22 Ιουνίου 2010

Αφήνουν αβοήθητους όσους καταστράφηκαν τον Δεκέμβριο του 2008!

Παρακάτω παραθέτω τη συνέντευξη από το ΒΗΜΑ της Κυριακής, ενός ιδιοκτήτη καταστήματος στην Κολοκοτρώνη, στο κέντρο της Αθήνας, που βάζει λουκέτο σε λίγες μέρες. Το κυριώτερο που αποκαλύπτεται είναι ότι, με την αλλαγή της κυβέρνησης, η νέα σοσιαλΗστική κυβέρνηση, αρνήθηκε να αποζημιώσει όσους τότε έχασαν τις περιουσίες τους για να ξεκαβλώσουν μερικά 15χρονα και να παίξουν το παιχνίδι τους οι πράκτορες.

Τελικά η μόνη προεκλογική υπόσχεση του ΠΑΣΟΚ που πραγματοποιείται, είναι το σύνθημα "Πάμε να αλλάξουμε τη χώρα". Και την αλλάζουν. Βάζοντας το θύμα σε χειρότερη θέση από τους θύτες. Τιμωρώντας αστυνομικούς και απελευθερώνοντας κακοποιούς. Συλλαμβάνοντας δημοσιογράφους και απελευθερώνοντας κουκουλοφόρους. Δοξάστε τους!

"Εκλεισα το μαγαζί μου..."
Τριάντα χρόνια έμποροι και βάζουν λουκέτο στο τέλος Ιουλίου γιατί απλώς... δεν βγαίνουν
ΜΑΡΙΝΙΚΗ ΑΛΕΒΙΖΟΠΟΥΛΟΥ | Κυριακή 20 Ιουνίου 2010


ΓΕΝΝΑ Η ΚΡΙΣΗ ΕΥΚΑΙΡΙΕΣ; Για τους καταναλωτές, ναι, απαντούν έμποροι και επιχειρηματίες της αγοράς, οι οποίοι προκειμένου να προσελκύσουν πελατεία προχωρούν σε εντυπωσιακές προσφορές και δώρα. Ταξίδια για σύντομες διακοπές, προσφορές προϊόντων ακόμη και... ανταλλαγή των καλοκαιρινών- χρησιμοποιημένων- ρούχων με χειμωνιάτικα τον προσεχή Σεπτέμβριο περιλαμβάνονται στις... ιδέες που σκαρφίζονται οι έμποροι για να γεμίσουν, όσο γίνεται, τα ταμεία τους. Ο στόχος αύξησης του τζίρου τους είναι άλλωστε θέμα «ζωής ή θανάτου» για τις επιχειρήσεις τους: τα «λουκέτα» φαντάζουν απειλητικά στον ορίζοντα και ως μόνες λύσεις προβάλλουν η μείωση τιμών και οι προσφορές κάθε είδους. Η κρίση δεν φαίνεται να επηρεάζει τα μεγάλα εμπορικά κέντρα και τα είδη πολυτελείας, ωστόσο τα μικρότερα μαγαζιά «στενάζουν». Υπάρχουν όμως και εκείνοι που δεν τα καταφέρνουν ή απλώς αποφασίζουν ότι δεν αξίζει τον κόπο να τρέχουν πίσω από τις καθημερινές αναποδιές και αποφασίζουν να κατεβάσουν τα ρολά στο κατάστημά τους. Ερευνες αποδεικνύουν ότι οι έλληνες καταναλωτές προσαρμόστηκαν στην κρίση, αλλάζοντας τις καθημερινές συνήθειές τους, μένοντας περισσότερο σπίτι και προτιμώντας να ξοδεύουν μετρημένα για την οικιακή ψυχαγωγία τους, ενώ ο πληθωρισμός, μετά και την επικείμενη αύξηση των συντελεστών του ΦΠΑ από την 1η Ιουλίου, αναμένεται να ξεπεράσει το 6%. Η έρευνα του «Βήματος» καταγράφει την κατάσταση στην αγορά στον καιρό της μεγάλης κρίσης.

