Και άλλες θέσεις πολιτικών και επιστημόνων εν όψει των «εθνικών διεκδικήσεων» - Η επαλήθευση όσων γράψαμε για τον Στυλιανό Γονατά και οι ακραίες θέσεις για απόδοση της Ερυθραίας και της Σομαλίας (!) στην Ελλάδα- Η θεωρία του Ζαχαριάδη περί δύο πόλων (19945) και η προσπάθεια του ΚΚΕ να ενταχθεί η Ελλάδα σε μια χερσαία ενότητα σλαβικών κρατών (1946-1949) - Τι γράφει ο ιστορικός Ιωάννης Κωτούλας στο βιβλίο του «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗΣ»
Το άρθρο μας την Κυριακή 29/9 για τον Στυλιανό Γονατά και την πρότασή του να ζητηθούν στο πλαίσιο των «εθνικών διεκδικήσεων» η Κυρηναϊκή και η περιοχή του Μοναστηρίου, της σημερινής, λεγόμενης, «Βόρειας Μακεδονίας» προκάλεσε αίσθηση. Υπήρχαν βέβαια και ορισμένοι αναγνώστες, οι οποίοι αμφισβήτησαν όσα γράψαμε.
Επικοινώνησε μαζί μας ο Ιστορικός και Διδάσκων Γεωπολιτική στο Εθνικό και Καποδιστριακό πανεπιστήμιο Αθηνών κύριος Ιωάννης Κωτούλας και όχι μόνο επιβεβαίωσε τα γραφόμενα μας, αλλά μας ενημέρωσε ότι υπήρχαν και άλλοι πολιτικοί και στρατιωτικοί οι οποίοι πρότειναν να διεκδικήσει η χώρα μας όχι μόνο την Κυρηναϊκή, αλλά και περιοχές της Αφρικής που αποτελούσαν εκείνη την εποχή ευρωπαϊκές αποικίες. Όλα αυτά υπάρχουν στο πολυσέλιδο βιβλίο του (904 σελίδες), «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗΣ», Εκδόσεις ΛΕΙΜΩΝ, 2021. Στο ίδιο βιβλίο εντοπίσαμε και τη στάση του Κ.Κ.Ε. απέναντι στις «εθνικές διεκδικήσεις», η οποία όπως θα δούμε, άλλαξε (καθόλου περίεργο…) μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα.
Ας ξεκινήσουμε όμως με το θέμα των «εθνικών διεκδικήσεων» και τις άγνωστες πτυχές του όπως τις παρουσιάζει ο κύριος Κωτούλας. Η ιδεολογική μετατόπιση στην εκτατική αντίληψη του ελληνικού χώρου καταγράφεται στην περίοδο της Κατοχής. Η έκδοση «Μεγάλη Ελλάς» (1941 – 1943) , έντυπο της Στρατιάς Σκλαβωμένων Νικητών (Σ.Σ.Ν.), προδρομικής μορφής της ΠΕΑΝ, προβάλλει τη νέα αντίληψη περί χώρου τον Ιανουάριο του 1943 αναφέροντας ότι «η Σ.Σ.Ν. δεν είναι δυνατόν ν’ ανεχθεί την διατήρηση των σημερινών συνόρων τα οποία πολύ απέχουν από του να παρέχουν στοιχειώδη άνεσιν ει την δημιουργίαν και αναπτυξιν των γεωγραφικών εκείνων περιθωρίων τα οποία εξασφαλίζουν «επαρκή οικονομικόν χώρον» απαραίτητου δια την ομαλήν και προοδευτικήν εξέλιξιν και ηθικών και πνευματικών δυνάμεων του ελληνικού λαού».
