Σελίδες

06 Οκτωβρίου 2024

ΠΡΟΔΟΤΕΣ🤮💩Οι θέσεις του ΚΚΕ απέναντι στις «εθνικές διεκδικήσεις» μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο


Και άλλες θέσεις πολιτικών και επιστημόνων εν όψει των «εθνικών διεκδικήσεων» - Η επαλήθευση όσων γράψαμε για τον Στυλιανό Γονατά και οι ακραίες θέσεις για απόδοση της Ερυθραίας και της Σομαλίας (!) στην Ελλάδα- Η θεωρία του Ζαχαριάδη περί δύο πόλων (19945) και η προσπάθεια του ΚΚΕ να ενταχθεί η Ελλάδα σε μια χερσαία ενότητα σλαβικών κρατών (1946-1949) - Τι γράφει ο ιστορικός Ιωάννης Κωτούλας στο βιβλίο του «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗΣ»

Το άρθρο μας την Κυριακή 29/9 για τον Στυλιανό Γονατά και την πρότασή του να ζητηθούν στο πλαίσιο των «εθνικών διεκδικήσεων» η Κυρηναϊκή και η περιοχή του Μοναστηρίου, της σημερινής, λεγόμενης, «Βόρειας Μακεδονίας» προκάλεσε αίσθηση. Υπήρχαν βέβαια και ορισμένοι αναγνώστες, οι οποίοι αμφισβήτησαν όσα γράψαμε.

Επικοινώνησε μαζί μας ο Ιστορικός και Διδάσκων Γεωπολιτική στο Εθνικό και Καποδιστριακό πανεπιστήμιο Αθηνών κύριος Ιωάννης Κωτούλας και όχι μόνο επιβεβαίωσε τα γραφόμενα μας, αλλά μας ενημέρωσε ότι υπήρχαν και άλλοι πολιτικοί και στρατιωτικοί οι οποίοι πρότειναν να διεκδικήσει η χώρα μας όχι μόνο την Κυρηναϊκή, αλλά και περιοχές της Αφρικής που αποτελούσαν εκείνη την εποχή ευρωπαϊκές αποικίες. Όλα αυτά υπάρχουν στο πολυσέλιδο βιβλίο του (904 σελίδες), «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗΣ», Εκδόσεις ΛΕΙΜΩΝ, 2021. Στο ίδιο βιβλίο εντοπίσαμε και τη στάση του Κ.Κ.Ε. απέναντι στις «εθνικές διεκδικήσεις», η οποία όπως θα δούμε, άλλαξε (καθόλου περίεργο…) μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα.

Ας ξεκινήσουμε όμως με το θέμα των «εθνικών διεκδικήσεων» και τις άγνωστες πτυχές του όπως τις παρουσιάζει ο κύριος Κωτούλας. Η ιδεολογική μετατόπιση στην εκτατική αντίληψη του ελληνικού χώρου καταγράφεται στην περίοδο της Κατοχής. Η έκδοση «Μεγάλη Ελλάς» (1941 – 1943) , έντυπο της Στρατιάς Σκλαβωμένων Νικητών (Σ.Σ.Ν.), προδρομικής μορφής της ΠΕΑΝ, προβάλλει τη νέα αντίληψη περί χώρου τον Ιανουάριο του 1943 αναφέροντας ότι «η Σ.Σ.Ν. δεν είναι δυνατόν ν’ ανεχθεί την διατήρηση των σημερινών συνόρων τα οποία πολύ απέχουν από του να παρέχουν στοιχειώδη άνεσιν ει την δημιουργίαν και αναπτυξιν των γεωγραφικών εκείνων περιθωρίων τα οποία εξασφαλίζουν «επαρκή οικονομικόν χώρον» απαραίτητου δια την ομαλήν και προοδευτικήν εξέλιξιν και ηθικών και πνευματικών δυνάμεων του ελληνικού λαού».

