Σελίδες

19 Δεκεμβρίου 2025

Παρεμβάσεις δικαστικών για την επίθεση της Ζ. Κω/λου στη σύζυγο του Άκη Σκέρτσου -«Αδιανόητη στοχοποίηση»


Θέση απέναντι στις επιθέσεις που δέχονται μέλη του δικαστικού σώματος με φόντο την πολιτική αντιπαράθεση η Ένωση Δικαστικών Λειτουργών Συμβουλίου της Επικρατείας και η Ένωση Διοικητικών Δικαστών.

Αφορμή για τις ανακοινώσεις αποτελεί η στοχοποίηση της συζύγου του Άκη Σκέρτσου από την Ζωή Κωνσταντοπούλου, η οποία εκτόξευσε καταγγελίες κατά οικογενειών, συζύγων και γονέων.

Η ανακοίνωση της Ένωσης Διοικητικών Δικαστών

Η Ένωση Διοικητικών Δικαστών εκφράζει την αντίθεσή της στις ολοένα συχνότερες προσωπικές επιθέσεις σε βάρος δικαστικών λειτουργών. Τέτοιες πρακτικές αποσκοπούν στην απονομιμοποίηση της δικαστικής λειτουργίας, στην απαξίωση του δικαιοδοτικού έργου και στην εμπλοκή της Δικαιοσύνης σε πολιτικές αντιπαραθέσεις.

Υπογραμμίζουμε ως αυτονόητο το δικαίωμα άσκησης κριτικής στις δικαστικές αποφάσεις, το οποίο εξυπηρετεί την υπεράσπιση του δικαιώματος δικαστικής προστασίας του λαού, στο όνομα του οποίου οι αποφάσεις αυτές εκδίδονται. Το δικαίωμα αυτό, ωστόσο, διακρίνεται σαφώς από την εκτόξευση άκριτων, γενικόλογων και αστήρικτων αιτιάσεων σε βάρος δικαστικών λειτουργών, με οποιαδήποτε αφορμή, όπως τη δικαιοδοτική τους κρίση, ενδεικτικά σε ζητήματα αποφυλάκισης ή μη ποινικά κρατουμένων, με στόχο την πολιτική εκμετάλλευση και την επίκληση του θυμικού της κοινής γνώμης. Είναι δε αδιανόητο δικαστής να πλήττεται για το ότι τυγχάνει να είναι σύζυγος ή συγγενής πολιτικού προσώπου και μόνον εξ αυτού του λόγου να υπονοείται η εξάρτηση της υπηρεσιακής του κατάστασης από την πολιτική εξουσία.

Η Ένωση Διοικητικών Δικαστών έχει λάβει επίσημα θέση ενάντια σε ρυθμίσεις και πρακτικές που δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για τον εναγκαλισμό εκτελεστικής και δικαστικής εξουσίας, όπως ζητήματα που αφορούν τον τρόπο επιλογής της ηγεσίας της Δικαιοσύνης, καθώς και την ανάληψη θέσεων σε επιτροπές ή ανεξάρτητες αρχές από αφυπηρετήσαντες δικαστικούς λειτουργούς χωρίς την τήρηση εύλογου χρονικού διαστήματος αποχής. Η δικαστική μας ανεξαρτησία είναι εχέγγυο για την απονομή ουσιαστικής δικαιοσύνης και τη διαφύλαξη του δικαιώματος δικαστικής προστασίας του λαού και σε αυτή τη βάση, θα παραμείνουμε αταλάντευτοι στην υπεράσπισή της.

Η Ενώση Δικαστικών Λειτουργών του Συμβουλίου της Επικρατείας

Με αφορμή αναφορές σε εν ενεργεία δικαστική λειτουργό της Διοικητικής Δικαιοσύνης, περί δήθεν «ειδικής μεταχείρισής» της κατά τις τακτικές κρίσεις που διενεργεί το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο Διοικητικής Δικαιοσύνης, πρέπει να επισημάνουμε τα εξής:

Οι προαγωγές των δικαστικών λειτουργών της Διοικητικής Δικαιοσύνης αποφασίζονται κατά το άρθρο 90 του Συντάγματος από το Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο Διοικητικής Δικαιοσύνης (ΑΔΣΔΔ), το οποίο συγκροτείται για ενιαύσια θητεία με κλήρωση και αποτελείται αποκλειστικά από δικαστικούς λειτουργούς. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Ελλάδα είναι μία από τις ελάχιστες ευρωπαϊκές χώρες, στις οποίες το οικείο Ανώτατο Δικαστικό Συμβούλιο συγκροτείται αποκλειστικώς από δικαστές, χωρίς τη συμμετοχή εκπροσώπων των άλλων λειτουργιών και φορέων, στοιχείο αποφασιστικό για την εξασφάλιση της ανεξαρτησίας της Δικαιοσύνης και του Κράτους Δικαίου. Κατά την κρίση του για την προαγωγή ή μη δικαστικού λειτουργού, το ΑΔΣΔΔ αξιολογεί τη συνολική υπηρεσιακή απόδοσή του, λαμβάνοντας υπόψη όλα τα κριτήρια που θέτει ο νόμος, και μόνον αυτά, χωρίς επιρροή από εξωθεσμικούς παράγοντες. Στα κριτήρια δε αυτά περιλαμβάνεται και η ποσοτική απόδοση και, συναφώς, τυχόν εκκρεμότητα και καθυστέρηση στη δημοσίευση αποφάσεων.

Με την 21/2023 απόφαση του ΑΔΣΔΔ η εν λόγω δικαστική λειτουργός προήχθη ομοφώνως στον επόμενο βαθμό, με βάση αποκλειστικά τα στοιχεία του ατομικού φακέλου της, ως προκύπτει από την σχετική εμπεριστατωμένη κρίση του ΑΔΣΔΔ.

Εν κατακλείδι, το ΑΔΣΔΔ κατ’ ενάσκηση της συνταγματικής του αρμοδιότητας, εξετάζει όλες τις προαγωγές των δικαστικών λειτουργών αντικειμενικά και αμερόληπτα, όπως συνέβη και με την έκδοση της προαναφερθείσας 21/2023 απόφασής του, οι δε σχετικές αναφορές χαρακτηρίζονται τουλάχιστον ατυχείς και πλήττουν ευθέως το κύρος της ελληνικής Δικαιοσύνης στο βωμό της πολιτικής αντιπαράθεσης.