04 Ιουλίου 2017

ΟΙ ΑΝΑΛΥΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΑΡΑΝΙΚΑ! Γιατί ο Τσίπρας θέλει τώρα... μόνο ΠΑΣΟΚ

του Σταύρου Λυγερού

Ο πρωθυπουργός ελπίζει για αναστροφή του κλίματος μέσω πολιτικού σχεδιασμού

Μπορεί η κυβέρνηση Τσίπρα να πλήρωσε βαρύ τίμημα για να κλείσει τη δεύτερη αξιολόγηση, μπορεί οι προσδοκίες για την ελάφρυνση του χρέους και την ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης να διαψεύστηκαν, αλλά είναι αληθές ότι εξασφάλισε πολιτικό χρόνο.


Στα ηγετικά κλιμάκια της κυβέρνησης έχουν συνείδηση ότι δύσκολα μπορούν να διεκδικήσουν την πρωτιά στις επόμενες εκλογές. Θεωρούν, ωστόσο, ότι όσα έπραξαν το προηγούμενο διάστημα ήταν μονόδρομος. Οπως χαρακτηριστικά μας είπε ανώτατο κυβερνητικό στέλεχος, «εάν έχουμε κάποια ελπίδα να κερδίσουμε είναι με τη φυγή προς τα εμπρός. Δεν λέω πως είναι εύκολο να αντιστραφεί το αρνητικό για μας κλίμα που υπάρχει στην κοινωνία. Λέω, όμως, πως έτσι θα παραμείνουμε ο ένας από τους δύο πόλους του πολιτικού συστήματος και θα έχουμε μέλλον. Εάν ακολουθούσαμε άλλον δρόμο, θα πέφταμε σε τοίχο. Θα κάναμε ζημιά και στη χώρα και στον ΣΥΡΙΖΑ».

Ο ίδιος ο πρωθυπουργός τρέφει ακόμα κάποιες ελπίδες για αναστροφή του κλίματος. Το βασικό σενάριο στον πολιτικό σχεδιασμό του Μαξίμου, όμως, είναι ο ΣΥΡΙΖΑ να παραμείνει ο άλλος πυλώνας και να συσπειρώσει εκλογικά πίσω του τον μεγάλο πολιτικό χώρο που περιγραφικά αποκαλείται «Κεντροαριστερά». Για τον σκοπό αυτό -σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες- έχουν πραγματοποιηθεί συσκέψεις υπό την προεδρία του Αλέξη Τσίπρα με σκοπό να οριστικοποιηθεί ένας πολιτικός σχεδιασμός.

Οπως μας είπε στέλεχος που συμμετείχε σε αυτές τις συσκέψεις, για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος πρέπει να συντρέξουν δύο προϋποθέσεις. Η πρώτη είναι να μην αναδυθεί κάποιος πολιτικός φορέας ικανός να προσελκύσει εκλογικά τους δυσαρεστημένους ψηφοφόρους, οι οποίοι, όμως, δεν πρόκειται να ψηφίσουν τη Ν.Δ. Μια τέτοια προοπτική δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα. Οσον αφορά τα μικρά κόμματα που αποσχίστηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ (Λαϊκή Ενότητα και Πλεύση Ελευθερίας), στο Μαξίμου θεωρούν ότι έχουν δείξει τα όριά τους. Εχουν αντιμνημονιακή σημαία, αλλά δεν έχουν πείσει ότι μπορούν να αποτελέσουν εναλλακτική λύση στο πρόβλημα της διακυβέρνησης. Θα αποσπάσουν κάποιες ψήφους από τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν συνιστούν σοβαρή απειλή.

Σύμφωνα με την ίδια πηγή, στο Μαξίμου θεωρούν ότι η δεύτερη προϋπόθεση είναι να μη δοθεί το περιθώριο στα μικρά κόμματα του ενδιάμεσου χώρου να ενισχυθούν. Το Ποτάμι δεν τους απασχολεί, επειδή το θεωρούν τελειωμένο. Οσο για την Ενωση Κεντρώων, έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ούτε αυτή έχει δυναμική. Ακόμα κι αν επιβιώσει κοινοβουλευτικά, θα παραμείνει αυτό το προσωποπαγές και ιδιόρρυθμο πολιτικό σχήμα που θα κινείται σύμφωνα με τους καιροσκοπικούς ελιγμούς του αρχηγού του.

Αντιθέτως, στο Μαξίμου δίνουν σημασία στις διεργασίες που συντελούνται στη Δημοκρατική Συμπαράταξη. Από ειδικές έρευνες που έχουν πραγματοποιηθεί, έχει επιβεβαιωθεί η εκτίμηση ότι δεν υφίσταται τάση μαζικής επιστροφής πρώην «πράσινων» ψηφοφόρων στο ΠΑΣΟΚ. Από την άλλη πλευρά, το ΠΑΣΟΚ έχει δείξει ότι διαθέτει κάτω φράγμα στην εκλογική επιρροή του. Αυτό σημαίνει ότι σε συνδυασμό με τα δορυφορικά σχήματα που συναποτελούν τη Δημοκρατική Συμπαράταξη παραμένει ένας μικρομεσαίος, αλλά εκλογικά σταθερός πολιτικός παίκτης.