Συναφή κείμενα της κατοχικής περιόδου είναι τα έντυπα: «Τι προσέφερε και τι δικαιούται να ζητήσει η Ελλάς» (1943) που εκδόθηκε από την οργάνωση ΡΑΝ (Ρωμυλία– Αυλών – Νήσοι). Κατά την περίοδο μετά την Απελευθέρωση δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στην ανάδειξη της ιδιαίτερης γεωστρατηγικής σημασίας συγκεκριμένων περιοχών, οι οποίες είτε αποτελούσαν αντικείμενο εθνικών διεκδικήσεων στο πλαίσιο του εγχειρήματος μερικής ή εδαφικής ολοκλήρωσης του πολιτικού ελέγχου του ιστορικού ελληνικού χώρου είτε συνιστούσαν σημεία διακρατικών εντάσεων, που προκα- λούσαν διάφοροι, συχνά προσκείμενοι στις κυβερνήσεις των κρατών. Οι επίσημες ελληνικές εθνικές διεκδικήσεις, όπως διατυπώθηκαν από τις κυβερνήσεις των πρωθυπουργών (21 Απριλίου 1941 – 14 Απρίλιου 1944) Εμμανουήλ Τσουδερού και Γεωργίου Παπανδρέου (26 Απριλίου 1944 – 3 Ιανουαρίου) επικεντρώνονταν σε περιοχές όπως η Βόρειος Ήπειρος και τα Δωδεκάνησα και εδράζονταν σε τέσσερις βασικές αρχές, που διατυπώθηκαν από το Υπουργείο Εξωτερικών με εγκύκλιο της 23ης Μαΐου 1945 προς τις πρεσβείες:

α) Την αρχή της αυτοδιάθεσης των πληθυσμών. Αυτή αφορούσε τις περιοχές των Δωδεκανήσων, της Βορείου Ηπείρου και, δυνητικά, σε μεταγενέστερη φάση της Κύπρου.

β) Τις διάφορες συμβατικές διατάξεις ή άλλες διεθνείς αναγνωρίσεις

γ) Την αρχή της στρατιωτικής ασφάλειας, που εφαρμόστηκε στη διεκδίκηση τμήματος της βουλγαρικής επικράτειας στην Οροσειρά της Ροδόπης και

δ) Την αρχή της οικονομικής ασφάλειας


Στην Συνδιάσκεψη Ειρήνης των Παρισίων (29 Ιουλίου – 15 Οκτωβρίου 1946), η Ελλάδα επιδίωξε εκτός από τα Δωδεκάνησα, να αποκτήσει τη Βόρεια Ήπειρο και τμήμα της οροσειράς της Ροδόπης από τη Βουλγαρία. Όπως σημειώνει ο κύριος Κωτούλας,, η Κύπρος η οποία ήταν τότε βρετανική αποικία δεν αναφέρεται συχνά στη σχετική με τις «εθνικές διεκδικήσεις» βιβλιογραφία, προφανώς γιατί η προσοχή των Ελληνικών κυβερνήσεων ήταν στραμμένη, λόγω του Εμφυλίου Πολέμου και της βοήθειας που λάμβαναν από τους βόρειους γείτονές μας οι αντάρτες του Δ.Σ.Ε., προς αυτή την κατεύθυνση, προς τον βορρά δηλαδή. Ο διπλωμάτης και πολιτικός Φίλιππος Δραγούμης (1890 – 1980), αδελφός του Ίωνα Δραγούμη που διετέλεσε, μεταξύ άλλων Υφυπουργός Εξωτερικών μεταπολεμικά και εκπροσώπησε τη χώρα μας στη Συνδιάσκεψη Ειρήνης των Παρισίων στις «Σκέψεις επί των εθνικών μας ζητημάτων», Απρίλιος 1944, σε αντίθεση με άλλους πολιτικούς και στρατιωτικούς της εποχής τάσσεται κατά της άκριτης επέκτασης της εδαφικής επικράτειας της Ελλάδας, προβάλλοντας ως θεμελιώδη παράμετρο ισχύος την εθνοτική ομοιογένεια όχι την εδαφική της επέκταση.


