22 Ιουνίου 2018

Τσίπρας και Κοτζιάς είχαν πει από το φθινόπωρο στους Αμερικανούς ότι είναι κοντά σε συμφωνία

Του Αλέξανδρου Τάρκα

Η συμφωνία που υπέγραψαν οι δύο υπουργοί Εξωτερικών (παρόντες ο Έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας και ο αποκαλούμενος (με συνυπογραφή της Αθήνας) Μακεδόνας ομόλογός του Ζόραν Ζάεφ παράγει ήδη διπλωματικά και νομικά αποτελέσματα, οδηγώντας ταυτόχρονα σε αποσταθεροποίηση την πολιτική ζωή της χώρας μας στο μακρύ διάστημα μέχρι την ολοκλήρωση των αμοιβαίων διαδικασιών επικύρωσης.

Η συμφωνία Τσίπρα-Ζάεφ, σε αντίθεση με όσα υποστηρίζει ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν είναι δυνατόν να αξιολογείται με σημείο αναφοράς το 2008. Γιατί η κυβέρνηση Καραμανλή δεν χρειάστηκε καν να υποβάλει επίσημο βέτο στη Σύνοδο του Βουκουρεστίου, αφού οι σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ είχαν λάβει εγκαίρως το μήνυμα ότι δεν ίσχυαν τα όσα απαράδεκτα προηγουμένως συζητούσε η τότε υπουργός Εξωτερικών Ντόρα Μπακογιάννη και αποκάλυψε το περασμένο Σάββατο, με αναμφισβήτητα έγγραφα, ο σημερινός υπουργός Νίκος Κοτζιάς.

Ούτε μπορεί να είναι σημείο αναφοράς το 1993 και το Σχέδιο Βανς-Όουεν που ήταν έτοιμος να υπογράψει ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης. Γιατί πριν τον αποτρέψουν και ανατρέψουν αντίστοιχα, τον Μάιο εκείνου του έτους οι Σταύρος Δήμας, Μιλτιάδης Έβερτ και Αθανάσιος Κανελλόπουλος και το Σεπτέμβριο ο Αντώνης Σαμαράς, το υπουργείο Εξωτερικών είχε φροντίσει να μην υπάρχει η παραμικρή αναφορά σε δήθεν Μακεδόνες πολίτες και μακεδονική γλώσσα. Ακόμα και ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, ο οποίος βαρύνεται με την πρόταση περί διπλής ονομασίας που αργότερα κατέστησε αναγκαία τη μάχη για το αυτονόητο erga omnes, δεν είχε διανοηθεί να συνυπογράψει ευθέως αναγνώριση Μακεδόνων.

Με αυτά τα δεδομένα, είναι αβάσιμο να κατηγορεί ο κ. Τσίπρας τη σημερινή ΝΔ για υιοθέτηση ακροδεξιών αντιλήψεων και να προσάπτει (μάλλον αντιδημοκρατικά) υποχρέωση «οικογενειακής ευθύνης» στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ο πρόεδρος της ΝΔ Κυριάκος Μητσοτάκης, με τη στάση του στη Βουλή, διόρθωσε, επιτέλους, λάθη και παραλείψεις της Κεντροδεξιάς από το 1993 και το 2008. Δεν είχε κανένα λόγο να φορτωθεί όλα αυτά ή να αυτοκτονήσει πολιτικά, συνυπογράφοντας την κακή συμφωνία Τσίπρα-Ζάεφ που δεν διαπραγματεύθηκε ο ίδιος (ουσιαστικά δεν ερωτήθηκε καν) και η οποία λύνει πρόσκαιρα κάποια προβλήματα, αλλά μεσοπρόθεσμα γεννά περισσότερα για τη χώρα και ολόκληρα τα Βαλκάνια.

Συντριπτική σύγκριση

Δυστυχώς για τον σημερινό πρωθυπουργό, που είχε δώσει άλλα δείγματα γραφής (π.χ. πέρυσι με την απαίτηση κατάργησης του αναχρονιστικού πλαισίου εγγυήσεων και ασφάλειας στο Κυπριακό), η Συμφωνία των Πρεσπών δεν μπορεί να συγκρίνεται με διαπραγματεύσεις ή σχέδια συμφωνίας των κυβερνήσεων της ΝΔ που ποτέ δεν ίσχυσαν. Ο κ. Τσίπρας δεν θα κριθεί ιστορικά μαζί με τους Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και Κώστα Καραμανλή που συζητούσαν εναλλακτικές λύσεις, αλλά θα συγκρίνεται με όσους, προ πολλών δεκαετιών, κέρδισαν το μεγαλύτερο μέρος της γεωγραφικής περιοχής της Μακεδονίας και με όλους όσοι έκτοτε το προστάτευσαν. Και η σύγκριση θα είναι συντριπτική.

