18 Ιουλίου 2017

Διεθνές εμπόριο: Το ¨πυρηνικό όπλο¨στη μάχη των ιδεολογιών.

Απόστολος Ακτύπης

Οι περισσότεροι από εμάς θα έβλεπαν το παγκόσμιο εμπόριο ως έναν οικονομικό πόλεμο μεταξύ των κρατών σε διεθνή κλίμακα, όπου το κάθε κράτος αποσκοπεί στο κέρδος και δίνει τη μάχη για το ιδιωτικό όφελος με στόχο την οικονομική ενδυνάμωση και την αμυντική ισχυροποίηση ώστε να επιτύχει τους μελλοντικούς σχεδιασμούς που έχει θέσει ανάλογα με τις φιλοδοξίες του.
Αυτή όμως είναι μια εξαιρετικά ισχνή συμπερασματική προσέγγιση η οποία, αν και εν μέρει ορθή, αποπροσανατολίζει την σκέψη μακριά απο τους πραγματικά σημαντικούς παράγοντες που διαμορφώνουν το παγκόσμιο εμπόριο. Εφόσον όλοι καταλαβαίνουμε τη σημασία του ελεύθερου εμπορίου και αναγνωρίζουμε ότι το διεθνές εμπόριο είναι ένα βαρυσήμαντο εργαλείο το οποίο μπορεί όχι μόνο να ωφελήσει μια χώρα λόγω των οικονομικών οφελών που προσφέρει, άλλα περισσότερο χρησιμοποιείται ως διπλωματικό και γεωστρατηγικό εργαλείο όπου μπορεί ακόμα και να αποτρέψει ενδεχόμενες ένοπλες συγκρούσεις η ακόμα και να τις προκαλέσει.

Αν το προχωρήσουμε στο επόμενο στάδιο μπορούμε να πούμε ότι το διεθνές εμπόριο όπως εξελίσσεται τα τελευταία 100 χρόνια είναι το μέσο για ιδεολογική επικράτηση στο παγκόσμιο φάσμα μεταξύ των ισχυρών παικτών.
Γνωρίζουμε πλέον ότι οι ισχυρότερες πολιτικές δυνάμεις με την μεγαλύτερη επιρροή είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Κίνα και η Ρωσία. Το μεγάλο οικονομικό πλεονέκτημα αυτών των χωρών και κατ΄επέκταση η υπέρμετρη αμυντική ισχύς έχει καταστήσει την ιδεολογική και πολιτική τους επιρροή επικρατέστερη στο διεθνές πεδίο.

Αυτό που χωρίζει τις Ηνωμένες Πολιτείες (που εκπροσωπούν τον λεγόμενο Δυτικό πολιτισμό) με την πλευρά της Κίνας για παράδειγμα είναι η διαφορετική προσέγγιση στον τρόπο που αντιλαμβάνονται οι δύο χώρες την σχέση κράτους- πολίτη. Από παράδοση οι χώρες που αναπτύχθηκαν διαχρονικά εντός του δυτικού πολιτισμού τάσσονται υπέρ της ατομικής ελευθερίας με το κράτος να λειτουργεί έως εγγυητής της ελευθερίας και της ασφάλειας με ελάχιστη παρεμβατικότητα στην καθημερινή ζωή των πολιτών, ενώ απο την άλλη πλευρά οι συνθήκες διαβίωσης των πολιτών της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας η των κρατών παραπλήσιας ιδεολογικής ταυτότητας ορίζεται αποκλειστικά και μόνο από τις αποφάσεις του Κράτους.

Ένα Ρωμαϊκό ρητό λέει “Όσοι πιο διεφθαρμένο το κράτος τόσο περισσότεροι οι νόμοι”.