Φίλιππος Δραγούμης

Ο Αντισυνταγματάρχης Μηχανικού ε.α. Γεώργιος Χ. Βασιλειάδης, πολιτευτής του νόμου Πέλλας υπήρξε μέλος της Κεντρικής Επιτροπής Ελληνικών Δικαίων, ενός φορέα ο οποίος προέβαλλε συστηματικά τις εθνικές εδαφικές διεκδικήσεις. Ο Βασιλειάδης έγραψε μια σειρά φυλλαδίων με τον γειτονικό τίτλο, «Το ελληνικόν πρόβλημα (ως το κατανοούν οι βόρειοι Έλληνες)», που εκδόθηκαν το 1947 – 1948, στα οποία προτείνει τη διεκδίκηση εκ μέρους της Ελλάδας μιας ευρείας ζώνης στρατηγικού βάθους στη Βαλκανική ενδοχώρα.

Όσον αφορά την Κυρηναϊκή, ο πρώτος που έθεσε το θέμα το 1941, ξεκινώντας επίσημα μια σειρά μαξιμαλιστικών διεκδικήσεων ήταν ο, τότε, πρωθυπουργός Εμμανουήλ, Τσουδερός, ο οποίος σε υπόμνημά του στον βασιλιά Γεώργιο Β’ πρότεινε, μεταξύ άλλων, το δικαίωμα μαζικής μεταπολεμικής μετανάστευσης των Ελλήνων στις ιταλικές αποικίες της Βόρειας Αφρικής. Ωστόσο ένα χρόνο αργότερα αναιρεί την προηγούμενη πρόταση του λέγοντας ότι η Ελλάδα είναι μικρή χώρα, περιορισμένου μεγέθους και δεν θα μπορούσε να ασκήσει αποτελεσματική αποικιακή πολιτική.


Εμμανουήλ Τσουδερός

Ο διπλωμάτης και πολιτικός Λέων Μακκάς (1892 – 1972) ήταν μέλος της ελληνικής αντιπροσωπείας στο Παρίσι. Πρότεινε το 1945 την επίσημη διεκδίκηση από την Ελλάδα τμήματος της Βουλγαρίας, ως αποζημίωση για τη βουλγαρική κατοχή και τις ακρότητες σε βάρος των Ελλήνων από τους Βουλγάρους. Ο Μακκάς εισηγήθηκε τη διεκδίκηση της Νότιας Ρωμυλίας που περιελάβανε τις εύφορες κοιλάδες του Άνω Νευροκοπίου και του ποταμού Άρδα και τις πεδιάδες του Πασμακλή και του Μαστακλή, περιοχές παραγωγής καπνού που αποτελούσε τότε το κύριο εξαγώγιμο προϊόν της Ελλάδας.

Ο Μακκάς πρότεινε επίσης την καθιέρωση αποικιακού κυριαρχικού ελέγχου σε συγκυριαρχία με τη Μεγάλη Βρετανία γράφοντας μεταξύ άλλων: «Η Κυρηναϊκή αποικιζομένη υπό της Ελλάδος, θα δύναται ευχερώς να απορροφήσει πολλάς χιλιάδας Ελλήνων στρατιωτικών, δημοσίων υπαλλήλων και τεχνικών».

Το Μακκά ακολούθησε ο Στυλιανός Γονατάς, στον οποί ο αναφερθήκαμε αναλυτικά την προηγούμενη εβδομάδα. Ο οικονομολόγος Αθανάσιος Σμπαρούνης (1892–1987) υψηλόβαθμο στέλεχος του Υπουργείου Οικονομικών κατά τον Μεσοπόλεμο και Υποδιοικητής της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας (1945 – 1946), στη μελέτη του «Σκέψεις τινες δια μεταπολεμικήν βιώσιμον Ελλάδα» (1945) τάχθηκε υπέρ του αγροτικού αποικισμού της Κυρηναϊκής Χερσονήσου για να λυθεί το πρόβλημα της συγκέντρωσης υπερπληθυσμού στα αστικά κέντρα της χώρας: «Η Ελλάς θα όφειλε ν’ αποβλέψει εις όσο το δυνατόν μόνιμον εγκατάστασιν αγροτών μετά τον αναλογούντα εις αυτούς αστικού πληθυσμού… εις αποικίας των συμμαχικών κρατών ή εις χώρας της βρετανικής Συμπολιτείας… Σήμερον η Ελλάς θα ήτο δικαιολογημένη να ζητήσει την προσάρτησιν της Κυρηναϊκής, όπως βοηθηθεί εν μέρει εις την λύσιν δημογραφικών προβλημάτων», έγραφε χαρακτηριστικά ο Σμπαρούνης.

