29 Νοεμβρίου 2017

Κασιμάτης: Αλλη μία πρώτη φορά για την κυβέρνηση

[ΦΩΤΟ-Υπό την ενθάρρυνση του Αδώνιδος Γεωργιάδη (σε ρόλο σκηνοθέτη;), ο Ανδρέας ο Λοβέρδος προβάρει κάτι απροσδιόριστο, το οποίο μπορεί να είναι ο χορός της βροχής ή, ενδεχομένως, ο χορός της κοιλιάς…]

Είναι και αυτή μια πρώτη φορά για την «πρώτη φορά Αριστερά» και την οφείλει στο δεκανίκι της από τη Λαϊκή Δεξιά. Μετά τη χθεσινή συζήτηση στη Βουλή, με αφορμή επερώτηση της Ν.Δ., η υπόθεση της διακρατικής συμφωνίας με τη Σαουδική Αραβία αναδεικνύεται ως η πρώτη σύνδεση της κυβέρνησης –και μάλιστα του πυρήνα της– με κάτι το οποίο θυμίζει επικίνδυνα σκάνδαλο με οικονομικές διαστάσεις.
Μέχρι τώρα είχαμε διάφορα κρούσματα: κραυγαλέας ανευθυνότητας, αλαζονείας και έπαρσης, κακοδιαχείρισης λόγω τεμπελιάς και ανικανότητας. Σκάνδαλο τέτοιου τύπου, όμως, το οποίο να αφήνει να πλανώνται στον αέρα υποψίες περί οικονομικών συμφερόντων, πρώτη φορά έχουμε. Διότι, παρά τις κορώνες της κυβέρνησης και τον βομβαρδισμό εγγράφων και αμφιλεγόμενων «αποκαλύψεων», το ουσιώδες ερώτημα της υπόθεσης έμεινε αναπάντητο: υπάρχει ή, εν πάση περιπτώσει, υπήρξε ποτέ διακρατική συμφωνία για την πώληση πυρομαχικών ή όχι; Απάντηση σαφής και ευθεία δεν δόθηκε.

Η κυβερνητική επιχειρηματολογία, είτε προερχόμενη από τον υπουργό Αμύνης είτε από τον πρωθυπουργό, ήταν σκοπίμως δομημένη άτακτα και άνισα, ώστε να επιτείνει τη σύγχυση. Ο καταιγισμός διευκρινίσεων περί τα επιμέρους της υπόθεσης είχε τον σκοπό να εντυπωσιάσει και να εκφοβίσει, ώστε να κρύψει την αδυναμία της κυβέρνησης να αποδείξει την ύπαρξη συμφωνίας. Η δυσκολία της ήταν εμφανέστατη στην εξόχως κακή φόρμα του πρωθυπουργού, κάτι που ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης εύστοχα επισήμανε στη δευτερολογία του.

Πώς είναι όταν νιώθουμε ξαφνικά μια απαίσια γεύση στο στόμα και σουφρώνουμε το πρόσωπο; (Π.χ., όταν δοκιμάζουμε ένα κακόμοιρο κρέας που κάποιος βλακέντιος σεφ το έχει κακοποιήσει βάναυσα με μους καρπουζιού και εσάνς φέτας...) Ετσι ήταν το πρόσωπο του Αλέξη Τσίπρα σε όλη την πρωτολογία και τη δευτερολογία του. Προσωπικώς είχα να τον δω τόσο ζορισμένο από την περίοδο της ιστορικής kolotoumba τον Ιούλιο του 2015. Συνοφρυωμένος διαρκώς, παρά την παράσταση «ιεράς αγανακτήσεως» με την οποία ξεκίνησε την ομιλία του, έδειχνε ότι δεν είχε άνεση με το υλικό που ήταν αναγκασμένος να χειριστεί. Μιλούσε αργά, κάποιες φορές κομπιάζοντας, με σχοινοτενείς παρενθετικές προτάσεις που δεν έλεγαν να τελειώσουν, λες και ήθελε να φύγει μακριά από το θέμα. Ο δε ισχυρισμός του ότι το κίνητρο της Ν.Δ. ήταν η ζήλια για τις επιτυχίες της κυβέρνησης ήταν απλώς θλιβερός.

