Το κείμενο διαμαρτυρίας των Α. Δοξιάδη, Τ. Θεοδωρόπουλου και Π. Μάρκαρη
«Τα γεγονότα των δυο τελευταίων εβδομάδων μας έχουν προβληματίσει βαθειά.
«Τα γεγονότα των δυο τελευταίων εβδομάδων μας έχουν προβληματίσει βαθειά.
Κρατικοί λειτουργοί και αντιπολιτευόμενοι πολιτικοί μοιάζουν ανίκανοι να αντιδράσουν στην έμπρακτη αμφισβήτηση βασικών θεσμών και κανόνων της δημοκρατίας, από ομάδες ανθρώπων οι οποίοι, με αφετηρία ένα τραγικό γεγονός, επιτίθενται με τυφλή βία στα δικαιώματα των πολιτών και στις αρχές της κοινής μας ζωής. Την κοινοτυπία των κούφιων συνθημάτων και της ξύλινης γλώσσας των εκ του ασφαλούς αντι-εξουσιαστών, ανταγωνίζεται σε υπερβολή μονάχα η προτροπή κάποιων ενοχικών μεσηλίκων να “αφουγκραστούμε τα μηνύματα” της ανομίας, τα οποία τάχα περιέχουν περισπούδαστες και τολμηρές απόψεις για τα προβλήματα του τόπου την οποία εμείς, οι αμέτοχοι στο “κίνημα”, δεν αντιλαμβανόμαστε.
Αυτά είναι λίγο πολύ γνωστά. Θέλουμε όμως σήμερα να σχολιάσουμε ειδικότερα τη βίαιη διακοπή της πρεμιέρας της Νέας Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου, καθώς και άλλες αντίστοιχες αυτο-αποκαλούμενες “παρεμβάσεις”, που την ακολούθησαν, με αποτέλεσμα τη ματαίωση πολλών θεατρικών παραστάσεων. Με μια έννοια, τα γεγονότα αυτά υστερούν σε σημασία των όσων προηγήθηκαν, δεν είναι παρά η φαρσική εκδοχή των κατά πολύ τραγικότερων καταστροφών, σε σπίτια, σχολειά, πανεπιστήμια, γραφεία και μαγαζιά Ελλήνων πολιτών. Από μια άλλη όμως άποψη είναι αποκαλυπτικά, καθώς αναδεικνύουν μια βασική διάσταση του τι συμβαίνει αυτό τον καιρό στην πατρίδα μας, αμφισβητώντας ανενδοίαστα την ουσία της ίδιας της δημοκρατίας, με την επίθεση στην καρδιά της, που είναι η ελευθερία της σκέψης, του λόγου και της έκφρασης, που αντιπροσωπεύει η τέχνη.
Αν εμείς οι άνθρωποί της ανεχόμαστε αγόγγυστα την κάθε ομάδα «επαναστατημένων» νεαρών να μαγαρίζει ανενόχλητη την Ακρόπολη ή να διακόπτει μια θεατρική παράσταση βρίζοντας το κοινό και γράφοντας με σπρέι στο καινούργιο, καθαρό φουαγιέ του Εθνικού το ναζιστικής υφής σύνθημα “σκατά στους κουλτουριάρηδες” (!), τι μας λέει ότι δεν θα δούμε μεθαύριο τους ίδιους ή άλλους να καίνε βιβλία ή να επιχειρούν να ορίσουν το τι θα λέμε και τι θα σκεφτόμαστε; Που μπαίνει το όριο σε αυτή την κωμικοτραγική “πολιτιστική επανάσταση” των απολίτιστων; (Παρεμπιπτόντως, τους οργισμένους νεαρούς τους προέβαλλαν αποκλειστικά οι θεατρικές παραστάσεις ποιότητας, που παίζονται στα αφύλακτα, ταλαίπωρα θέατρά μας. Ούτε στα μπουζουκτζίδικα με τους μπράβους τους προσπάθησαν να «παρέμβουν», ούτε στα ποδοσφαιρικά ματς, προφανώς επειδή αυτά είναι υπεράνω κάθε υποψίας “κουλτούρας”.)
Η ευθύνη όμως δεν ανήκει μόνο στους αυτουργούς αλλά και στους καθ’ ύλην αρμόδιους, όσους δηλαδή χρεώνονται με πρωταγωνιστικούς ρόλους στην πολιτιστική μας ζωή. Και βέβαια, μπορεί μερικοί από τους καλλιτέχνες που αποφάσισαν να υποκύψουν στη βία και να διακόψουν τις παραστάσεις τους, προδίδοντας το κοινό τους, να κινήθηκαν από το φόβο του όχλου, οπότε, την ανάγκη φιλοτιμία ποιούντες, υποκρίθηκαν ότι «συμπαρίστανται». Κι αυτό είναι εν μέρει κατανοητό – αλλά φτάνει, ως εδώ. Ίσως κάποιοι άλλοι πάλι να συμφωνούν με τους βιαίως διακόψαντες. Δικαίωμά τους – στην ιδιωτική τους ζωή. Αλλά η τέχνη είναι λειτούργημα, που περιλαμβάνει στον κώδικα τιμής του την προάσπιση της ελευθερίας της έκφρασης. Κι όμως, δεν ακούσαμε κανένα από τους γενικώς και αορίστως περί δημοκρατίας κοπτόμενους σχετικούς επαγγελματικούς φορείς να διαμαρτύρεται για το αίσχος της βίας που συνιστούν οι «παρεμβάσεις». Και, σε κάθε περίπτωση, καλλιτεχνικοί διευθυντές εθνικών σκηνών, ή άλλοι, λιγότερο ή περισσότερο πλουσιοπάροχα επιχορηγούμενοι από τους φόρους μας, χορογράφοι, σκηνοθέτες και ηθοποιοί, ας θυμηθούν ότι είναι υπόλογοι και στους νόμους της τέχνης αλλά και του κοινωνικού μας συμβολαίου, που επιτάσσουν μεγαλύτερο σεβασμό στο κοινό αίσθημα, δηλαδή σε όσους, καλλιτέχνες ή μη, πιστεύουν στη δημοκρατία και τηρούν τους κανόνες της».