Ο Φίλιππος Δραγούμης απέρριπτε τη διεκδίκηση εδαφών στη Βόρεια Αφρική, όπως και ο διπλωμάτης Αλέξης Κύρου (1901 – 1969) θεωρώντας ότι είναι εμπνευσμένη από τη λογική των ζωτικών χώρων. Ο Υποναύαρχος και διπλωμάτης Περικλής Ι. Αργυρόπουλος (1871 – 1953) επανέλαβε μεταπολεμικά τη πρόταση να εξελιχθεί η Ελλάδα σε θαλάσσια δύναμη, με τη δημιουργία ισχυρού πολεμικού στόλου και να αποκτήσει αποικίες τόσο στη Μεσόγειο Θάλασσα, όσο και στον Ινδικό Ωκεανό! Έτσι, εκτός από την Κυρηναϊκή, ο Αργυρόπουλος πρότεινε να ζητήσει η Ελλάδα και την ιταλική, ως τότε, Σομαλία, στο κέρας της Ανατολική Αφρικής! Κατά μία περίεργη σύμπτωση, την ώρα που γράφαμε αυτό το άρθρο διαβάσαμε στο protothema.gr ότι το τουρκικό ερευνητικό σκάφος Oruc Reis αναχωρεί για πετρελαϊκές έρευνες στη Σομαλία…


Περικλής Αργυρόπουλος

Τέλος, ακόμα μια μαξιμαλιστική θέση παρουσίασε ο Γεώργιος Μ. Χρυσαφίδης στη μελέτη του «Αι εθνικαί διεκδικήσεις» (1945). Ο Χρυσαφίδης πρότεινε την επίσημη διεκδίκηση εκ μέρους της Ελλάδας, όχι απλά στρατηγικού βάθους στη Βαλκανική Χερσόνησο αλλά και υπερπόντιων εδαφών της Κυρηναϊκής και της Τριπολίτιδας στη Λιβύη και της Ερυθραίας στην Ερυθρά Θάλασσα. Η Ερυθραία, που ανεξαρτητοποιήθηκε από την Αιθιοπία το 1993 (πρωτεύουσά της είναι η Ασμάρα) ήταν ιταλική αποικία από το 1889 ως το 1941. Ο Χρυσαφίδης θεωρούσε ότι με τη δημιουργία ενός υπερπόντιου αποικιακού πλέγματος θα αναιρούνταν τα γεωφυσικά μειονεκτήματα του ελλαδικού χώρου, θα εξασφαλιζόταν η οικονομική αυτάρκεια της Ελλάδας και θα «διοχετευόταν» ο πλεονάζων αγροτικός πληθυσμός.

Η θέση του Κ.Κ.Ε. για τις «εθνικές διεκδικήσεις»

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν όμως οι θέσεις του Κ.Κ.Ε. σχετικά με τις «εθνικές διεκδικήσεις». Το Κομμουνιστικό Κόμμα απέρριπτε και καταδίκαζε την αξίωση υπερπόντιων εδαφών από τη χώρα μας, αλλά και γενικότερα ήταν ιδιαίτερα επιφυλακτικό σε οποιαδήποτε χωρική επέκταση της Ελλάδας.

