18 Δεκεμβρίου 2017

Αυτός είναι ο αστυνομικός που εκτέλεσε την κόρη του με μια σφαίρα στο κεφάλι και πυροβόλησε στο στήθος τη γυναίκα του και την πεθερά του για ένα σπίτι

Με καταγωγή από την Αιτωλοακαρνανία ο αρχιφύλακας, το 1996 έφυγε από την Αστυνομική Διεύθυνση του Αερολιμένα Ελληνικού και τοποθετήθηκε στη φρουρά του τότε πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη

Η ανείπωτη οικογενειακή τραγωδία στους Αγίους Αναργύρους έχει προκαλέσει σοκ σε ολόκληρη την Ελλάδα. Η τρομακτική είδηση ότι ένας αρχιφύλακας σκότωσε το ίδιο του το σπλάχνο, ένα τρίχρονο κοριτσάκι, δολοφόνησε τη γυναίκα του και την πεθερά του και μετά αυτοκτόνησε έχει προκαλέσει πολλά ερωτήματα για τον άνθρωπο που επί 21 χρόνια υπηρετούσε στη φρουρά του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη.

Κι όμως. Μέχρι σήμερα που αυτοκτόνησε αφού προηγουμένως είχε προβεί στην αδιανόητη πράξη να δολοφονήσει την τρίχρονη κόρη του, τη σύζυγο και την πεθερά του, θεωρούνταν άνθρωπος χαμηλών τόνων και υπηρεσιακά άψογος αστυνομικός ο οποίος -λένε αστυνομικές πηγές- ποτέ δεν είχε απασχολήσει, ποτέ δεν είχε δώσει το παραμικρό δικαίωμα.

Μάλιστα, οι πληροφορίες λένε πως πρόσφατα ο αρχιφύλακας είχε περάσει και από τις αρμόδιες επιτροπές της ΕΛ.ΑΣ χωρίς να διαπιστωθεί ότι αντιμετωπίζει κάποιο ψυχολογικό πρόβλημα. Ο 46χρονος, λένε οι συνάδελφοι του, δεν έδειχνε να αντιμετωπίζει κάποιο σοβαρό θέμα που να δικαιολογεί την πρωτοφανώς ακραία πράξη να αφαιρέσει τη ζωή της κόρης, της συζύγου και της πεθεράς του. 

Με καταγωγή από την Αιτωλοακαρνανία ο αρχιφύλακας, το 1996 έφυγε από την Αστυνομική Διεύθυνση του Αερολιμένα Ελληνικού και τοποθετήθηκε στη φρουρά του τότε πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη. Πρόκειται για μια ειδική υπηρεσία της Βουλής και παρέμεινε σε αυτή τη θέση μέχρι και σήμερα το μεσημέρι. Τότε που κανένας δεν γνωρίζει τι ήταν αυτό που ώθησε τον 46χρονο να στρέψει το υπηρεσιακό του όπλο για να σκοτώσει τη σύζυγο, την πεθερά και το μόλις τριών ετών κοριτσάκι του και στη συνέχεια να δώσει τέλος στη ζωή του. 

Το χρονικό του μακελειού άφησε άναυδη την Ελλάδα

Είναι ξημερώματα Δευτέρας. Γύρω στις 3 με 4 το πρωί, ο αστυνομικός βρίσκεται με τη γυναίκα του και την πεθερά του, στο σαλόνι του διαμερίσματος του δευτέρου ορόφου (του διώροφου οικήματος) στην οδό Ευριπίδου 25.

Κάποια στιγμή διαπληκτίζονται και ξεσπά καβγάς γύρω από τις κληρονομικές διαφορές που είχε ο αστυνομικός με την πεθερά του για το σπίτι που ζει με την γυναίκα του. Το κλίμα φορτίζεται επικίνδυνα και η κατάσταση ξεφεύγει από τον έλεγχο.
Ο αστυνομικός βγάζει το όπλο του και με αυτό απειλεί την πεθερά του. Εκείνη την ώρα η γυναίκα του, γιατρός στο επάγγελμα, τρέχει και βάζει το σώμα της σαν "ασπίδα" ανάμεσα στην μάνα της (επίσης γιατρό) και στον άνδρα που έχει χάσει τον έλεγχο.
Το μυαλό του σε μια στιγμή γυρίζει "στα κόκκινα". Το χέρι του οπλίζει και η σφαίρα βρίσκει εξ επαφής στο στήθος την γυναίκα. Αυτήν που είναι η μάνα του παιδιού του. Αυτήν που διάλεξε για συνοδοιπόρο ζωής.
Το μυαλό του μόλις την βλέπει να πέφτει νεκρή, θολώνει ακόμη περισσότερο. Κυνηγάει με ορμή την πεθερά του. Το γεγονός πως βρέθηκαν 3 σφαίρες στους τοίχους του σαλονιού, μαρτυρά τα γεγονότα. Στο τέλος μια σφαίρα χτυπά θανάσιμα και την πεθερά του και πέφτει και αυτή νεκρή στο σαλόνι. Τα αίματα των δύο γυναικών βάφουν το πάτωμα.

Από εκεί και πέρα ο αστυνομικός πρωταγωνιστεί στο θρίλερ που μόνος του έγραψε και σκηνοθέτησε. Πηγαίνει στην κρεβατοκάμαρα που κοιμάται το παιδί του. Η αγαπημένη του κόρη. Το αγγελούδι που είναι παραδομένο στον Μορφέα. Την εκτελεί με μια σφαίρα στο κεφάλι.
Μόλις την προηγούμενη μέρα την είχε πάει βόλτα, οι δυο τους είχαν σταματήσει στον φούρνο της γειτονιάς και της είχε αγοράσει κουλούρι. Τα παιδικά της γέλια ήταν η ανταμοιβή του. Τώρα την έχει σκοτώσει. Τι άλλο του μένει; Στρέφει το όπλο εναντίον του και αυτοκτονεί. Το άψυχο σώμα του κείτεται δίπλα σε εκείνο της κόρης του. Η αυλαία έχει πέσει.
Μια ηλικιωμένη γυναίκα που μένει στην γειτονιά, ισχυρίζεται ότι άκουσε τον θόρυβο από τους πυροβολισμούς αλλά νόμιζε ότι τα άκουσε μέσα στον ύπνο της και κουκουλώθηκε.
Το πρωί η μικρούλα δεν πήγε στον παιδικό σταθμό. Ένας ξάδελφος της γυναίκας του αστυνομικού, ανησυχεί. Άτιμο πράγμα το ένστικτο λένε. Φτάνει στο σπίτι. Χτυπάει τα κουδούνια. Τρομάζει με την σιωπή. Βάζει το κεφάλι του σε ένα μισάνοιχτο παράθυρο. Αυτό που βλέπει τον σοκάρει. Η θεία του και η αγαπημένη του ξαδέλφη είναι νεκρές.
Τρέχει και σπάει την πόρτα της εισόδου. Προχωράει και πέρα από το σαλόνι όπου βρίσκονται οι σοροί των δύο γυναικών. Όταν φτάνει στην κρεβατοκάμαρα βλέπει την ανιψιά του νεκρή και δίπλα ξαπλωμένο τον αυτόχειρα πατέρα της.
Καλεί την αστυνομία. Το κακό μαντάτο ταξιδεύει σαν αστραπή. Η είδηση βυθίζει στο πένθος όλη τη χώρα.