Η δυσκολία της θέσης του έγινε πασιφανής στο τέλος της πρωτολογίας του, όταν αναγκάστηκε να επικαλεστεί πληροφορίες από κρατικά έγγραφα που φέρουν την ανώτατη διαβάθμιση απορρήτου («ειδικού χειρισμού»). Παρότι ο υπουργός Εξωτερικών απουσίαζε σε προγραμματισμένη επίσκεψη στην Ινδία, είμαι βέβαιος ότι δεν θα του άρεσε καθόλου η πράξη του πρωθυπουργού, καθώς μέχρι χθες ο υπουργός είχε εκδώσει τρεις ανακοινώσεις με τις οποίες καταδίκαζε τη δημοσιοποίηση τέτοιων εγγράφων. Φαίνεται, όμως, ότι τον πρωθυπουργό πίεζε η ανάγκη να βγει από τη δύσκολη θέση. Τον καταλαβαίνω, γιατί δεν το λες μικρό αυτό που έπαθε: να βλέπεις, δηλαδή, τον άνθρωπο που κάποτε επαίρετο ότι δεν σηκώνει μύγα στο σπαθί του, να σηκώνει τώρα στο ίδιο σπαθί τον υπουργό Αμύνης, ο οποίος, σημειωτέον, την περίοδο αυτή έχει ξαναβάλει βάρος.

Η αντίθεση με τον Κυριάκο Μητσοτάκη ήταν επίσης εμφανέστατη. Ο πρόεδρος της Ν.Δ. είχε όλη την άνεση και την αυτοπεποίθηση που έλειπαν από τον πρωθυπουργό και το έδειξε από την αρχή. Δεν ήταν απλώς ειρωνικός, αλλά ευθέως περιπαικτικός και δριμύς στις διατυπώσεις του όσο ποτέ άλλοτε στο παρελθόν. Κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι «αντέστρεψε το μοντέλο Τσοχατζόπουλου» (ότι δηλαδή επιδιώκει μίζες από τις πωλήσεις, όχι από τις αγορές) και περιέγραψε τον υπουργό Αμύνης ως έναν άνθρωπο που «όταν δεν εκτονώνεται με μετρητά στο καζίνο, ντιλάρει με βόμβες». Εκείνο που τον διαφοροποιούσε από τις προηγούμενες κοινοβουλευτικές συγκρούσεις ήταν ότι η οξύτητα της γλώσσας συνδυαζόταν με την ψυχρή ηρεμία της εκφοράς. Λέξεις που θα μπορούσαν να θεωρηθούν υβριστικές, αν εκφέρονταν με το ασυγκράτητο πάθος της οργής (λ.χ., όταν περιέγραφε το κοινό ήθος των δύο κυβερνητικών εταίρων), χάρη στο ψυχρό ύφος της εκφοράς έδιναν απλώς την εντύπωση σκληρού νατουραλισμού. Ο Μητσοτάκης εν τέλει επικράτησε, επειδή η βασική ερώτησή του προς την κυβέρνηση απαντήθηκε, έστω απρόθυμα, από τον πρωθυπουργό με τη στάση του στη συζήτηση: Ναι, γνώριζε για τη συμφωνία ή, τέλος πάντων, έτσι υποχρεώνεται να λέει εκ των υστέρων· και, το κυριότερο, δεν του αρέσει καθόλου η θέση στην οποία έχει βρεθεί, δηλαδή να καλύπτει τον κυβερνητικό εταίρο του. Επομένως, ακόμη και αν δεν το έλεγε ο αρχηγός της αντιπολίτευσης, νομίζω ότι όσοι παρακολουθήσαμε τη συζήτηση καταλάβαμε ότι αυτή η ιστορία θα έχει συνέχεια...

Η θέση της Αρβελέρ

Πληροφορηθείσα την προσπάθεια του υπουργείου Εξωτερικών να θέσει υπό την κηδεμονία του το Ινστιτούτο Βενετίας με σκοπό να το μετατρέψει σε «πολιτιστικό κέντρο», η διακεκριμένη βυζαντινολόγος Ελένη Αρβελέρ, από το Παρίσι όπου βρίσκεται, έστειλε την ακόλουθη δήλωση προς την «Καθημερινή»: «Μαθαίνω με έκπληξη ότι ακόμη συζητείται νομοσχέδιο για το Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών Βενετίας, το καλύτερο και μόνο ίδρυμα που έτυχε να έχει η Ελλάδα στο εξωτερικό κι αυτό χάρη στους πιο άξιους διευθυντές του, από τον Μανούσο Μανούσακα ώς τη Χρύσα Μαλτέζου. Αιδώς, Αργείοι! Αυτό το Ινστιτούτο, αν δεν κρατήσει την επιστημονική φυσιογνωμία του, θα γίνει, όπως μαθαίνω, άλλ’ αντ’ άλλων».

ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