Με βάση όλα αυτά, το λογικό ερώτημα είναι πώς και γιατί ο κ. Τσίπρας έφτασε σε αυτό το σημείο. Αντίθετα με τα συνήθη σενάρια που εκπορεύονται από διαφόρους γραφικούς για τα «σκοτεινά κέντρα» που δήθεν επιβουλεύονται τον Ελληνισμό, η αλήθεια είναι ότι τα μηνύματα από τις ΗΠΑ υπογράμμιζαν μόνον την ανάγκη σταθερότητας στα Βαλκάνια και υποστήριξης της ευρωατλαντικής προοπτικής των Σκοπίων. Δεν υπήρξε άξια λόγου αμερικανική πίεση προς την Αθήνα με την εξαίρεση ίσως κάποιων τηλεφωνικών παροτρύνσεων του αντιπροέδρου των ΗΠΑ Μάικ Πενς ακριβώς προ μηνός και ενόψει της πιθανότατης συμμετοχής του στα εγκαίνια της ΔΕΘ, στις 8 Σεπτεμβρίου, στην καρδιά του πανηγυρικού κλίματος της εξόδου από τα Μνημόνια.

Ο κ. Τσίπρας έχει δίκιο, δηλώνοντας στην ΕΡΤ ότι «δεν μας πίεσαν», αφού ο ίδιος είχε σπεύσει να αποκαλύψει στην αμερικανική πλευρά ότι υπήρχαν κανάλια επικοινωνίας και πρόοδος στις επαφές με τον κύριο Ζάεφ ήδη από το περασμένο φθινόπωρο, πριν δηλαδή αρχίσει επίσημα η διαπραγμάτευση φέτος τον Ιανουάριο!

Σύμφωνα με εγκυρότατη πηγή στην Ουάσιγκτον, το θέμα της ΠΓΔΜ δεν συζητήθηκε καθόλου κατά τις συνομιλίες Τραμπ-Τσίπρα στο Λευκό Οίκο στις 17 Οκτωβρίου 2017 και εξετάστηκε μόνον παρεμπιπτόντως στη συνάντηση του πρωθυπουργού με τον αντιπρόεδρο Πενς στις 18 Οκτωβρίου. Αντίθετα, «λύθηκε η γλώσσα» του κ. Τσίπρα κατά τη διάρκεια άλλων συναντήσεών του, τις ίδιες μέρες, με τους γερουσιαστές Λ. Γκράχαμ, Ρ. Τζόνσον, Κ. Μέρφι και την κυρία Τζ. Σαχίν.

Η αλήθεια θα αποκαλυφθεί

Κατά την ίδια πηγή, ο πρωθυπουργός τους αποκάλυψε: Πρώτον, ότι η Αθήνα είχε καταθέσει συγκεκριμένες εναλλακτικές λύσεις στην ηγεσία των Σκοπίων για την ονομασία. Δεύτερον, ότι είχε αποφασιστεί η συγκρότηση επιτροπής για τα σχολικά βιβλία των δύο χωρών, ώστε -ανάλογα με την πρόοδο και σε άλλα θέματα- να δρομολογηθούν οι ενταξιακές συνομιλίες στην ΕΕ εντός του πρώτου εξαμήνου του 2018.

Με υπογεγραμμένη πλέον τη συμφωνία Τσίπρα-Ζάεφ, ίσως τα λεχθέντα προς τους Αμερικανούς γερουσιαστές να μην προκαλούν σήμερα μεγάλη έκπληξη, αλλά είναι σίγουρα περίεργο πώς ο Πρωθυπουργός παρουσίασε την εικόνα τόσο μεγάλης προόδου των συνομιλιών μέχρι τις 18 Οκτωβρίου 2017, ενώ -επισήμως τουλάχιστον- άρχισαν στο Νταβός στις 24 Ιανουαρίου 2018! Επίσης, είναι απορίας άξιο, γιατί υπήρχαν τόσο προωθημένες επαφές μεταξύ Αθήνας και Σκοπίων, όταν όλοι γνώριζαν ότι ο κ. Ζάεφ δεν μπορούσε να προσέλθει σε ουσιαστικές συνομιλίες, πριν από τους δύο γύρους των δημοτικών εκλογών της χώρας του, στις 15 και 29 Οκτωβρίου 2017.

Πρόκειται για ερωτήματα που, αργά ή γρήγορα, θα απαντηθούν από το εξωτερικό, καθώς στις συνομιλίες της Ουάσιγκτον ήταν παρών και αρμόδιος πρακτικογράφος της Γερουσίας των ΗΠΑ, ενώ ο κ. Ζάεφ, που θα πιεστεί πολύ εσωτερικά τους ερχόμενους μήνες, είναι γνωστός για τη φλυαρία του.

ΠΗΓΗ:slpress.gr