Κατηφορίζοντας στην οδό Κολοκοτρώνη η περιλάλητη κρίση μοιάζει εφιαλτικά να ζωντανεύει. Στον αριθμό 34 η μεγάλη βιτρίνα του καταστήματος με δερμάτινα είδη, τσάντες, γραβάτες, φουλάρια και ζώνες βάζει λουκέτο. Οριστικό και αμετάκλητο. Το deadline ορίστηκε για το τέλος Ιουλίου. Οι προσφορές αγγίζουν το όριο του ξεπουλήματος. Παρ΄ ότι είναι Πέμπτη απόγευμα, παραμένει κλειστό.

Πάνω στην ώρα καταφτάνουν οι ιδιοκτήτες του, τα δύο αδέλφια κκ. Βασίλης και Στάθης Παπαδόπουλος . Αν και στην ουσία χρεοκοπούν, έχουν διάθεση να μιλήσουν. «Εμείς δεν αντέξαμε άλλο. Ισως όμως μιλώντας δημοσίως να ενεργοποιηθούν αυτοί που οφείλουν και να σωθούν κάποιοι άλλοι έμποροι. Τι να πω;» διερωτάται ο Βασίλης και ξεκινά να απαριθμεί αναποδιές. «Το κατάστημά μας ήταν μια από τις 100 επιχειρήσεις του κέντρου που καταστράφηκαν ολοσχερώς τον Δεκέμβριο του 2008» λέει βγάζοντας από το συρτάρι τις φωτογραφίες εκείνων των ημερών. «Ευτυχώς το είχαμε ασφαλισμένο και πήραμε και τις πρώτες 10.000

ευρώ που έδωσαν τότε. Ξεκινήσαμε αμέσως την ανακατασκευή του για να προλάβουμε τα Χριστούγεννα. Απέξω ήταν αστυνομικοί με φυσούνες και δακρυγόνα και εμείς μέσα σκουπίζαμε και βάφαμε. Ρίξαμε απίστευτη προσωπική δουλειά και εμείς και τα κορίτσια- οι πωλήτριες. Οι εργασίες έφτασαν τις 80.000 με 100.000 ευρώ. Επί πέντε ολόκληρους μήνες μαζεύαμε χαρτιά από την Πυροσβεστική,την Αστυνομία και από κάθε δημόσια υπηρεσία για να αποζημιωθούμε. Και ενώ εγκρίθηκε η αποζημίωση ήρθαν οι εκλογές και η νέα κυβέρνηση μας έστειλε μια επιστολή στην οποία αναφέρεται ότι δεν πρόκειται να πάρουμε δεκάρα» εξηγεί ο 58χρονος σήμερα Βασίλης Παπαδόπουλος. «Ηταν το μεγαλύτερό μας λάθος» παραδέχεται εκ των υστέρων ο αδελφός του Στάθης και συνεχίζει: «Ποιος όμως μπορεί να προβλέψει την αγορά; Και πώς μπορούσαμε να προβλέψουμε αυτή την ασυνέπεια του κράτους;».

Την αναποδιά εκείνη επέτεινε η κρίση. Μόνο για ενοίκιο πληρώνουν 2.700 ευρώ. «Ζητήσαμε από τον ιδιοκτήτη να μας το χαμηλώσει. Δεν πιστεύω σε τέτοιους νόμους και δεν ζητώ τη δημιουργία τους. Πιστεύω ότι ενοικιαστής και ιδιοκτήτης πρέπει να συνεργάζονται. Είμαι και εγώ ιδιοκτήτης κάποιων ακινήτων και κατέβασα το ενοίκιο. Ο δικός μας δεν το δέχεται».

