Σελίδες

22 Οκτωβρίου 2024

Ανοίγει ο δρόμος για διώξεις κατά της τουρκικής τράπεζας Halkbank στις ΗΠΑ – Εφετείο αποφάσισε ότι δεν έχει ασυλία


Το ζήτημα επιδείνωσε τις σχέσεις της Ουάσινγκτον με την Άγκυρα, με τον πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν να κατηγορεί ευθέως την αμερικανική πλευρά

Εφετείο στις ΗΠΑ απέρριψε την Τρίτη (22/10) αίτημα της κρατικής τουρκικής τράπεζας Halkbank για ασυλία από ποινικές κατηγορίες στις ΗΠΑ για το ότι βοήθησε το Ιράν να αποφύγει τις αμερικανικές κυρώσεις κατά της Τεχεράνης.

Ειδικότερα, το 2ο Εφετείο στο Μανχάταν στην ομόφωνη απόφασή του τονίζει ότι δεν βρήκε καμία βάση στο δίκαιο για να έχει μια ξένη κρατική εταιρεία απόλυτη ασυλία από διώξεις στις ΗΠΑ για κατηγορίες περί εγκληματικής συμπεριφοράς η οποία σχετίζεται με τις εμπορικές της δραστηριότητες.

Τραπεζίτες στενά συνδεδεμένοι με τον Τούρκο πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογαν είχαν κατηγορηθεί ότι μέσω της τράπεζας ξέπλυναν μεγάλα ποσά για λογαριασμό του Ιράν.

Το εφετείο, όπως σημειώνει το Reuters, εξέταζε την υπόθεση για δεύτερη φορά, έπειτα από σχετική απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ τον Απρίλιο του 2023.

Οι Αμερικανοί εισαγγελείς απηύθυναν κατηγορίες στην Halkbank το 2019 για τη φερόμενη χρήση servicers και εικονικών εταιρειών στο Ιράν, την Τουρκία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα για την αποφυγή κυρώσεων. Η Halkbank φέρεται να βοήθησε το Ιράν να μεταφέρει κρυφά 20 δισεκατομμύρια δολάρια, μετέτρεψε τα έσοδα από το πετρέλαιο σε χρυσό και μετρητά προς όφελος ιρανικών συμφερόντων και παρουσίασε ψεύτικες αποστολές τροφίμων για να δικαιολογήσει τις μεταφορές εσόδων από το πετρέλαιο.

Η Halkbank δήλωσε αθώα για τραπεζική απάτη, ξέπλυμα χρήματος και συνωμοσία. Τα επιχειρήματα της τράπεζας επισήμαναν ότι η υπόθεση αφορούσε «διπλωματική δραστηριότητα».

Η υπόθεση έγινε αγκάθι στις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας, με τον Τούρκο πρόεδρο να αποκαλεί τις αμερικανικές κατηγορίες «παράνομο και άσχημο βήμα».

Το 2021, προσθέτει το Reuters, το εφετείο είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η Halkbank μπορούσε να διωχθεί βάσει του ομοσπονδιακού νόμου του 1976, επειδή η φερόμενη ως παραβατική συμπεριφορά της αφορούσε εμπορική δραστηριότητα που δεν καλύπτεται από τον εν λόγω νόμο.