[Οι Γερμανοί αποφασίζουν για όλα και η πλάκα είναι ότι ο Χρυσοχοίδης βγάζει ανακοινώσεις ότι μίλησε τηλεφωνικά (θα το διαβάσετε αλλού), έκανε, έδειξε, ζήτησε, για να μας πείσει ότι όλα είναι αποτέλεσμα δικών του ενεργειών... Mike άστα αυτά και πες μας αν στην τηλεφωνική συνομιλία έθεσες θέμα επιστροφής του κατοχικού δανείου όπως έχει πει και ο αρχηγός σου... ή αυτό το ξεχνάμε όταν μιλάμε με τους Γερμανούς και το θυμόμαστε μόνο όταν απευθυνόμαστε στους χαχόλους τους Έλληνες;]
Στέρεες διοικητικές δομές, εμπειρία, επενδυτικές δυνατότητες και πρόθυμοι επενδυτές είναι οι τέσσερις προϋποθέσεις που προσδιόρισε ο υπουργός Οικονομίας της Γερμανίας, κ. Ρέσλερ, σε ραδιοφωνική του συνέντευξη στο «ΝτόιτσλαντΡάντιο» (Deutschlandradio) με αφορμή την επενδυτική διάσκεψη για την Ελλάδα που πραγματοποιήθηκε σήμερα στο Βερολίνο.
Στέρεες διοικητικές δομές, εμπειρία, επενδυτικές δυνατότητες και πρόθυμοι επενδυτές είναι οι τέσσερις προϋποθέσεις που προσδιόρισε ο υπουργός Οικονομίας της Γερμανίας, κ. Ρέσλερ, σε ραδιοφωνική του συνέντευξη στο «ΝτόιτσλαντΡάντιο» (Deutschlandradio) με αφορμή την επενδυτική διάσκεψη για την Ελλάδα που πραγματοποιήθηκε σήμερα στο Βερολίνο.
"Το θέμα είναι να δούμε σε ποια σημεία, από πλευράς της γερμανικής οικονομίας, υπάρχουν ακόμη κωλύματα σ' ότι αφορά τις επενδύσεις (στην Ελλάδα) και πώς μπορούμε να κάνουμε όλοι κάτι από κοινού προκειμένου να ξεπεραστούν τα εμπόδια αυτά το ταχύτερο δυνατό", τόνισε ο γερμανός υπουργός.
Τόνισε, δε, ότι "Εάν βοηθήσουμε την ελληνική οικονομία, εάν βοηθήσουμε να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητά της, βοηθάμε την Ελλάδα αλλά βοηθάμε και προς την κατεύθυνση της σταθεροποίησης της ευρωζώνης, βοηθάμε το ευρώ και έτσι φυσικά τη Γερμανία και την Ευρώπη συνολικά. Θεωρώ ότι αξίζει τον κόπο να αντιμετωπίσουμε αυτή την πρόκληση και να λύσουμε τα προβλήματα".
Αναφερόμενος στις εργασίες τις διάσκεψης ο κ. Ρέσλερ προσδιόρισε τέσσερα μεγάλα πεδία, από τα οποία όπως είπε θα γίνει η αρχή:
"Χρειαζόμαστε στέρεες διοικητικές δομές, στις οποίες να μπορεί κανείς να επενδύσει. Το δεύτερο είναι: χρειαζόμαστε εμπειρία. Η Γερμανία έχει μία πολύ ισχυρή οικονομική δομή μεσαίων επιχειρήσεων, αυτό είναι κάτι που απουσιάζει εντελώς από την Ελλάδα. Στην Ελλάδα υπάρχουν πολύ μικρές επιχειρήσεις στον τουριστικό τομέα είτε πολύ μεγάλοι όμιλοι, αλλά η μεσαία τάξη επιχειρήσεων, όπως υπάρχει στη Γερμανία, απουσιάζει. Τρίτον: χρειαζόμαστε επενδυτικές δυνατότητες, και όντως το πρόβλημα της χρηματοδότησης είναι ένα μεγάλο πρόβλημα. Αλλά και σ' αυτό τον τομέα μπορούμε με την εμπειρία μας, την οποία μπορέσαμε να συλλέξουμε από την παροχή βοήθειας προς την Ανατολική Ευρώπη, να συνδράμουμε. Και τέταρτον, στην πράξη: χρειαζόμαστε επενδυτές που είναι πρόθυμοι να επενδύσουν σε μεγάλα προγράμματα σε τομείς όπως τηλεπικοινωνίες, υποδομές, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ή διαχείριση απορριμμάτων".
Ο κ. Ρέσλερ ανέφερε τέλος ότι "οι αλλαγές δε μπορούν να γίνουν από τη μια μέρα στην άλλη, αλλά είμαστε πεπεισμένοι ότι μπορούν να γίνουν".
