Σελίδες

13 Φεβρουαρίου 2025

ΜΠΑΑΑ! ΚΑΘΟΛΟΥ😜😜Μαρία Καρυστιανού, μήπως το έχει παρακάνει


Πρώτα τα αυτονόητα: Η αδιανόητη απώλεια του παιδιού για μια μάνα (ή έναν πατέρα) ξεπερνά κάθε ανθρώπινη εμπειρία. Ο κόσμος καταρρέει, η φυσική τάξη πραγμάτων ανατρέπεται. Ειδικά όταν ο γονιός σκέφτεται ότι η απώλεια δεν ήταν μοιραία, αλλά μπορούσε να αποφευχθεί. Τότε το πένθος των συγγενών γίνεται θυμός, μετατρέπεται σε συλλογικό βίωμα και καταγράφεται ως πάνδημη απαίτηση για δικαιοσύνη. Και ο κόσμος βγαίνει στους δρόμους.

Αυτό συνέβη για τα Τέμπη. Δικαιούμαστε όμως να αναρωτηθούμε: Γιατί δεν συνέβη κάτι παρόμοιο σε άλλες πρόσφατες τραγωδίες, όπως ήταν το Μάτι με 104 νεκρούς; Εκεί δεν γνωρίσαμε ποτέ πραγματικά τις μάνες που έχασαν συζύγους και παιδιά. Το πένθος έμεινε προσωπική τους υπόθεση, κανείς συγγενής δεν βγήκε στον δρόμο. Ελάχιστοι παρακολούθησαν τη δίκη, που κράτησε έξι χρόνια. Ακόμη λιγότεροι γνωρίζουν ότι οι συγγενείς των θυμάτων νιώθουν αδικημένοι από τις ποινές που επιβλήθηκαν. Δεν προσκάλεσαν ωστόσο ποτέ σε συλλαλητήρια. Γιατί; Διότι η Αριστερά (επί των ημερών της οποίας έγινε η τραγωδία) έχει αποκλειστικά την τέχνη να εργαλειοποιεί και να μεγιστοποιεί τις ευθύνες των αντιπάλων της και να αποσιωπά τις δικές της. Ξέρει να καταλογίζει «εγκλήματα» μόνο στους άλλους και να αποσύρεται από τη σκηνή όταν αυτά αφορούν την ίδια. Κινητοποιεί τα πλήθη και οξύνει τα πάθη μόνο όταν έχουν το αντίπαλο πολιτικό χρώμα. Για παράδειγμα, η Δικαιοσύνη -κατά την Αριστερά- είναι αξιέπαινη όταν αθωώνει τη Ρένα Δούρου για τους νεκρούς στη Μάνδρα και ανίκανη ή διαβλητή όταν καταπιάνεται με τα Τέμπη.

Πρόκειται σαφώς για μια αφηγηματική υπεροπλία. Στην τραγωδία των Τεμπών η Αριστερά ανέδειξε τη μορφή της Μαρίας Καρυστιανού σε αρχέτυπο μητρικού πένθους. Την αγκάλιασε και τη μετέτρεψε σε σύμβολο αντίστασης, όπως έκανε με τη μητέρα του Παύλου Φύσσα. Προσωποποίησε την οργή και το πένθος. Η Μαρία Καρυστιανού έγινε σύμβολο, μετατρέποντας τον θυμό της σε ερωτήματα με πολιτική απήχηση. Έγινε η μητέρα των Τεμπών. Πρόσφατα ηγήθηκε μιας τεράστιας πανελλαδικής κινητοποίησης, που δεν δίστασε να αξιοποιήσει τη φράση της τραγωδίας «Δεν έχω οξυγόνο».

Όσο όμως οι αποκαλύψεις για τα Τέμπη περιπλέκονται και οι θεωρίες συνωμοσίας συγχέονται με τα αληθινά περιστατικά, τόσο αντιλαμβανόμαστε ότι το αίτημα για δικαιοσύνη δεν είναι ακηδεμόνευτο, έχει πολιτική κατεύθυνση. Το κίνημα των Τεμπών δεν χρεώνει στην κυβέρνηση απλώς την καθυστέρηση της δίκης. Παρεμβαίνει ανοιχτά στην πολιτική διαδικασία. Την περασμένη Τρίτη η κ. Καρυστιανού ζήτησε αλλαγή του εφέτη ανακριτή και ανήρτησε τη φωτογραφία του βορά στο Διαδίκτυο. Την Τετάρτη ζήτησε από τα κόμματα να εκκενώσουν την Ολομέλεια της Βουλής στην εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Το ίδιο βράδυ μέλη του Ρουβίκωνα έκαναν έφοδο με τρικάκια στην οικία του Κώστα Τασούλα. Κάπως έτσι οδηγούμαστε από το αίτημα για διαλεύκανση, στον πολιτικό ανταγωνισμό. Οι ακραίες φωνές παίρνουν προτεραιότητα, τα λογικά επιχειρήματα υποχωρούν και οι όποιες αποδείξεις στιγματίζονται ως «συγκάλυψη».