Από πού προέρχεται η ιδέα του μεγάλου κράτους και η αντιμετώπιση του ανθρώπου απλά ως μέσο για την συνέχεια του κράτους στην Κίνα;

Το 1982 με την θέσπιση του Συντάγματος και αργότερα με την τροποποίηση του το 2004 (η οποία τροποποίηση αφορούσε στην ιδιοκτησία πνευματικών δικαιωμάτων και την ιδιωτική περιουσία με στόχο να γίνει η χώρα πιο φιλική στην ιδιωτική οικονομία μετά την είσοδό της στον Οργανισμό Παγκοσμίου Εμπορίου το 2001), η Κίνα έκανε ένα ικανοποιητικό βήμα προς τον εκδημοκρατισμό και την κοινωνική ελευθερία. Σε αυτό το σύνταγμα αναγνωρίστηκαν κάποια θεμελιώδη πολιτικά δικαιώματα και περισσότερα από τα κοινωνικά φιλελεύθερα δικαιώματα όπως η ελευθερία του λόγου, δικαίωμα ψήφου, ισότητα των δύο φύλλων και το δικαίωμα στην παιδεία. Στο Άρθρο 43 του Συντάγματος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας αναγράφεται ότι “Οι εργαζόμενοι στην Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας έχουν το δικαίωμα στην ανάπαυση”. Ωστόσο, σε αυτήν την περίπτωση, όπως και σε πολλές άλλες, οι κατευθυντήριες γραμμές του συντάγματος δεν συμπίπτουν απόλυτα με την πραγματικότητα.

Η Wall Street Journal δημοσίευσε έρευνα που ανέλαβε το Πανεπιστήμιο του Πεκίνου και αναφέρει ότι οι Κινέζοι εργάζονται “μεταξύ 2,000-2,200 ώρες ανία έτος¨. Αυτά τα νούμερα είναι σημαντικά υψηλά σε σύγκριση με χώρες του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (Ο.Ο.Σ.Α), στον οποίο συμμετέχουν κράτη που λειτουργούν με τους όρους της ελεύθερης οικονομίας και στην μεγάλη πλειοψηφία Δυτικές χώρες, όπου ο μέσος όρος είναι 1,766 ώρες. Βέβαια, το πρόβλημα μεγαλώνει εάν αναλογιστούμε τους χαμηλούς μισθούς στην Κίνα, τις απαγορευμένες συνθήκες εργασίας για ανθρώπινη διαβίωση και τις καταστροφικές επιπτώσεις που έχουν όλα αυτά σε συνδυασμό με την τεραστίων διαστάσεων ρύπανση που προκύπτει από την ανάπτυξη της βιομηχανικής δραστηριότητας. Κινεζικό μέσο ενημέρωσης επίσης αναφέρει ότι ¨περίπου 600,000 Κινέζοι πολίτες πεθαίνουν κάθε χρόνο από την σκληρή εργασία¨ ενώ μερικοί εργοδότες επιβάλουν στους εργαζόμενους να δουλέψουν υπερωρίες χωρίς την συγκατάθεσή τους.

Ανάπτυξη της Βιομηχανικής Δραστηριότητας μεταξύ Κίνας και Η.Π.Α

(Σε δισεκατομύρια δολλάρια με σημερινές τιμές)
Πηγή: ΟΗΕ

Αυτοί οι παράγοντες ήταν και είναι καταλυτικοί για την άνοδο της βιομηχανικής παραγωγής στην Κίνα και μετά από αυτήν την άμεση καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όπως τουλάχιστον τα αντιλαμβανόμαστε εμείς, έγινε η πιο φιλόξενη και ελκυστική χώρα για τους διεθνείς επενδυτές όπου έπαψαν να ανησυχούν για το εργασιακό κόστος, τα νομικά «εμπόδια» που προστατεύουν τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις πολυάριθμες περιβαλλοντικές οδηγίες που σε κάθε περίπτωση θα ήταν τα βασικά εμπόδια στα σχέδια για μια υπερμεγέθης παραγωγική δυναμική στην Δύση.