Αυτός είναι ο λόγος που το πρωθυπουργικό επιτελείο έχει εστιάσει την προσοχή του στο ΠΑΣΟΚ. Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, το κάλεσμα-άνοιγμα του πρωθυπουργού προς τη Φώφη Γεννηματά για συνεργασία στη βάση προγραμματικών συγκλίσεων δεν ήταν μεμονωμένη πρωτοβουλία. Εντάσσεται σε μια στρατηγική που έχει ως στόχο να βγάλει στην επιφάνεια τις εσωτερικές αντιθέσεις της Δημοκρατικής Συμπαράταξης.

Οπως μας είπε κυβερνητικό στέλεχος που συμμετέχει στις συσκέψεις για τον πολιτικό σχεδιασμό, «στόχος μας δεν είναι υποχρεωτικά να φέρουμε το ΠΑΣΟΚ προς τη μεριά μας. Μακάρι να γινόταν αυτό. Οπως φάνηκε, όμως, και από την αγενή αντίδραση της Γεννηματά οι περισσότεροι εκεί ρέπουν προς τον Μητσοτάκη. Εμείς δεν έχουμε πρόβλημα να συμπορευτούν μαζί του. Θα μείνουμε μόνοι μας να εκφράσουμε τον ευρύτερο χώρο της αντι-Δεξιάς. Εμάς μας συμφέρει και το να συνεργαστούν μαζί μας και το να συνεργαστούν με τον Μητσοτάκη. Δεν μας συμφέρει να παριστάνουν τον τρίτο πόλο. Γι’ αυτό και θα τους πιέσουμε να ξεκαθαρίσουν τη θέση τους».

Οπως είχαμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε, η στρατηγική αυτή θεώρηση κυριαρχεί στο Μαξίμου. Γι’ αυτό και αναμένονται νέες παρεμβάσεις προς αυτή την κατεύθυνση και του ίδιου του πρωθυπουργού και άλλων ανώτατων στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ. Στόχος τους θα είναι «να ξεκαθαρίσει το τοπίο όσον αφορά τον προσανατολισμό της Δημοκρατικής Συμπαράταξης», όπως μας ειπώθηκε.

Είναι κοινό μυστικό ότι η πλειονότητα των στελεχών της παράταξης που πραγματοποιεί αυτές τις ημέρες το συνέδριό της θεωρεί τον ΣΥΡΙΖΑ πολιτικό εχθρό. Αντιθέτως, τη Ν.Δ. τη θεωρεί πολιτικό αντίπαλο, με τον οποίο υπό προϋποθέσεις μπορεί να συνεργαστεί, όπως είχε πράξει και την περίοδο 2012-2015 επί κυβέρνησης Σαμαρά - Βενιζέλου.

Υπάρχει, ωστόσο, και η τάση που θα προτιμούσε μια υπό όρους σύμπλευση με τον ΣΥΡΙΖΑ, ειδικά μετά τις εκλογές, όταν το κόμμα του Τσίπρα θα έχει -σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις- πάει στην αντιπολίτευση. Η Γεννηματά επιχειρεί να ισορροπήσει μεταξύ των αντίρροπων αυτών τάσεων. Στα λόγια, τόσο το ΠΑΣΟΚ όσο και οι εταίροι του στη Δημοκρατική Συμπαράταξη συμφωνούν στην ανάγκη πολιτικής αυτονομίας έναντι και της Ν.Δ. και του ΣΥΡΙΖΑ. Στην πράξη, όμως, διολισθαίνουν -με τον έναν ή τον άλλον τρόπο- προς μία ετεροβαρή ισορροπία, συμπλέοντας κατά κανόνα με τη Ν.Δ.

Αυτό εν μέρει οφείλεται στο γεγονός ότι ως αντιπολιτευόμενα κόμματα βρίσκονται συχνά στην ίδια όχθη. Οπως, ωστόσο, είχε φανεί με κραυγαλέο τρόπο στην ψηφοφορία για την απλή αναλογική το καλοκαίρι του 2016, δεν είναι μόνο αυτός ο λόγος. Είναι εμφανές ότι τόσο οι ιδεολογικές εκλεκτικές συγγένειες όσο και οι έξωθεν επιρροές ωθούν τη μεγάλη πλειονότητα των στελεχών της Δημοκρατικής Συμπαράταξης προς την πλευρά του Μητσοτάκη.
Το ΠΑΣΟΚ κατέρρευσε εκλογικά επειδή είναι το πρώτο κόμμα που ταυτίστηκε με το Μνημόνιο. Συσσωρεύοντας οικονομικά και κοινωνικά ερείπια, οι μνημονιακές πολιτικές προκάλεσαν και μια πρωτοφανή κρίση πολιτικής αντιπροσώπευσης. Η Κεντροαριστερά δεν έπαψε να είναι ένας από τους δύο μεγάλους ιδεολογικοπολιτικούς χώρους. Το άλλοτε κραταιό ΠΑΣΟΚ, όμως, έχει καεί ως πολιτικός εκφραστής της, και γι’ αυτό κινείται σε μονοψήφιο ποσοστό.

