι μας πού δημιουργούσαν κι ας προέβλεπε η φύση πού θα ευδοκιμήσει…».

Αυτό είναι το μοντέλο που διακαώς προωθούν τα κόμματα της προηγούμενης κυβέρνησης. Μοντέλο που συνιστά εγκληματική αδιαφορία για την ίδια την κοινωνία και τα μοναδικά πολιτισμικά και περιβαλλοντικά χαρακτηριστικά της χώρας.

Η κυβέρνηση βρίσκεται μεταξύ σφύρας και άκμονος περιοριζόμενη σε ήσσονος σημασίας αντιστάσεις. Πιεζόμενη στο εσωτερικό της χώρας όχι τόσο από την αντιπολίτευση όσο από τη φτωχοποιημένη κοινωνία που αγωνιά για μια κάποια διέξοδο από την κρίση και ταυτόχρονα εξαναγκαζόμενη να πορεύεται ακόμα δέσμια των μνημονιακών καταναγκασμών.

Σε αυτές τις ασφυκτικές συνθήκες -πέρα από την πρόσφατη απαράδεκτη πίεση που ασκήθηκε στο ΚΑΣ- η κυβέρνηση εγκαλείται να αποσύρει από τη διαπραγμάτευση με τους επενδυτές, αλλά και από τη δημόσια συζήτηση, ζητήματα που προκαλούν κυριολεκτικά ανατριχίλα σε όσους γνωρίζουν το πραγματικό περιεχόμενο της σύμβασης των λεόντειων ρητρών σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου και του εξευτελιστικού τιμήματος.

Να θεωρήσουμε ανάπτυξη τους ουρανοξύστες στην Αθήνα; Στην πόλη που ευτύχησε να κληρονομήσει την Ακρόπολη και τον ναό του Ποσειδώνα στο Σούνιο και μάλιστα στη θαλάσσια πρόσοψή της; Με τα MME να εξωραΐζουν το πραγματικό αισθητικό, πολιτισμικό και περιβαλλοντικό αποτέλεσμα μιας βίαιης τέτοιας οικιστικής επέμβασης, η μικρογραφία της οποίας απορρίφθηκε στον τόπο μας ήδη από τα χρόνια της χούντας.

Ας αναρωτηθούμε ακόμη, στην ίδια αναπτυξιακή λογική, γιατί να μη φέρουν τους ουρανοξύστες και στον Ελαιώνα και ουκ έστιν αρχή και τέλος… Με άμεσο κίνδυνο οι θαυμαστές τοπιογραφίες του ελληνικού χώρου, που τόσο υμνήθηκαν και τραγουδήθηκαν, να περάσουν στη σφαίρα του μύθου. Βέβαια γνωρίζουμε… Γνωρίζουμε αυτούς που θα σπεύσουν να κινδυνολογήσουν με κραυγές ότι θα αποχωρήσουν οι θεόπεμπτοι επενδυτές και ότι θα μας τιμωρήσουν οι τροϊκανοί επόπτες. Δεν θα εξελιχθούν όμως έτσι τα πράγματα: α) Γιατί η κυβέρνηση βρίσκεται πλέον στη λογική της προσέλκυσης επενδύσεων όχι ως αναγκαίο κακό αλλά ως αναγκαιότητα, β) Γιατί διαθέσιμα κεφάλαια στη διεθνή χρηματοοικονομική σφαίρα υπάρχουν ειδικά για φιλέτα σπάνιας αξίας όπως το Ελληνικό, γ) Γιατί κανένα σοβαρό επενδυτικό σχήμα δεν πρόκειται να αποχωρήσει μόνο και μόνο επειδή ζητήθηκε η γνωμοδότηση του ΚΑΣ όσον αφορά το «δικαίωμά» του να «ρίξει μπετά» σε χώρο με αρχαιολογικά ευρήματα που δεν ξεπερνά ούτε το 4% της συνολικής παραχωρηθείσας έκτασης.

Προφάσεις εν αμαρτίαις συνεπώς: Νεοαποικιακής μορφής αλαζονεία; Ή και τα δύο μαζί; Οψόμεθα…

Η κυβέρνηση αλλά και όλοι μας θα κριθούμε τελικά σε αυτή τη δύσκολη συνθήκη.

Βεβαίως λοιπόν και να έρθουν επενδύσεις. Αλλά να έρθουν όπως σε κάθε άλλη αναπτυγμένη χώρα. Με τρόπο που σέβεται τουλάχιστον τα στοιχειώδη, δηλαδή με σεβασμό στη λειτουργία του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ) και με την τήρηση της σχετικής περιβαλλοντικής και πολεοδομικής νομοθεσίας.

Οι Έλληνες δεν είναι κάτοικοι Μπανανιάς. Είναι πολίτες χώρας ιστορικής και προικισμένης από τη φύση. Και δύνανται, ακόμα και σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία, να βρουν τους τρόπους και τη δύναμη να προκόψουν.

Η παρούσα κυβέρνηση από την πλευρά της έκανε υποχωρήσεις και παραχωρήσεις προς τους επενδυτές. Κρίνεται όμως και η δική τους στάση πλέον καθώς και των πολιτικών τους εκπροσώπων (κρυφών ή φανερών), τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το επίδικο εάν πραγματικά επιθυμούν επενδύσεις ή αβαντάρουν αρπαχτικά που θέλουν να ασελγήσουν στο πληγωμένο σώμα της χώρας».