Συνοψίζοντας την πολιτική και τις θέσεις του Κ.Κ.Ε. για τις «εθνικές διεκδικήσεις», ο κύριος Κωτούλας σε επικοινωνία που είχαμε μαζί του, μας τόνισε ότι το Κ.Κ.Ε. παρουσίασε αρχικά τη θεωρία δύο πόλων. Ο Γ.Γ. του Κ.Κ.Ε. Νίκος Ζαχαριάδης βλέποντας ότι ως θαλάσσια χώρα η Ελλάδα ήταν εύκολο να ελεγχθεί από τους Δυτικούς, προσπάθησε να δικαιολογήσει την ουδετερότητα που διακήρυττε το κόμμα (1944-1946). Μετά το 1946 όμως και ως το 1949, το Κ.Κ.Ε. προσπάθησε να εντάξει την Ελλάδα σε μια χερσαία ενότητα σλαβικών κρατών με προπαγάνδα κατά της Δύσης και τα γνωστά επιχειρήματα για την ενότητα των βαλκανικών λαών…

Ας δούμε περισσότερες λεπτομέρειες για την αρχική θέση του Νίκου Ζαχαριάδη, για την οποία έδωσε απολογητικές εξηγήσεις (καθόλου πρωτότυπο για το Κ.Κ.Ε.…) το 1956 περί δύο πόλεων και τη μεταστροφή του Κ.Κ.Ε. προς μία σλαβόφιλη πολιτική με εδαφικές παραχωρήσεις στη Μακεδονία προς τους βόρειους γείτονές μας…


Πρωτοσέλιδο του ΝΕΟΥ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ για τη Μακεδονία

Μετά τα Δεκεμβριανά (1944) το Κ.Κ.Ε. προσπάθησε να ενισχύσει τη δημοφιλία του στον ελληνικό λαό αν και οι θέσεις του ήταν αντιφατικές, σε σχέση με τις ελληνικές διεκδικήσεις σε τμήματα του ιστορικού ελληνικού χώρου. Η 12η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του Κ.Κ.Ε., τον Ιούνιο του 1945 πρότεινε τη διεξαγωγή δημοψηφισμάτων στη Βόρειο Ήπειρο, τα Δωδεκάνησα και την Κύπρο για να αποφασίσει ο τοπικός πληθυσμός το μέλλον των περιοχών αυτών. Ουσιαστικά όμως το Κ.Κ.Ε. τασσόταν κατά της παραχώρησης της Βορείου Ηπείρου και της διορθωτικής επαναχάραξης, προς όφελος της Ελλάδας, της μεθοριακής γραμμής με τη Βουλγαρία, θέλοντας να συνεχίσει τη ζωτική, για τους δικούς του σκοπούς, στήριξη των βαλκανικών κομμουνιστικών καθεστώτων.


Ακόμα και το αίτημα για δημοψήφισμα στα, κατοικούμενα ολοκληρωτικά από Έλληνες Δωδεκάνησα, όχι μόνο ήταν αντίθετο στην επίσημη εθνική γραμμή της ένωσης των Δωδεκανήσων με την υπόλοιπη Ελλάδα, αλλά και προσέγγιζε τις μεταγενέστερες σοβιετικές επιφυλάξεις για την απόδοση των Δωδεκανήσων στη χώρα μας. Έχουμε επανειλημμένα αναφερθεί στο πώς ο Σοβιετικός ΥΠΕΞ Μολότοφ αντιδρούσε στην παραχώρηση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα και την τεράστια έκπληξη των υπολοίπων όταν ξαφνικά, ένα απόγευμα, συναίνεσε σε αυτή…