Συναφή κείμενα της κατοχικής περιόδου είναι τα έντυπα: «Τι προσέφερε και τι δικαιούται να ζητήσει η Ελλάς» (1943) που εκδόθηκε από την οργάνωση ΡΑΝ (Ρωμυλία– Αυλών – Νήσοι). Κατά την περίοδο μετά την Απελευθέρωση δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στην ανάδειξη της ιδιαίτερης γεωστρατηγικής σημασίας συγκεκριμένων περιοχών, οι οποίες είτε αποτελούσαν αντικείμενο εθνικών διεκδικήσεων στο πλαίσιο του εγχειρήματος μερικής ή εδαφικής ολοκλήρωσης του πολιτικού ελέγχου του ιστορικού ελληνικού χώρου είτε συνιστούσαν σημεία διακρατικών εντάσεων, που προκα- λούσαν διάφοροι, συχνά προσκείμενοι στις κυβερνήσεις των κρατών. Οι επίσημες ελληνικές εθνικές διεκδικήσεις, όπως διατυπώθηκαν από τις κυβερνήσεις των πρωθυπουργών (21 Απριλίου 1941 – 14 Απρίλιου 1944) Εμμανουήλ Τσουδερού και Γεωργίου Παπανδρέου (26 Απριλίου 1944 – 3 Ιανουαρίου) επικεντρώνονταν σε περιοχές όπως η Βόρειος Ήπειρος και τα Δωδεκάνησα και εδράζονταν σε τέσσερις βασικές αρχές, που διατυπώθηκαν από το Υπουργείο Εξωτερικών με εγκύκλιο της 23ης Μαΐου 1945 προς τις πρεσβείες:
α) Την αρχή της αυτοδιάθεσης των πληθυσμών. Αυτή αφορούσε τις περιοχές των Δωδεκανήσων, της Βορείου Ηπείρου και, δυνητικά, σε μεταγενέστερη φάση της Κύπρου.
β) Τις διάφορες συμβατικές διατάξεις ή άλλες διεθνείς αναγνωρίσεις
γ) Την αρχή της στρατιωτικής ασφάλειας, που εφαρμόστηκε στη διεκδίκηση τμήματος της βουλγαρικής επικράτειας στην Οροσειρά της Ροδόπης και
δ) Την αρχή της οικονομικής ασφάλειας
Όσον αφορά την Κυρηναϊκή, ο πρώτος που έθεσε το θέμα το 1941, ξεκινώντας επίσημα μια σειρά μαξιμαλιστικών διεκδικήσεων ήταν ο, τότε, πρωθυπουργός Εμμανουήλ, Τσουδερός, ο οποίος σε υπόμνημά του στον βασιλιά Γεώργιο Β’ πρότεινε, μεταξύ άλλων, το δικαίωμα μαζικής μεταπολεμικής μετανάστευσης των Ελλήνων στις ιταλικές αποικίες της Βόρειας Αφρικής. Ωστόσο ένα χρόνο αργότερα αναιρεί την προηγούμενη πρόταση του λέγοντας ότι η Ελλάδα είναι μικρή χώρα, περιορισμένου μεγέθους και δεν θα μπορούσε να ασκήσει αποτελεσματική αποικιακή πολιτική.
Ο Μακκάς πρότεινε επίσης την καθιέρωση αποικιακού κυριαρχικού ελέγχου σε συγκυριαρχία με τη Μεγάλη Βρετανία γράφοντας μεταξύ άλλων: «Η Κυρηναϊκή αποικιζομένη υπό της Ελλάδος, θα δύναται ευχερώς να απορροφήσει πολλάς χιλιάδας Ελλήνων στρατιωτικών, δημοσίων υπαλλήλων και τεχνικών».
Το Μακκά ακολούθησε ο Στυλιανός Γονατάς, στον οποί ο αναφερθήκαμε αναλυτικά την προηγούμενη εβδομάδα. Ο οικονομολόγος Αθανάσιος Σμπαρούνης (1892–1987) υψηλόβαθμο στέλεχος του Υπουργείου Οικονομικών κατά τον Μεσοπόλεμο και Υποδιοικητής της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας (1945 – 1946), στη μελέτη του «Σκέψεις τινες δια μεταπολεμικήν βιώσιμον Ελλάδα» (1945) τάχθηκε υπέρ του αγροτικού αποικισμού της Κυρηναϊκής Χερσονήσου για να λυθεί το πρόβλημα της συγκέντρωσης υπερπληθυσμού στα αστικά κέντρα της χώρας: «Η Ελλάς θα όφειλε ν’ αποβλέψει εις όσο το δυνατόν μόνιμον εγκατάστασιν αγροτών μετά τον αναλογούντα εις αυτούς αστικού πληθυσμού… εις αποικίας των συμμαχικών κρατών ή εις χώρας της βρετανικής Συμπολιτείας… Σήμερον η Ελλάς θα ήτο δικαιολογημένη να ζητήσει την προσάρτησιν της Κυρηναϊκής, όπως βοηθηθεί εν μέρει εις την λύσιν δημογραφικών προβλημάτων», έγραφε χαρακτηριστικά ο Σμπαρούνης.
