Σελίδες

19 Νοεμβρίου 2025

Τσίπρας: Η χαμένη ευκαιρία πριν από το δημοψήφισμα που αποκαλύπτει στην "Ιθάκη" - Η κρυφή διαπραγμάτευση με Ολάντ και το "μπλόκο" Σόιμπλε


Ο Αλέξης Τσίπρας αποκαλύπτει στην ''Ιθάκη'' τις άγνωστες διαπραγματεύσεις πριν από το δημοψήφισμα του 2015. Πώς η παρέμβαση Ολάντ πήγε να ανατρέψει τα πράγματα

Μια άγνωστη πτυχή της διαπραγμάτευσης του 2015, που είχε ως αφετηρία την απόφαση του Αλέξη Τσίπρα η χώρα να οδηγηθεί σε δημοψήφισμα για την πρόταση των δανειστών, εξιστορεί στο βιβλίο του «Ιθάκη» ο πρώην πρωθυπουργός. Μέσα από τη διήγηση του Αλέξη Τσίπρα φαίνεται ότι η απόφαση για το δημοψήφισμα κατ’ αρχάς βρήκε τον στόχο της, αφού τόσο η γαλλική πλευρά όσο και η Κομισιόν κινητοποιήθηκαν προκειμένου να βρεθεί μία λύση πριν στηθούν οι κάλπες στην Αθήνα, καθώς πολλοί Ευρωπαίοι είχαν αντιληφθεί ότι το αποτέλεσμα θα ήταν αρνητικό.

Μάλιστα, ο Γάλλος πρόεδρος, Φρανσουά Ολάντ, πήρε τη σχετική πρωτοβουλία και με τη βοήθεια του τότε επιτρόπου Οικονομικών της ΕΕ, Πιερ Μοσκοβισί, και επιχείρησε να κάνει αλλαγές στο κείμενο το οποίο είχε δοθεί στην ελληνική πλευρά. Ωστόσο, και πάλι ο Σόιμπλε κατάφερε και μπλόκαρε την όλη διαδικασία, αναγκάζοντας την Άνγκελα Μέρκελ να δηλώσει ότι «δεν θα υπάρξουν νέες διαπραγματεύσεις για πρόγραμμα βοήθειας προς την Ελλάδα […]».
Μέσα από αυτές τις αναφορές και τις αποκαλύψεις, ο Αλέξης Τσίπρας προφανώς επιθυμεί να αποδείξει ότι η κίνηση του δημοψηφίσματος ήταν επιτυχημένη, ανεξάρτητα από τη συνέχεια της ιστορίας.

Και φυσικά για μία ακόμα φορά αποδεικνύεται ότι ο απόλυτος κυρίαρχος του παιχνιδιού και της τύχης της χώρας μας ήταν ο Γερμανός πρώην υπουργός Οικονομικών, ο οποίος ακόμα και όταν φάνηκε μία ελπίδα φωτός αποφάσισε να δώσει το δικό του τέλος στην ιστορία.

Τσίπρας: «Ο Ολάντ ανέλαβε πρωτοβουλία - Ήταν ιδιαίτερα ανήσυχος»

Ο Αλέξης Τσίπρας αναφερόμενος σε αυτό το σημαντικό γεγονός γράφει στην «Ιθάκη»: «Το δημοψήφισμα, πάντως, άλλαξε τα δεδομένα πριν καν διεξαχθεί. Εκεί όπου οι περισσότεροι στην Ευρώπη ήταν αμετακίνητοι πίσω από το “take it or leave it”, ξαφνικά εργώδεις προσπάθειες ξεδιπλώθηκαν και κινητοποίηση καταγράφηκε ανάμεσα στους φίλους της χώρας μας στην Ευρώπη, οι οποίοι έσπευσαν προκειμένου να βρεθεί μια έντιμη συμφωνία έστω και την ύστατη στιγμή. Ο Γάλλος πρόεδρος Ολάντ ανέλαβε μια σχετική πρωτοβουλία. Τη Δευτέρα 29 Ιουνίου ο τότε υπουργός Οικονομίας της Γαλλίας, Εμανουέλ Μακρόν, επικοινώνησε με τον Βαρουφάκη. Και την επομένη ο ίδιος ο Γάλλος πρόεδρος ζήτησε να μιλήσει μαζί μου. Ήταν ιδιαίτερα ανήσυχος και προσπαθούσε να εξετάσει αν υπήρχαν περιθώρια να εξευρεθεί μια λύση πριν από τη διεξαγωγή του δημοψηφίσματος. Τον διαβεβαίωσα για άλλη μια φορά πως για μένα το δημοψήφισμα δεν είχε σκοπό την οριστική ρήξη, αλλά ήταν συνέχεια της διαπραγμάτευσης με άλλους όρους. Και του είπα πως θεωρούσα χρήσιμη τη διαμεσολαβητική πρωτοβουλία ως βάση συζήτησης για την επόμενη μέρα, ανεξαρτήτως αποτελέσματος την Κυριακή.

Ο Ολάντ αντιλαμβανόταν πως εκείνη τη στιγμή οι εξελίξεις έτρεχαν και τα περιθώρια κινήσεών του ήταν περιορισμένα. Επιπλέον, δεν ήθελε να φανεί πως εργαζόταν πίσω από την πλάτη άλλων κρατών και κυρίως των Γερμανών. Γι’ αυτό εξάλλου μου ζήτησε επιτακτικά να μη διαρρεύσει τίποτα από αυτές τις συζητήσεις.