Βλέποντας το Κ.Κ.Ε. ότι δεν μπορούσε να ελεγχθεί η προσβάσιμη παράκτια Ελλάδα μετά τη βρετανική επέμβαση τον Δεκέμβριο του 1944 διατύπωσε μια θέση ουδετερότητας της Ελλάδας, μεταξύ των δυτικών θαλάσσιων δυνάμεων και των ανατολικών χερσαίων δυνάμεων. Έτσι, ο Γ.Γ. του Κ.Κ.Ε. από το 1934 ως το 1956 Νίκος Ζαχαριάδης, διαμόρφωσε το 1945 τη θεωρία των δύο πόλων με βάση την οποία η Ελλάδα ως «κρατικός δρων» θα έπρεπε να τηρεί ίσες αποστάσεις από τις δύο «υπερδυνάμεις» της εποχής: τη Μεγάλη Βρετανία και την ΕΣΣΔ (οι ΗΠΑ δεν είχαν ακόμα εμπλακεί στην ελληνική πολιτική σκηνή) και να ακολουθεί εξωτερική πολιτική που θα ισορροπεί μεταξύ των δύο νοητών πόλων ισχύος της εποχής: του βαλκανικού-ευρωπαϊκού και του μεσογειακού. Σε άρθρο του στον «Ριζοσπάστη» στις 5 Ιουνίου 1945, ο Ζαχαριάδης γράφει μεταξύ άλλων: «Η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας πρέπει να ξετυλίγεται γύρω από δύο βασικούς πόλους: το βαλκανικοευρωπαϊκό και το μεσογειακό… Εμείς στην Ευρώπη κατά πρώτο λόγο πρέπει να βρίσκουμε την αγορά όπου θα τοποθετούμε τα προϊόντα τα οποία μας περισσεύουν και όπου θ’ αγοράζουμε αυτά που μας χρειάζονται. Μα η Ελλάδα γεωγραφικά ανήκει και στη μεσογειακή θαλάσσια αρτηρία, έναν απ’ τους πιο ζωντανούς για τη βρετανική αυτοκρατορία θαλάσσιους δρόμους. Το γεγονός αυτό εμείς σήμερα, με το σημερινό συσχετισμό δυνάμεων σε ευρωπαϊκή και παγκόσμια κλίμακα ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΤΟ ΑΓΝΟΗΣΟΥΜΕ. Αν το παραγνωρίσουμε θα βρεθούμε όξω απ’ την πραγματικότητα»(τα κεφαλαία και η λέξη «όξω» είναι αυτούσια από το κείμενο του Ζαχαριάδη).


Νίκος Ζαχαριάδης

Όμως, τον Φεβρουάριο του 1956, ο Ζαχαριάδης έδωσε απολογητικές εξηγήσεις για την πολιτική των δύο πόλων κατά τη διάρκεια συναντήσεών του με την Επιτροπή των έξι Κομμουνιστικών Κομμάτων: «Υπολογίζοντας τη θέση μας στη Μεσόγειο και με την προϋπόθεση της αποχώρησης των Άγγλων απ’ την Ελλάδα και την εξασφάλιση της εθνικής μας ανεξαρτησίας η πολιτική μας έπρεπε να υπολογίζει τα αγγλικά συμφέροντα στη Μεσόγειο αλλά και να στηρίζεται στις Λαϊκές Δημοκρατίες και τη Σ(οβιετική) Ένωση».

Δεν ήταν όμως μόνο ο Ζαχαριάδης ατομικά που υποστήριζε την πολιτική των δύο πόλων. Και το ίδιο το Κ.Κ.Ε. σε απόφαση της 12ης Ολομέλειας της Κ.Ε. στις 25-27 Ιουνίου 1945 ανέφερε τα εξής: «Η Ολομέλεια διακηρύττει ότι το Κ.Κ.Ε. ορθώνεται με όλη τη δύναμή του, ενάντια στο σοβινιστικό παραλήρημα των τυχοδιωκτών της Δεξιάς που μας σπρώχνουν σε αντεθνικές καταστροφικές περιπέτειες. Η Ολομέλεια διακηρύττει ότι με τη συμπαράσταση των δύο μεγάλων φίλων μας, Αγγλίας και Ρωσίας, η ειρηνική ανάπτυξη μας εξαρτάται από την αδελφική συνεννόηση, από τη δημοκρατική συνεργασία της Ελλάδας με τις βορινές βαλκανικές χώρες. Τη σημαία της βαλκανικής κατανόησης και συνεργασίας το Κ.Κ.Ε. θα την κρατήσει ψηλά και σταθερά γιατί αυτό είναι το πραγματικό λαϊκό και εθνικό συμφέρον» (Κ.Κ.Ε., «Επίσημα Κείμενα, τόμος 6, 1945-1949, αρ. 706, Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή, 1987, σελ. 35, στις σελ. 32-39 το πλήρες κείμενο).