Η ρίζα του κακού
Μετά την επικράτηση του Μάο εντός της Κίνας στο τέλος του Δεύτερου παγκοσμίου πολέμου, η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας αναδείχθηκε ως η κυρίαρχη παράταξη της οποίας τα ιδανικά θα ασκούσαν επιρροή στην χώρα μέχρι και σήμερα. Η θεωρία του ¨δικαίου του Κράτους πάνω από το δίκαιο του ατόμου¨ είναι η μια θέση που η Κίνα εξακολουθεί να κρατάει και προσπαθεί, στο βαθμό που της αναλογεί, να επηρεάσει όσο περισσότερα κράτη με τα οποία συνάπτει εμπορικές σχέσεις και ¨φιλίες¨ όπως η Ρωσία. Αυτή η ιδέα προέρχεται από την Κομφουκιανή προσέγγιση που υποστηρίζει ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι παράγωγο του Κράτους και δεν προηγούνται ούτε υφίστανται ανεξάρτητα από το Κράτος¨.
Από την άλλη πλευρά, οι Ηνωμένες Πολιτείες, η μεγαλύτερη οικονομική δύναμη παγκοσμίως, έχει την μεγαλύτερη επιρροή στο διεθνές εμπόριο και είναι η κύρια δύναμη που θα μπορούσε να επιχειρήσει να καταστείλλει την επικείμενη ιδεολογική και οικονομική υπερίσχυση της Κίνας προς υπεράσπιση των συμφερόντων άλλα και της πολιτικής της ιδεολογικής ηγεμονίας με βάση την ελευθερία της ατομικότητας και της δημοκρατίας στην οποία έχει αποτελεσματικά αναλάβει να ακολουθήσει για πολλές δεκαετίες. Οι δύο χώρες εκπροσωπούν δυο εντελώς αποκλίνουσες αντιλήψεις στα ανθρώπινα δικαιώματα και την παγκόσμια τάξη. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, σε αντίθεση με την Κουμφουκιανή σχολή, στηρίζουν την ευρέως -αποδεκτή άποψη του Δυτικού κόσμου ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι σύμφυτα του ανθρώπου και το κράτος απορρέει από αυτά και δεν τα ορίζει. Μην ξεχνάμε άλλωστε ότι στις αρχές του 1900 είχαμε μόλις 11 εγκαθιδρυμένες Δημοκρατίες ενώ σήμερα έχουμε 115. Όπως και κανείς δεν θα μπορέσει να αμφισβητήσει για την αύξηση του βιοτικού επιπέδου σε σύγκριση με τότε.

Η στρατηγική στην σκακιέρα
Υπάρχουν δύο διαφορετικοί δρόμοι τους οποίους οι δύο δυνάμεις αντιμετωπίζουν τους επίμαχους στόχους στο διεθνές παιχνίδι. Οι Ηνωμένες Πολιτείες κινούνται με την στρατηγική του ¨μαστιγίου και του καρότου¨. Η μέθοδος των επιβραβεύσεων στις χώρες που θα συμμορφωθούν με τους κανόνες της Δημοκρατίας και θα συμμετέχουν με τους όρους που θέτει η φιλελεύθερη σκοπιά, προστάτεψε το Κουβέιτ από την απειλή του Σαντάμ Χουσεϊν που ξεκίνησε εκστρατεία στη μέση ανατολή και βοήθησε την Νότια Κορέα, πέρα απο την στρατιωτική ενίσχυση, να αναπτυχθεί οικονομικά μετά την εισβολή της κομμουνιστικής Βορείου Κορέας το 1950 παρέχοντας εκτεταμένη βοήθεια σε οικονομικό, αμυντικό και διπλωματικό επίπεδο. Στις χώρες που δεν θα ακολουθήσουν τον ίδιο δρόμο και σε αυτές με το μεγαλύτερο χάσμα στην αντίληψη ως προς την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων θα επιβάλλουν δασμούς σε προϊόντα προερχόμενα από τις εκάστοτε χώρες και πρότυπα ασφαλείας με όπλο το ελεύθερο εμπόριο η ακόμα θα ασκήσουν βέτο μέσω του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών η άλλων ιδρυμάτων ως τιμωρία εν είδει παραδειγματισμού.