Η πρωτοβουλία Ολάντ βοηθούσε ώστε να σπάσει το μέτωπο που είχαμε απέναντί μας. Γενικότερα, οποιαδήποτε πρωτοβουλία έδειχνε ένα μέρος της ευρωπαϊκής οικογένειας να τοποθετείται θετικά, έστω και με δισταγμούς, στην προσπάθεια εξεύρεσης διεξόδου και ακύρωνε το αφήγημα των σκληρών, που ήθελαν και να μας πετάξουν εκτός και να μας φορτώσουν την ευθύνη, ήταν καλοδεχούμενη εκ μέρους μου. Δημιουργούσε τη βάση εκκίνησης της επόμενης ημέρας».

Ο ρόλος του Μοσκοβισί

«Οι διαβουλεύσεις εκείνων των δύο 24ώρων μεταξύ της γαλλικής πλευράς, της ελληνικής και της Κομισιόν, στις οποίες κεντρικό ρόλο είχε αναλάβει ο Πιερ Μοσκοβισί, επίτροπος Οικονομικών της ΕΕ και στενός συνεργάτης του Γάλλου προέδρου, είχαν ως αποτέλεσμα, τελικά, να διαμορφωθεί μία νέα πρόταση, που είχε ως βάση συζήτησης την επικαιροποιημένη πρόταση Γιούνκερ με τέσσερις αλλαγές. Έτσι διαμορφωνόταν ένα τελικό κείμενο που είχε σημαντικές διαφορές από το αρχικό, αυτό, δηλαδή, που θέταμε στην κρίση του ελληνικού λαού επιδιώκοντας να απορριφθεί. Το κυριότερο, δε, ήταν ότι η πρόταση εμπεριείχε με σαφήνεια τη θέση μας για την κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών της χώρας την επόμενη διετία, καθώς και τη δέσμευση για την αναδιάρθρωση του χρέους. Επιτέλους!

Επιτέλους, ναι, γιατί το καίριο για μένα ήταν η προοπτική διεξόδου. Δηλαδή το όποιο κείμενο συμφωνίας να συνοδεύεται από ρητή δέσμευση για αναδιάρθρωση του χρέους, ώστε αυτό να καταστεί πραγματικά βιώσιμο, και από επαρκή χρηματοδότηση για τις ανάγκες της ελληνικής οικονομίας.
Αξιοποιώντας τα νέα δεδομένα, αργά το βράδυ της 30ής Ιουνίου, την ημέρα όπου έληγε και τυπικά το προηγούμενο πρόγραμμα, έδωσα εντολή να καταθέσουμε επισήμως αίτημα προς τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας για νέο διετές πρόγραμμα βοήθειας, συνοδευόμενο από αναδιάρθρωση χρέους.

Ήταν ένα ξεκάθαρο μήνυμα προς τους ευρωπαϊκούς θεσμούς πως εννοούσαμε κάθε λέξη από όσα λέγαμε όλο αυτόν τον καιρό. Επιδιώκαμε έναν προωθητικό συμβιβασμό, που θα έδινε προοπτικές στην ελληνική οικονομία και θα κρατούσε όρθια την ελληνική κοινωνία.

Στην επιστολή του μάλιστα προς τον ΕΜΣ, ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, που την υπέγραφε, τόνιζε πως “η Ελλάδα δεσμεύεται να παρουσιάσει λεπτομερή πρόταση μεταρρυθμίσεων για να επιτευχθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι της χώρας, να διασφαλιστεί η χρηματοπιστωτική σταθερότητα και η βιωσιμότητα του χρέους”.

Όπως ανέμενα, ωστόσο, και εκείνη η πρωτοβουλία Ολάντ έπεσε στο κενό. Ο Γάλλος πρόεδρος ήταν ο συνοδηγός στην ευρωπαϊκή κούρσα. Οδηγός ήταν η Μέρκελ, έχοντας στο πίσω κάθισμα να την επιτηρεί και να την περιορίζει στους ελιγμούς τον Σόιμπλε.

Έτσι, λίγες ώρες αφότου ο Ρέγκλινγκ έλαβε την επιστολή Τσακαλώτου, η Άνγκελα Μέρκελ δήλωσε δημόσια ότι δεν θα υπάρξουν νέες διαπραγματεύσεις για πρόγραμμα βοήθειας προς την Ελλάδα πριν από το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου. Το ίδιο ακριβώς είχε πει και σε μένα το ίδιο πρωί, όταν σε τηλεφωνική μας επικοινωνία την ενημέρωσα για την επίσημη πρότασή μας προς τον EMS. Λίγο αργότερα, το Eurogroup συνεδρίασε εκτάκτως μέσω τηλεδιάσκεψης για να εξετάσει το ελληνικό αίτημα. Παρόλο που οι Γάλλοι και μια σειρά από χώρες συντάχθηκαν με την πρότασή μας, τελικά αποφάσισε ό,τι περίπου η Γερμανίδα καγκελάριος είχε δηλώσει δημόσια λίγες ώρες νωρίτερα. Δηλαδή να αναβληθεί οποιαδήποτε απόφαση μέχρι τη διεξαγωγή του ελληνικού δημοψηφίσματος.

Ωστόσο, ουδέν κακόν αμιγές καλού. Γιατί όλες αυτές οι πυρετώδεις διεργασίες προετοίμασαν τη βάση επανεκκίνησης της διαπραγμάτευσης την επόμενη ημέρα υπό καλύτερους όρους. Με την προϋπόθεση, βεβαίως, ότι θα κερδίζαμε το δημοψήφισμα. Κάτι που δεν ήταν καθόλου σίγουρο εκείνες τις ώρες. Με δυο λόγια, και μόνο η αναγγελία του δημοψηφίσματος λειτούργησε ως καταλύτης για νέες, καλύτερες συνθήκες στη διαδικασία της διαπραγμάτευσης».

Ελενη Καλογεροπουλου
ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