08 Ιουνίου 2017

Σ. Κασιμάτης: Από παιδί και από Καζάκο

[ΦΩΤΟ-Το χάλι μας το μαύρο – ο τέλειος άνθρωπος, δηλαδή, για την κατάστασή μας. Προσοχή στο φρέντο, που επέχει και θέση μπιμπερό...]

​Τηρώ ένα προσωπικό εορτολόγιο, ξέρετε, βάσει του οποίου προχθές ήταν η γιορτή του Λουλού, του λατρεμένου παπαγάλου της Φελισιτέ, ηρωίδας του Μπαλζάκ στο διήγημα «Μια απλή καρδιά». Απολύτως στο πνεύμα του Λουλού βρήκα τη δήλωση του Κώστα Καζάκου. (Επειδή σε κάποιους η επίκληση του ονόματος του παλαιού ηθοποιού θα εγείρει ερωτήματα εύλογα, σπεύδω να τα προλάβω: ναι, συνεχίζει να υπάρχει ο Κώστας Καζάκος, εξαφανισμένος εδώ και 18 χρόνια, αφότου ερμήνευσε σε παράσταση δρόμου του ΚΚΕ τον πρόεδρο του λαϊκού δικαστηρίου που καταδίκασε τον Μπιλ Κλίντον.)
Ο Κώστας Καζάκος επετίμησε αυστηρότατα τους νέους που βρίσκουν δουλειά στο εξωτερικό και φεύγουν από την Ελλάδα του Υπαρκτού Ελληνισμού. Αυτό που κάνουν «είναι στην ουσία προδοσία», είπε. Οι νέοι πρέπει να μένουν και να αγωνίζονται στον τόπο τους, πιστεύει, διότι όταν φεύγεις στο εξωτερικό γίνεσαι «ξένος».

Δεν είναι καθόλου κακό να νιώθεις εντελώς ξένος προς την αρχαϊκή και, για τα μέτρα του σήμερα, αφελέστατα απλοϊκή αντίληψη περί κοινότητας που έχει στο κεφάλι του ο πρόεδρος Κ. Καζάκος. Ο άνθρωπος, εν πάση περιπτώσει, είναι ον ανώτερο του σκύλου –καλύτερου φίλου του ανθρώπου–, ο οποίος διαχωρίζει το γνώριμο από το ξένο τρίβοντας τη μουσούδα του στην άγνωστη επιφάνεια και μυρίζοντας. Πνευματικά είναι, κυρίως, τα στοιχεία που δημιουργούν κοινότητα μεταξύ των ανθρώπων. Αυτό το ελληνικό έθνος, με τη σύγχρονη έννοια του όρου, δημιουργήθηκε σε σημαντικό βαθμό σε κοινότητες Ελλήνων που ζούσαν εκτός Ελλάδος.

Αντιθέτως, αυτή η απόσταση που σε κάνει να νιώθεις εντελώς ξένο τον Καζάκο και τον κόσμο του είναι η αναγκαία προϋπόθεση για να αρχίσεις να αντιδράς εναντίον του ισοπεδωτικού εξισωτισμού που επιβάλλει η Αριστερά. Με άλλα λόγια, για να υπερασπισθείς την ελευθερία σου.

Αυτή την ελευθερία, να μη συνδέεται η μοίρα σου με εκείνη που διάλεξε ένας μέτριος ηθοποιός για τον εαυτό του, είναι που αρνείται στους άλλους ο Κ. Καζάκος, χαρακτηρίζοντας προδοσία αυτό που θα λέγαμε στη γλώσσα των πατέρων του αμερικανικού έθνους ατομική «επιδίωξη της ευτυχίας», εκτός Υπαρκτού στην πολιτισμένη Δύση, εκ μέρους όσων έχουν και τη δυνατότητα, τα προσόντα και την τόλμη για να το κάνουν. Ο ίδιος μπορεί να μην το ξέρει (και σε κάθε περίπτωση δεν τον έχω ικανό να μπορεί να το πει, αν το ξέρει...), αλλά η ελευθερία την οποία ο Καζάκος τόσο εύκολα χαρακτηρίζει προδοσία είναι θεμελιώδης αξία του πολιτισμού της Δύσης: επινοήθηκε από τους Ελληνες την περίοδο της Κλασικής Αρχαιότητας ως ελευθερία του πολίτη και τελειοποιήθηκε με τον Διαφωτισμό ως ελευθερία του ατόμου. Οχι ότι αυτό δημιουργεί σοβαρό πρόβλημα στον Κ. Καζάκο. Κομμουνιστής είναι ο άνθρωπος, δεν το κρύβει· προφανώς θα σιχαίνεται τη Δύση.