Η Κίνα λειτουργεί με ένα τρόπο που θα φαινόταν πιο ελκυστικός και δίκαιος άλλα μόνον ως προς την επιφάνεια. Αντιμετωπίζει με ¨σεβασμό¨ την εδαφική κυριαρχία του κάθε κράτους και αναζητά διμερείς συμφωνίες ¨χωρίς δεσμεύσεις¨ και χωρίς καμία εσωτερική παρέμβαση στα ανεξάρτητα κράτη. Πάρα ταύτα, είναι οφθαλμοφανές ότι μέσω αυτού του τύπου των συμφωνίων, τα δύο μέρη στην ουσία συνομολογούν σε μια αμφίπλευρη διπλωματική αλληλοϋποστήριξη για πιθανά ζητήματα που θα τεθούν στα Ηνωμένα Έθνη είτε μέσω σιωπής είτε μέσω συναίνεσης.
Πρόσφατο παράδειγμα η ουδέτερη στάση της Κίνας στην εισβολή της Κριμαίας από την Ρωσία αφού στενέψανε οι σχέσεις των δύο χωρών μετα τις εμπορικές κυρώσεις που επέβαλε η Ευρωπαϊκή Ένωση στην Ρωσία, πάλι με εργαλείο το διεθνές εμπόριο. Μετά τα περιστατικά στην Κριμαία και τις κυρώσεις που ακολούθησαν, η Κίνα στράφηκε στην Ρωσία ώστε να διαθέσει τα ενεργειακά αποθέματα που είχε για να σώσει την οικονομία της. Αυτή τη φορά η Ρωσία έχει επιλέξει όχι απλά και μόνον μια συμμαχία που περιορίζεται σε μια εμπορική συνεργασία, αλλά θα επιλέξει να επεκταθεί και σε αμυντικό επίπεδο θεσπίζοντας την πώληση εξοπλισμού μεταξύ των δύο συμμάχων. Οι δυο πλευρές έχουν ταχθεί σε ένα εγχείρημα που ίσως να αποτελεί στόχο να ανατρέψουν την ηγεμονία των Ηνωμένων Πολιτειών ως δύο χώρες οικονομικά εξελισσόμενες και ιδεολογικά ταυτόσημες που μοιράζονται την ίδια επιθυμία για μια περισσότερο πολύπλοκη παγκόσμια τάξη.

Είναι καλό να μπορέσουμε να καταλήξουμε εκ των πραγμάτων αντικειμενικά σε ένα συμπέρασμα λαμβάνοντας υπ’ όψιν όσα περισσότερα στοιχεία είναι δυνατόν. Αυτή τη φορά το ίδιο το όπλο έρχεται στην συγκεκριμένη περίπτωση να βάλλει κατά του χειριστή. Ενώ για την Ρωσία ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος μεταξύ των δέκα μεγαλύτερων είναι η Κίνα και οι Ηνωμένες Πολιτείες τελευταίος, για την Κίνα ισχύει το ακριβώς αντίστροφο. Άρα το ίδιο το όπλο, δηλαδή το διεθνές εμπόριο, μετατρέπεται σε ένα εμπόδιο που θα ήταν πολύ δύσκολο να παρακαμφθεί και καθιστά περισσότερο πολύπλοκες τις οποιεσδήποτε ιδεολογικές διεκδικήσεις.


Μελετώντας την παγκόσμια ιστορία βέβαια πολύ εύκολα διαπιστώνει κανείς ότι αυτό που ενισχύει την πιθανότητα συγκρούσεων είναι ακριβώς η αμεσότητα με την οποία μπορεί ένα κράτος διαθέσει υλικά μέσα σημαντικών διαστάσεων και η απόφαση της θυσίας αυτών.

Απόστολος Ακτύπης