Ο Φίλιππος Δραγούμης απέρριπτε τη διεκδίκηση εδαφών στη Βόρεια Αφρική, όπως και ο διπλωμάτης Αλέξης Κύρου (1901 – 1969) θεωρώντας ότι είναι εμπνευσμένη από τη λογική των ζωτικών χώρων. Ο Υποναύαρχος και διπλωμάτης Περικλής Ι. Αργυρόπουλος (1871 – 1953) επανέλαβε μεταπολεμικά τη πρόταση να εξελιχθεί η Ελλάδα σε θαλάσσια δύναμη, με τη δημιουργία ισχυρού πολεμικού στόλου και να αποκτήσει αποικίες τόσο στη Μεσόγειο Θάλασσα, όσο και στον Ινδικό Ωκεανό! Έτσι, εκτός από την Κυρηναϊκή, ο Αργυρόπουλος πρότεινε να ζητήσει η Ελλάδα και την ιταλική, ως τότε, Σομαλία, στο κέρας της Ανατολική Αφρικής! Κατά μία περίεργη σύμπτωση, την ώρα που γράφαμε αυτό το άρθρο διαβάσαμε στο protothema.gr ότι το τουρκικό ερευνητικό σκάφος Oruc Reis αναχωρεί για πετρελαϊκές έρευνες στη Σομαλία…
Η θέση του Κ.Κ.Ε. για τις «εθνικές διεκδικήσεις»
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν όμως οι θέσεις του Κ.Κ.Ε. σχετικά με τις «εθνικές διεκδικήσεις». Το Κομμουνιστικό Κόμμα απέρριπτε και καταδίκαζε την αξίωση υπερπόντιων εδαφών από τη χώρα μας, αλλά και γενικότερα ήταν ιδιαίτερα επιφυλακτικό σε οποιαδήποτε χωρική επέκταση της Ελλάδας.
Συνοψίζοντας την πολιτική και τις θέσεις του Κ.Κ.Ε. για τις «εθνικές διεκδικήσεις», ο κύριος Κωτούλας σε επικοινωνία που είχαμε μαζί του, μας τόνισε ότι το Κ.Κ.Ε. παρουσίασε αρχικά τη θεωρία δύο πόλων. Ο Γ.Γ. του Κ.Κ.Ε. Νίκος Ζαχαριάδης βλέποντας ότι ως θαλάσσια χώρα η Ελλάδα ήταν εύκολο να ελεγχθεί από τους Δυτικούς, προσπάθησε να δικαιολογήσει την ουδετερότητα που διακήρυττε το κόμμα (1944-1946). Μετά το 1946 όμως και ως το 1949, το Κ.Κ.Ε. προσπάθησε να εντάξει την Ελλάδα σε μια χερσαία ενότητα σλαβικών κρατών με προπαγάνδα κατά της Δύσης και τα γνωστά επιχειρήματα για την ενότητα των βαλκανικών λαών…
Ας δούμε περισσότερες λεπτομέρειες για την αρχική θέση του Νίκου Ζαχαριάδη, για την οποία έδωσε απολογητικές εξηγήσεις (καθόλου πρωτότυπο για το Κ.Κ.Ε.…) το 1956 περί δύο πόλεων και τη μεταστροφή του Κ.Κ.Ε. προς μία σλαβόφιλη πολιτική με εδαφικές παραχωρήσεις στη Μακεδονία προς τους βόρειους γείτονές μας…
Βλέποντας το Κ.Κ.Ε. ότι δεν μπορούσε να ελεγχθεί η προσβάσιμη παράκτια Ελλάδα μετά τη βρετανική επέμβαση τον Δεκέμβριο του 1944 διατύπωσε μια θέση ουδετερότητας της Ελλάδας, μεταξύ των δυτικών θαλάσσιων δυνάμεων και των ανατολικών χερσαίων δυνάμεων. Έτσι, ο Γ.Γ. του Κ.Κ.Ε. από το 1934 ως το 1956 Νίκος Ζαχαριάδης, διαμόρφωσε το 1945 τη θεωρία των δύο πόλων με βάση την οποία η Ελλάδα ως «κρατικός δρων» θα έπρεπε να τηρεί ίσες αποστάσεις από τις δύο «υπερδυνάμεις» της εποχής: τη Μεγάλη Βρετανία και την ΕΣΣΔ (οι ΗΠΑ δεν είχαν ακόμα εμπλακεί στην ελληνική πολιτική σκηνή) και να ακολουθεί εξωτερική πολιτική που θα ισορροπεί μεταξύ των δύο νοητών πόλων ισχύος της εποχής: του βαλκανικού-ευρωπαϊκού και του μεσογειακού. Σε άρθρο του στον «Ριζοσπάστη» στις 5 Ιουνίου 1945, ο Ζαχαριάδης γράφει μεταξύ άλλων: «Η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας πρέπει να ξετυλίγεται γύρω από δύο βασικούς πόλους: το βαλκανικοευρωπαϊκό και το μεσογειακό… Εμείς στην Ευρώπη κατά πρώτο λόγο πρέπει να βρίσκουμε την αγορά όπου θα τοποθετούμε τα προϊόντα τα οποία μας περισσεύουν και όπου θ’ αγοράζουμε αυτά που μας χρειάζονται. Μα η Ελλάδα γεωγραφικά ανήκει και στη μεσογειακή θαλάσσια αρτηρία, έναν απ’ τους πιο ζωντανούς για τη βρετανική αυτοκρατορία θαλάσσιους δρόμους. Το γεγονός αυτό εμείς σήμερα, με το σημερινό συσχετισμό δυνάμεων σε ευρωπαϊκή και παγκόσμια κλίμακα ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΤΟ ΑΓΝΟΗΣΟΥΜΕ. Αν το παραγνωρίσουμε θα βρεθούμε όξω απ’ την πραγματικότητα»(τα κεφαλαία και η λέξη «όξω» είναι αυτούσια από το κείμενο του Ζαχαριάδη).