Αναμφίβολα, υπάρχουν πολλοί πρόθυμοι παράγοντες να πολιτικοποιήσουν κάθε πτυχή της τραγωδίας των Τεμπών και να ρίξουν λάδι στη φωτιά με συνθήματα και ρητορικές υπερβολές («δολοφόνοι», «έγκλημα», «συγκάλυψη»). Βλέπουν τη μεγάλη ευκαιρία να ανατρέψουν τις πολιτικές ισορροπίες. Ακόμη και ο κ. Τσίπρας, ξεχνώντας την τραγωδία στο Μάτι, αποφάνθηκε ότι ο ίδιος ο πρωθυπουργός ενορχήστρωσε συγκάλυψη για να διατηρηθεί στην εξουσία. Πολλοί επιθυμούν η υποψία της συγκάλυψης να εμπεδωθεί ως βεβαιότητα: «κάποιος» -κατά προτίμηση ο Μητσοτάκης προσωπικά- αλλά και συλλήβδην οι πρόεδροι της Βουλής, οι δικαστές, η κυβερνητική πλειοψηφία «συγκαλύπτουν», χωρίς αποδείξεις. Η αλήθεια δείχνει πλέον τόσο απαξιωμένη έννοια, ώστε οι φήμες δεν χρειάζονται στοιχεία πριν μεταδοθούν και εξαπλωθούν.

Πλέον τα γεγονότα ωχριούν, οι αμφιβολίες γεννούν τέρατα και κρίση εμπιστοσύνης. Ακόμη κι αν αποδειχθεί ότι η αμαξοστοιχία μετέφερε λαμαρίνες και όχι ξυλόλιο, δεν έχει σημασία. Κάτι μας κρύβουν. Κάποιον ισχυρό προστατεύουν. Για την αντιπολίτευση, σημασία έχει να μείνει ζωντανή η υποψία πως κάτι συγκαλύπτεται. Γιατί αυτή είναι η ιδανική πρώτη καύσιμη ύλη για να παραγάγει σαν πυρκαγιά το επιθυμητό πολιτικό αποτέλεσμα.

Συμπέρασμα: Φυσικά, σκύψαμε όλοι το κεφάλι στους συγγενείς των θυμάτων των Τεμπών, πριν καν το ζητήσει ο ίδιος ο πρωθυπουργός. Όμως, όταν το πένθος γίνεται εργαλείο πολιτικό, τότε δικαιολογημένα πληθαίνουν οι απορίες για τα κίνητρα και τις επιδιώξεις.

Και μια διαπίστωση: Η αφορμή (και όχι η αιτία) της τραγωδίας ήταν ένα ανθρώπινο λάθος, το οποίο κοντεύει να ξεχαστεί. Ένας ακατάλληλος σταθμάρχης αγνόησε τις διαδικασίες και έβαλε τα δύο τρένα στην ίδια γραμμή, χωρίς να το αντιληφθεί για 12 λεπτά. Όμως, ο ΟΣΕ είναι ένα εμβληματικό κρατικό απομεινάρι της πελατειακής Ελλάδας και η Αριστερά ποτέ δεν θα βάλει μαζί του. Και η κυβέρνηση; Καμία μεταρρύθμιση δεν είναι γνωστή για τον ΟΣΕ, από τα Τέμπη και μετά. Οι αρμόδιοι τηρούν σιγή ασυρμάτου για την αναδόμησή του. Η Hellenic Train, που έκοβε εισιτήρια για διαδρομές που δεν ήταν ασφαλείς, παραμένει ανέγγιχτη. Έχει, επομένως, ευθύνες η κυβέρνηση για την ενίσχυση της καχυποψίας και την τροφοδότηση των θεωριών συνωμοσίας. Στο κλίμα δυσπιστίας έβαλε το χεράκι της.

ΣΟΦΙΑ ΓΙΑΝΝΑΚΑ
iefimerida.gr