Ωστόσο, ένα χρόνο αργότερα, το Κ.Κ.Ε. άλλαξε στάση και ξεκίνησε την αντιδυτική προπαγάνδα («η μεγάλη φίλη μας Αγγλία» πήγε… περίπατο), με ταυτόχρονη επιχειρηματολογία υπέρ της ενότητας των βαλκανικών λαών. Μάλιστα, έφτασε στο σημείο να υιοθετήσει τις ανιστόρητες θέσεις του Φαλμεράιερ για να τεκμηριώσει την καταλυτική παρουσία των Σλάβων στον ελλαδικό χώρο σε επίπεδο γενετικών δεδομένων και ιστορικής εξέλιξης, ώστε να καταδειχθεί η εθνοτική και πολιτισμική συγγένεια Ελλήνων και Σλάβων και η δεοντολογική συμπόρευσή τους στο πλαίσιο της νέας σοσιαλιστικής δημοκρατικής και διεθνοτικής συνεργασίας (Γ. Ζέβγος, «Οι Έλληνες και οι βόρειοι γείτονες», Κομμουνιστική Επιθεώρηση 5 (5/1945), σελ. 217-222).


Τεύχος της Κομμουνιστικής Επιθεώρησης

Η αντιδυτική στροφή και η σλαβόφιλη ιδεολογική και γεωστρατηγική αναφορά κάνουν έντονη την εμφάνισή τους στα κείμενα των κομμουνιστών κατά την εποχή του Εμφυλίου.

Χαρακτηριστικό είναι το κείμενο του ηγετικού στελέχους του ΔΣΕ Βασίλη Μπαρτζιώτα «Για το σλαβικό κίνδυνο (1947) ο οποίος διατυπώνει σλαβόφιλες θέσεις και επισημαίνει ότι η ελληνική εξωτερική πολιτική αντιμετώπιζε τα κομμουνιστικά βαλκανικά κράτη ως «εχθρικούς δρώντες». Γράφει μεταξύ άλλων ο Μπαρτζιώτας, ότι οι κυβερνώντες την Ελλάδα επιδιώκουν:

α) Να ξεκόψουν την Ελλάδα από το φυσιολογικό βαλκανικό της κορμό και να την ρίξουν στον οικονομικό μαρασμό και την εξαθλίωση. Για να τη βυζαίνουν οι μεγαλοτραπεζίτες του Σίτυ και της Ουώλ Στρητ (τηρήσαμε την πρωτότυπη ορθογραφία).

β) Να δημιουργήσουν περιπέτειες στα Βαλκάνια προς όφελος του αγγλοσαξωνικού ιμπεριαλισμού. Ο «σλαβικός κίνδυνος» τελειοποιήθηκε στους τελευταίους οχτώ μήνες στη θεωρία «των έξωθεν αναμίξεων» στο εσωτερικό ελληνικό πρόβλημα σε «πόλεμο των βαλκανικών λαϊκών δημοκρατών κατά της Ελλάδος»

γ) Να ξαναζεστάνουν τα παλιά μίση στα Βαλκάνια και να καλλιεργήσουν την σλαβοφοβία μέσα στον ελληνικό λαό»

(Β. Μπαρτζώτας, «Για το σλαβικό κίνδυνο», Κομμουνιστική Επιθεώρηση 7 (7/1947), σελ. 307).