Δεν ήταν όμως μόνο ο Ζαχαριάδης ατομικά που υποστήριζε την πολιτική των δύο πόλων. Και το ίδιο το Κ.Κ.Ε. σε απόφαση της 12ης Ολομέλειας της Κ.Ε. στις 25-27 Ιουνίου 1945 ανέφερε τα εξής: «Η Ολομέλεια διακηρύττει ότι το Κ.Κ.Ε. ορθώνεται με όλη τη δύναμή του, ενάντια στο σοβινιστικό παραλήρημα των τυχοδιωκτών της Δεξιάς που μας σπρώχνουν σε αντεθνικές καταστροφικές περιπέτειες. Η Ολομέλεια διακηρύττει ότι με τη συμπαράσταση των δύο μεγάλων φίλων μας, Αγγλίας και Ρωσίας, η ειρηνική ανάπτυξη μας εξαρτάται από την αδελφική συνεννόηση, από τη δημοκρατική συνεργασία της Ελλάδας με τις βορινές βαλκανικές χώρες. Τη σημαία της βαλκανικής κατανόησης και συνεργασίας το Κ.Κ.Ε. θα την κρατήσει ψηλά και σταθερά γιατί αυτό είναι το πραγματικό λαϊκό και εθνικό συμφέρον» (Κ.Κ.Ε., «Επίσημα Κείμενα, τόμος 6, 1945-1949, αρ. 706, Αθήνα: Σύγχρονη Εποχή, 1987, σελ. 35, στις σελ. 32-39 το πλήρες κείμενο).
Ωστόσο, ένα χρόνο αργότερα, το Κ.Κ.Ε. άλλαξε στάση και ξεκίνησε την αντιδυτική προπαγάνδα («η μεγάλη φίλη μας Αγγλία» πήγε… περίπατο), με ταυτόχρονη επιχειρηματολογία υπέρ της ενότητας των βαλκανικών λαών. Μάλιστα, έφτασε στο σημείο να υιοθετήσει τις ανιστόρητες θέσεις του Φαλμεράιερ για να τεκμηριώσει την καταλυτική παρουσία των Σλάβων στον ελλαδικό χώρο σε επίπεδο γενετικών δεδομένων και ιστορικής εξέλιξης, ώστε να καταδειχθεί η εθνοτική και πολιτισμική συγγένεια Ελλήνων και Σλάβων και η δεοντολογική συμπόρευσή τους στο πλαίσιο της νέας σοσιαλιστικής δημοκρατικής και διεθνοτικής συνεργασίας (Γ. Ζέβγος, «Οι Έλληνες και οι βόρειοι γείτονες», Κομμουνιστική Επιθεώρηση 5 (5/1945), σελ. 217-222).