Σε ρεπορτάζ, εξάλλου της εφημερίδας «Χανόβερσε Αλγκεμάινε» (Hannoversche Allgemeine) ο εκτελεστικός διευθυντής του Ομοσπονδιακού Συνδέσμου της Γερμανικής Βιομηχανίας (BDI) Μάρκους Κέρμπερ (Markus Kerber) δηλώνει ότι χρειάζεται υπομονή καθώς "οι δομικές αλλαγές εθνικών οικονομιών χρειάζονται 5, 10 και μερικές φορές 15 χρόνια".
Σύμφωνα με το ίδιο ρεπορτάζ, σε έγγραφο, που έχει συντάξει το επιτελείο του Ρέσλερ, αναφέρεται ότι τα διαρθρωτικά προγράμματα της ΕΕ για την Ελλάδα θα πρέπει "βραχυπρόθεσμα να αναπρογραμματιστούν και να προσανατολιστούν πρωτίστως στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας". Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να εξετάσουν τη δημιουργία τεσσάρων περιοχών-μοντέλων στην Ελλάδα, στις οποίες θα μπορούσε να προωθηθεί η εγκατάσταση διεθνών, ευρωπαϊκών και ελληνικών επενδύσεων. Προς τούτο θα πρέπει να δημιουργηθεί γι' αυτές τις περιοχές ένα ιδιαίτερο νομοθετικό πλαίσιο, καταλήγει το έγγραφο.-
Τόνισε, δε, ότι "Εάν βοηθήσουμε την ελληνική οικονομία, εάν βοηθήσουμε να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητά της, βοηθάμε την Ελλάδα αλλά βοηθάμε και προς την κατεύθυνση της σταθεροποίησης της ευρωζώνης, βοηθάμε το ευρώ και έτσι φυσικά τη Γερμανία και την Ευρώπη συνολικά. Θεωρώ ότι αξίζει τον κόπο να αντιμετωπίσουμε αυτή την πρόκληση και να λύσουμε τα προβλήματα".
Αναφερόμενος στις εργασίες τις διάσκεψης ο κ. Ρέσλερ προσδιόρισε τέσσερα μεγάλα πεδία, από τα οποία όπως είπε θα γίνει η αρχή:
"Χρειαζόμαστε στέρεες διοικητικές δομές, στις οποίες να μπορεί κανείς να επενδύσει. Το δεύτερο είναι: χρειαζόμαστε εμπειρία. Η Γερμανία έχει μία πολύ ισχυρή οικονομική δομή μεσαίων επιχειρήσεων, αυτό είναι κάτι που απουσιάζει εντελώς από την Ελλάδα. Στην Ελλάδα υπάρχουν πολύ μικρές επιχειρήσεις στον τουριστικό τομέα είτε πολύ μεγάλοι όμιλοι, αλλά η μεσαία τάξη επιχειρήσεων, όπως υπάρχει στη Γερμανία, απουσιάζει. Τρίτον: χρειαζόμαστε επενδυτικές δυνατότητες, και όντως το πρόβλημα της χρηματοδότησης είναι ένα μεγάλο πρόβλημα. Αλλά και σ' αυτό τον τομέα μπορούμε με την εμπειρία μας, την οποία μπορέσαμε να συλλέξουμε από την παροχή βοήθειας προς την Ανατολική Ευρώπη, να συνδράμουμε. Και τέταρτον, στην πράξη: χρειαζόμαστε επενδυτές που είναι πρόθυμοι να επενδύσουν σε μεγάλα προγράμματα σε τομείς όπως τηλεπικοινωνίες, υποδομές, ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ή διαχείριση απορριμμάτων".
Ο κ. Ρέσλερ ανέφερε τέλος ότι "οι αλλαγές δε μπορούν να γίνουν από τη μια μέρα στην άλλη, αλλά είμαστε πεπεισμένοι ότι μπορούν να γίνουν".
Σε ρεπορτάζ, εξάλλου της εφημερίδας «Χανόβερσε Αλγκεμάινε» (Hannoversche Allgemeine) ο εκτελεστικός διευθυντής του Ομοσπονδιακού Συνδέσμου της Γερμανικής Βιομηχανίας (BDI) Μάρκους Κέρμπερ (Markus Kerber) δηλώνει ότι χρειάζεται υπομονή καθώς "οι δομικές αλλαγές εθνικών οικονομιών χρειάζονται 5, 10 και μερικές φορές 15 χρόνια".
Σύμφωνα με το ίδιο ρεπορτάζ, σε έγγραφο, που έχει συντάξει το επιτελείο του Ρέσλερ, αναφέρεται ότι τα διαρθρωτικά προγράμματα της ΕΕ για την Ελλάδα θα πρέπει "βραχυπρόθεσμα να αναπρογραμματιστούν και να προσανατολιστούν πρωτίστως στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας". Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να εξετάσουν τη δημιουργία τεσσάρων περιοχών-μοντέλων στην Ελλάδα, στις οποίες θα μπορούσε να προωθηθεί η εγκατάσταση διεθνών, ευρωπαϊκών και ελληνικών επενδύσεων. Προς τούτο θα πρέπει να δημιουργηθεί γι' αυτές τις περιοχές ένα ιδιαίτερο νομοθετικό πλαίσιο, καταλήγει το έγγραφο.-