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και όσα γράφονται σε μία προπαγανδιστική μελέτη με τίτλο «Σλαβικός Κίνδυνος ή αμερικανοκρατία και εθνικός φασισμός;» (1947), ανώνυμου συγγραφέα που τυπώθηκε εκτός Ελλάδας πιθανότατα στο Μπούλκες της, τότε, Γιουγκοσλαβίας ή στο Μποροβίτσι της Βουλγαρίας. Στο κείμενο αυτό αναδεικνύεται η ενότητα των βαλκανικών πληθυσμών στα χρόνια της τουρκοκρατίας χωρίς να αναφέρεται η κοινή Ορθόδοξη χριστιανική πίστη… Μάλιστα, ο ανώνυμος συγγραφέας κατηγορεί το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως για τη στάση του!

«Και πρώτα απ’ όλα η συνεργασία αυτή ήταν κάτι το φυσικό, οργανικά προετοιμασμένο στην ψηχή (σημ.: ναι, στην ψηχή!) όλων των βαλκανικών λαών ύστερ’ από 400 χρόνια κοινή σκλαβιά κάτω απ’ τον τούρκο, κοινούς αγώνες για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού παρ’ όλα όσα έκαμε το ελληνικό Πατριαρχείο και το Φανάρι» (Εκδοτικός Ελεύθερη Ελλάδα, «Σλαβικός Κίνδυνος ή αμερικανοκρατία και εθνικός φασισμός;» (1947). Κατά τη λογική του ίδιου ανώνυμου συγγραφέα, ο σλαβικός κόσμος αποτελεί τον βασικό κορμό του παγκοσμίου κομμουνιστικού κινήματος, θέση σύμφωνη με τα γεωπολιτικά δεδομένα της εποχής που γράφτηκε το κείμενο, καθώς δεν είχε επικρατήσει ακόμα ο κομμουνισμός στην Ανατολική Ασία. «Η λαϊκή δημοκρατία που εξοντώνει τον ιμπεριαλισμό και το φασισμό -αυτή είναι ο εφιάλτης τους. Και μια που οι σλάβοι σήμερα αποτελούν το βασικό κορμό της λαϊκής δημοκρατίας και του σοσιαλισμού βάλλουν με τα πυρά εναντίον τους και ξεφωνίζουν για το «σλαβικό κίνδυνο». Σ’ αυτό εκμεταλλεύονται παλιές έχθρητες και μίση που καλλιεργούσε ο ιμπεριαλισμός, ο τυφλός εθνικισμός, ο φασισμός. Φωνάζουν «σλαβικός κίνδυνος» και μας παρουσιάζουν ως προαιώνιο φίλο την αντιδραστική Τουρκία που ετοιμάζονται να της παραδώσουν τη Θράκη και τη Ρόδο».


Η αλλαγή στάσης του Κ.Κ.Ε. πήρε νέα μορφή και σημαντική υλική και διπλωματική στήριξη από τα κομμουνιστικά κράτη του Ανατολικού Μπλοκ την περίοδο 1946-1949 με ταυτόχρονη προβολή του «μακεδονισμού» σε βάρος της κρατικής κυριαρχίας της Ελλάδας. Μετά την ήττα τους στον Εμφύλιο οι κομμουνιστές οπαδοί της χερσαίας ισχύος επιδίωξαν την ουδετεροποίηση της Ελλάδας έναντι των δύο συνασπισμών. Από τη δεκαετία του 1950 η ΕΣΣΔ στήριζε τις πολιτικές δυνάμεις της Αριστεράς, συχνά με παρεμβάσεις σε επίπεδο πολιτικής και ιδεολογικής προπαγάνδας αλλά και στην κοινοβουλευτική διαδικασία ή ακόμα και με σχέδια για τη νέα οργάνωση ένοπλων εγχειρημάτων(C. Andrew & V. Mitrokhin, « “The Sword and the Shield”: The Mitrokhin Archive and the Secret History of the KGB», New York,1999).

Πηγή του άρθρου ήταν το βιβλίο του Ιωάννη Κωτούλα «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗΣ», Εκδόσεις ΛΕΙΜΩΝ, 2021.

Ευχαριστούμε θερμά τον κύριο Κωτούλα για την πολύτιμη βοήθειά του και τις πρόσθετες πληροφορίες που μας παρείχε.

Μιχάλης Στούκας
ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