Χαρακτηριστικό είναι το κείμενο του ηγετικού στελέχους του ΔΣΕ Βασίλη Μπαρτζιώτα «Για το σλαβικό κίνδυνο (1947) ο οποίος διατυπώνει σλαβόφιλες θέσεις και επισημαίνει ότι η ελληνική εξωτερική πολιτική αντιμετώπιζε τα κομμουνιστικά βαλκανικά κράτη ως «εχθρικούς δρώντες». Γράφει μεταξύ άλλων ο Μπαρτζιώτας, ότι οι κυβερνώντες την Ελλάδα επιδιώκουν:
α) Να ξεκόψουν την Ελλάδα από το φυσιολογικό βαλκανικό της κορμό και να την ρίξουν στον οικονομικό μαρασμό και την εξαθλίωση. Για να τη βυζαίνουν οι μεγαλοτραπεζίτες του Σίτυ και της Ουώλ Στρητ (τηρήσαμε την πρωτότυπη ορθογραφία).
β) Να δημιουργήσουν περιπέτειες στα Βαλκάνια προς όφελος του αγγλοσαξωνικού ιμπεριαλισμού. Ο «σλαβικός κίνδυνος» τελειοποιήθηκε στους τελευταίους οχτώ μήνες στη θεωρία «των έξωθεν αναμίξεων» στο εσωτερικό ελληνικό πρόβλημα σε «πόλεμο των βαλκανικών λαϊκών δημοκρατών κατά της Ελλάδος»
γ) Να ξαναζεστάνουν τα παλιά μίση στα Βαλκάνια και να καλλιεργήσουν την σλαβοφοβία μέσα στον ελληνικό λαό»
(Β. Μπαρτζώτας, «Για το σλαβικό κίνδυνο», Κομμουνιστική Επιθεώρηση 7 (7/1947), σελ. 307).
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και όσα γράφονται σε μία προπαγανδιστική μελέτη με τίτλο «Σλαβικός Κίνδυνος ή αμερικανοκρατία και εθνικός φασισμός;» (1947), ανώνυμου συγγραφέα που τυπώθηκε εκτός Ελλάδας πιθανότατα στο Μπούλκες της, τότε, Γιουγκοσλαβίας ή στο Μποροβίτσι της Βουλγαρίας. Στο κείμενο αυτό αναδεικνύεται η ενότητα των βαλκανικών πληθυσμών στα χρόνια της τουρκοκρατίας χωρίς να αναφέρεται η κοινή Ορθόδοξη χριστιανική πίστη… Μάλιστα, ο ανώνυμος συγγραφέας κατηγορεί το Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως για τη στάση του!
«Και πρώτα απ’ όλα η συνεργασία αυτή ήταν κάτι το φυσικό, οργανικά προετοιμασμένο στην ψηχή (σημ.: ναι, στην ψηχή!) όλων των βαλκανικών λαών ύστερ’ από 400 χρόνια κοινή σκλαβιά κάτω απ’ τον τούρκο, κοινούς αγώνες για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού παρ’ όλα όσα έκαμε το ελληνικό Πατριαρχείο και το Φανάρι» (Εκδοτικός Ελεύθερη Ελλάδα, «Σλαβικός Κίνδυνος ή αμερικανοκρατία και εθνικός φασισμός;» (1947). Κατά τη λογική του ίδιου ανώνυμου συγγραφέα, ο σλαβικός κόσμος αποτελεί τον βασικό κορμό του παγκοσμίου κομμουνιστικού κινήματος, θέση σύμφωνη με τα γεωπολιτικά δεδομένα της εποχής που γράφτηκε το κείμενο, καθώς δεν είχε επικρατήσει ακόμα ο κομμουνισμός στην Ανατολική Ασία. «Η λαϊκή δημοκρατία που εξοντώνει τον ιμπεριαλισμό και το φασισμό -αυτή είναι ο εφιάλτης τους. Και μια που οι σλάβοι σήμερα αποτελούν το βασικό κορμό της λαϊκής δημοκρατίας και του σοσιαλισμού βάλλουν με τα πυρά εναντίον τους και ξεφωνίζουν για το «σλαβικό κίνδυνο». Σ’ αυτό εκμεταλλεύονται παλιές έχθρητες και μίση που καλλιεργούσε ο ιμπεριαλισμός, ο τυφλός εθνικισμός, ο φασισμός. Φωνάζουν «σλαβικός κίνδυνος» και μας παρουσιάζουν ως προαιώνιο φίλο την αντιδραστική Τουρκία που ετοιμάζονται να της παραδώσουν τη Θράκη και τη Ρόδο».
Πηγή του άρθρου ήταν το βιβλίο του Ιωάννη Κωτούλα «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗΣ», Εκδόσεις ΛΕΙΜΩΝ, 2021.
Ευχαριστούμε θερμά τον κύριο Κωτούλα για την πολύτιμη βοήθειά του και τις πρόσθετες πληροφορίες που μας παρείχε.
Μιχάλης Στούκας
ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