Αναποδιών συνέχεια: « Υστερα έρχονται τα μέτρα. Τον ΦΠΑ θα τον φτάσουν στο 25%. Πώς μπορώ εγώ να κάνω συνέταιρό μου το κράτος κατά 25% σε ένα προϊόν που το πουλάω 100 ευρώ;Ενα κράτος που δεν με προστατεύει από τον περιπτερά στο Μοναστηράκι που έφτασε να έχει προς πώληση περισσότερες ζώνες από αυτές που έχω εγώ.Ενα κράτος που δεν με προστατεύει από το κινεζικό προϊόν που κατέκλυσε την αγορά. Πώς; Μα με ενημέρωση των καταναλωτών. Γνωρίζει η γυναίκα που θα αγοράσει προς 10 ευρώ ένα παπούτσι ότι τα λεφτά που γλιτώνει θα τα φάει σε ορθοπαιδικούς και δερματολόγους; Πώς γνωρίζουμε τις βλαβερές ουσίες “Ε” των φαγητών;Κάποιες τις καταναλώνουμε, αλλά γενικώς φροντίζουμε να τις αποφεύγουμε.Και σας ρωτώ:Εχω συμπληρώσει 30 χρόνια έμπορος για να φτάσω στο σημείο να σφραγίσω το μαγαζί μου έτσι απλά;Απόρησαν όλοι στα γύρω καταστήματα μόλις είδαν τις ταμπέλες. “Μακαλά, εσύ; ” ρωτούσαν» διηγείται ασταμάτητος ο Βασίλης που δυστυχώς δεν βλέπει φως στην άκρη του τούνελ. «Ερχεται καμιά φορά ένας μεγάλος σε ηλικία κύριος και συζητάμε. Εζησε την Κατοχή, έζησε πολέμους. Ξέρετε τι λέει; “Βρε παιδιά αυτή την κατάσταση ούτε σε πόλεμο δεν τη ζήσαμε. Τότε λέγαμε... υπομονή.Σε έξι μήνες θα τελειώσει ο πόλεμος.Σε ένα χρόνο θα τελειώσει ο πόλεμος... Τώρα τι να πούμε;Ποιος ξέρει πότε θα τελειώσει αυτή η κατρακύλα;”»...

Οι υπάλληλοι χαμογελούν παρά την ανεργία...

Προσφορές υπό τον φόβο του «λουκέτου» Η επιχείρηση χρεοκοπεί και ετοιμάζεται να βάλει λουκέτο.Οι δύο εργαζόμενες όμως,παρ΄ ότι γνωρίζουν πως βαδίζουν προς την ανεργία σε έναν μήνα από σήμερα,παραμένουν χαμογελαστές και φιλόξενες.«Το χαμόγελό σας έρχεται σε πλήρη αντιδιαστολή με τις επιγραφές που δηλώνουν ότι χάνετε τη δουλειά σας.Είναι αλήθεια ότι κλείνετε ή είναι τρυκ για να προσελκύσετε κόσμο;» παρατηρούμε.«Ολοι το ίδιο ρωτούν.Δεν καταλαβαίνω όμως το γιατί.Το δηλώνουμε δυστυχώς κατηγορηματικά.Κλείνουμε στο τέλος του Ιουλίου.

Αλλά και τι να κάνουμε;» ρωτά με τη σειρά της η 33χρονη κυρία Μαρία Ζέρβα.«Η Εφη»,συνεχίζει δείχνοντας τη 45χρονη συνάδελφό της,«δεν έκανε άλλη δουλειά επί έναν ολόκληρο μήνα παρά να με παρακινεί.“Γιατί είσαι συννεφιασμένη; Εχω έναν μήνα να σε δω να χαμογελάς.

Δεν θα χαθούμε.Θα τη βρούμε την άκρη”. Θέλω να πιστεύω ότι έχει δίκιο.Πιστεύω στις δυνάμεις μου.Θα τα καταφέρω.Θα βρω μια δουλειά» λέει.

Η κυρία Εφη Χριστοδούλου πάλι προσπαθεί με τον δικό της τρόπο να εξηγήσει τη στάση τους.

«Το μαγαζί αυτό υπάρχει 16 ολόκληρα χρόνια.Είμαστε πια σαν οικογένεια.Το ήξερα ότι θα κλείσει.Το καταλάβαινα και μάλιστα η ίδια είχα ζητήσει να με διώξουν.Δεν ένιωθα καλά να με πληρώνουν γνωρίζοντας ότι δεν πάτησε άνθρωπος όλη μέρα».

ΠΗΓΗ: http://www.tovima.gr/default.asp?pid=46&ct=32&artId=306436&dt=20/06/2010