Βέβαια, ο Κ. Καζάκος, μολονότι πρόεδρος, δεν είναι σοβαρό πρόσωπο. Ως ηθοποιός ήταν μέτριος και νομίζω ότι δεν θα τον θυμόταν κανείς σήμερα, εάν δεν είχε βασισθεί η καριέρα του στη Τζένη Καρέζη και, μετά, στο ΚΚΕ. Στον κινηματογράφο, επί χούντας, ερμήνευε υπερβολικούς, φωσκολικούς ρόλους, μονίμως οργισμένων, κομπλεξικών και αντιπαθητικών χαρακτήρων, του είδους που κατά βάθος μισούν τον εαυτό τους και ταλαιπωρούν τους γύρω τους. Επαιζε τον εαυτό του, μπαίνω στον πειρασμό να σκεφθώ· διότι και στον δημόσιο βίο, ως βουλευτής του ΚΚΕ, αυτό τον σαματατζίδικο στόμφο μετέφερε. Η αποκορύφωση της σοβαρής παρέμβασής του στον δημόσιο βίο (το 1999, στην παράσταση «Η δίκη του Κλίντον») ήταν, στην πραγματικότητα, η αποκορύφωση μιας ολόκληρης καριέρας στον κινηματογράφο και στο θέατρο ως κακής φάρσας – γεγονός που μας δίνει ένα μέτρο σοβαρότητας για τη συγκεκριμένη περίπτωση. Μην παραλείψω ότι σιτίζεται από το Πρυτανείον και αυτός· διευθύνει το ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας [ΔΕ: Ο κομμουνιστής της Πάτρας του έχει κόψει μισθό 4.300 € το μήνα... με σύμβαση έργου εννοείται για να μη χάσει ο Καζάκος τη σύνταξη]. Αυτός, λοιπόν, λέει προδότες εκείνους που διεκδικούν για τον εαυτό τους την ελευθερία να μη μοιραστούν μαζί του τον γερασμένο, αποτυχημένο και θλιβερό κόσμο του.

Η έλλειψη σοβαρότητας, όμως, είναι εκείνο που δίνει την αυθεντικότητα στη δήλωση και ενισχύει την αξία της. Ο πρόεδρος Καζάκος, μέσα στη χοντροκομμένη απλοϊκότητά του, λέει με απλό και άτσαλο τρόπο αυτό που οι περισσότεροι από την Αριστερά που κυβερνά έχουν στο μυαλό τους. Είναι φανερό, λ.χ., στη συστηματική κωλυσιεργία εις βάρος της εισαγωγής της ψήφου των Ελλήνων του εξωτερικού και, από την άλλη πλευρά, στην προκλητική κολακεία και στο ντάντεμα καταληψιών και καταστροφέων. Στους εκλογικούς υπολογισμούς της, η κυβέρνηση σίγουρα χαίρεται όταν της αδειάζουν τη γωνία όσοι δεν συμβιβάζονται με την ισοπέδωση της εξομοίωσης, όλοι εκείνοι που δεν αρκούνται στην απλή χαρά που βρίσκει το ζώο στο κοπάδι του: σπουδές της πλάκας, χαρτί της πλάκας και θέση στο Δημόσιο.

Εξοργιστική, αλλά εν τέλει χρήσιμη η «ηχηρή» παρέμβαση του Κ. Καζάκου, για να μας θυμίσει ότι ο φθόνος είναι η σημαντικότερη εκ των αφανών δυνάμεων που κινούν την κοινωνική και πολιτική ζωή της χώρας. Διαισθάνομαι ότι είναι από τους λόγους για τους οποίους η Αριστερά έχει τέτοια επιτυχία στην Ελλάδα...

Φυτρώνουν παντού

Η Εύη Καρακώστα εξηγεί γιατί η κυβέρνηση δίνει περήφανα τη μάταιη μάχη για το χρέος και, συγχρόνως, προσπαθεί να συνεγείρει τα πλήθη των υποστηρικτών της κυβέρνησης: «Πάμε εμείς, ως Ελληνες, για να χάσουμε; Εμείς, με την ιστορία μας, είναι δυνατό να πηγαίνουμε για να χάσουμε;». Συμπέρασμα: και ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ανάγκη την Παπακώστα του, μόνο που εκεί τη λένε Καρακώστα...

ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