Από το 2012 οι μικρομεσαίοι κεντροαριστεροί ψηφοφόροι είχαν κατά κανόνα καταφύγει στον ΣΥΡΙΖΑ ως εκλογικοί πρόσφυγες. Αντιθέτως, τα κεντροαριστερής προέλευσης εύπορα μεσοστρώματα κατά κανόνα υπερέβησαν την παραδοσιακή κομματική τους προτίμηση και στράφηκαν προς τη Ν.Δ., με πραγματικό αλλά και προσχηματικό επιχείρημα την αναχαίτιση του ΣΥΡΙΖΑ.

Στο ΠΑΣΟΚ παρέμειναν κυρίως οι μεγάλης ηλικίας ψηφοφόροι, οι οποίοι χαρακτηρίζονται από μεγάλη αδράνεια στην εκλογική τους συμπεριφορά. Τα αποτελέσματα των εκλογών του 2012 επισφράγισαν την ανατροπή των ισορροπιών του μεταπολιτευτικού πολιτικού συστήματος. Με την αντικατάσταση του παραδοσιακού δικομματισμού από το δίπολο Ν.Δ. - ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ υποβαθμίστηκε από αυτοδύναμος πόλος σε μικρομεσαίο κόμμα.

Τα πληττόμενα από το μνημόνιο -κεντροαριστερού προσανατολισμού- μικρομεσαία στρώματα εγκατέλειψαν το ΠΑΣΟΚ και στράφηκαν προς τον ΣΥΡΙΖΑ με την προσδοκία ότι θα τα προστάτευε από το μνημόνιο. Τον Σεπτέμβριο του 2015 κατά κανόνα τον ξαναψήφισαν πιστώνοντάς του ότι προσπάθησε και ελπίζοντας ότι τουλάχιστον θα εφαρμόσει ηπιότερες μνημονιακές πολιτικές.

Η ηχηρή διάψευσή τους έχει ρευστοποιήσει την εκλογική σχέση αυτής της κατηγορίας των ψηφοφόρων με τον ΣΥΡΙΖΑ. Στον χώρο της Δημοκρατικής Συμπαράταξης συνυπάρχουν δύο ρεύματα, καθένα από τα οποία δέχεται ισχυρή πολιτική έλξη από τη Ν.Δ. και τον ΣΥΡΙΖΑ αντιστοίχως. Η στρατηγική που διαμορφώνει το Μαξίμου επιχειρεί να εκμεταλλευτεί αυτή ακριβώς την αντίφαση, με σκοπό να καθαρίσει πολιτικοεκλογικά το έδαφος στον ενδιάμεσο χώρο.

Προς αυτή την κατεύθυνση θα λειτουργήσει και το κλίμα πόλωσης που συμφέρει και καλλιεργείται και από τα δύο μεγάλα κόμματα. Σε αντίθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ, όμως, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει επιλέξει τακτική πολιτικού φλερτ προς τη Δημοκρατική Συμπαράταξη. Γι’ αυτό και αποφάσισε να παρευρεθεί στο συνέδριό της. Θεωρεί δικαιολογημένα ότι ο εσωτερικός συσχετισμός στη Δημοκρατική Συμπαράταξη και το δικό του (νεο)φιλελεύθερο προφίλ διευκολύνει αυτή την προσέγγιση.

Οπως χαρακτηριστικά μας είπε παλαίμαχος πρώην υπουργός των κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ, «τα δύο σημερινά μεγάλα κόμματα συμπίπτουν σε περισσότερα απ’ όσα φαίνεται. Δεν είναι μόνο ότι και τα δύο βολεύονται από την πόλωση. Τη Ν.Δ. τη συμφέρει να ρυμουλκήσει στα νερά της τη Δημοκρατική Συμπαράταξη για να έχει πολιτικό βάθος και αν χρειαστεί μετά τις εκλογές να έχει έτοιμο κυβερνητικό εταίρο. Αυτό βολεύει μια χαρά τον ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος θέλει να παραμείνει μεγάλο κόμμα για να έχει προοπτική εξουσίας. Από την άλλη, βολεύει μια χαρά τη Ν.Δ. η επιδίωξη του ΣΥΡΙΖΑ. Τη βολεύει να έχει απέναντί της τον ΣΥΡΙΖΑ, παρά ένα κλασικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα με μεγαλύτερη πολιτική αποδοχή και εκλογική διεισδυτικότητα».

ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