Υπογράφουν, σε αλφαβητική σειρά, οι συγγραφείς Απόστολος Δοξιάδης, Τάκης Θεοδωρόπουλος και Πέτρος Μάρκαρης.
Αυτά είναι λίγο πολύ γνωστά. Θέλουμε όμως σήμερα να σχολιάσουμε ειδικότερα τη βίαιη διακοπή της πρεμιέρας της Νέας Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου, καθώς και άλλες αντίστοιχες αυτο-αποκαλούμενες “παρεμβάσεις”, που την ακολούθησαν, με αποτέλεσμα τη ματαίωση πολλών θεατρικών παραστάσεων. Με μια έννοια, τα γεγονότα αυτά υστερούν σε σημασία των όσων προηγήθηκαν, δεν είναι παρά η φαρσική εκδοχή των κατά πολύ τραγικότερων καταστροφών, σε σπίτια, σχολειά, πανεπιστήμια, γραφεία και μαγαζιά Ελλήνων πολιτών. Από μια άλλη όμως άποψη είναι αποκαλυπτικά, καθώς αναδεικνύουν μια βασική διάσταση του τι συμβαίνει αυτό τον καιρό στην πατρίδα μας, αμφισβητώντας ανενδοίαστα την ουσία της ίδιας της δημοκρατίας, με την επίθεση στην καρδιά της, που είναι η ελευθερία της σκέψης, του λόγου και της έκφρασης, που αντιπροσωπεύει η τέχνη.
Αν εμείς οι άνθρωποί της ανεχόμαστε αγόγγυστα την κάθε ομάδα «επαναστατημένων» νεαρών να μαγαρίζει ανενόχλητη την Ακρόπολη ή να διακόπτει μια θεατρική παράσταση βρίζοντας το κοινό και γράφοντας με σπρέι στο καινούργιο, καθαρό φουαγιέ του Εθνικού το ναζιστικής υφής σύνθημα “σκατά στους κουλτουριάρηδες” (!), τι μας λέει ότι δεν θα δούμε μεθαύριο τους ίδιους ή άλλους να καίνε βιβλία ή να επιχειρούν να ορίσουν το τι θα λέμε και τι θα σκεφτόμαστε; Που μπαίνει το όριο σε αυτή την κωμικοτραγική “πολιτιστική επανάσταση” των απολίτιστων; (Παρεμπιπτόντως, τους οργισμένους νεαρούς τους προέβαλλαν αποκλειστικά οι θεατρικές παραστάσεις ποιότητας, που παίζονται στα αφύλακτα, ταλαίπωρα θέατρά μας. Ούτε στα μπουζουκτζίδικα με τους μπράβους τους προσπάθησαν να «παρέμβουν», ούτε στα ποδοσφαιρικά ματς, προφανώς επειδή αυτά είναι υπεράνω κάθε υποψίας “κουλτούρας”.)
Η ευθύνη όμως δεν ανήκει μόνο στους αυτουργούς αλλά και στους καθ’ ύλην αρμόδιους, όσους δηλαδή χρεώνονται με πρωταγωνιστικούς ρόλους στην πολιτιστική μας ζωή. Και βέβαια, μπορεί μερικοί από τους καλλιτέχνες που αποφάσισαν να υποκύψουν στη βία και να διακόψουν τις παραστάσεις τους, προδίδοντας το κοινό τους, να κινήθηκαν από το φόβο του όχλου, οπότε, την ανάγκη φιλοτιμία ποιούντες, υποκρίθηκαν ότι «συμπαρίστανται». Κι αυτό είναι εν μέρει κατανοητό – αλλά φτάνει, ως εδώ. Ίσως κάποιοι άλλοι πάλι να συμφωνούν με τους βιαίως διακόψαντες. Δικαίωμά τους – στην ιδιωτική τους ζωή. Αλλά η τέχνη είναι λειτούργημα, που περιλαμβάνει στον κώδικα τιμής του την προάσπιση της ελευθερίας της έκφρασης. Κι όμως, δεν ακούσαμε κανένα από τους γενικώς και αορίστως περί δημοκρατίας κοπτόμενους σχετικούς επαγγελματικούς φορείς να διαμαρτύρεται για το αίσχος της βίας που συνιστούν οι «παρεμβάσεις». Και, σε κάθε περίπτωση, καλλιτεχνικοί διευθυντές εθνικών σκηνών, ή άλλοι, λιγότερο ή περισσότερο πλουσιοπάροχα επιχορηγούμενοι από τους φόρους μας, χορογράφοι, σκηνοθέτες και ηθοποιοί, ας θυμηθούν ότι είναι υπόλογοι και στους νόμους της τέχνης αλλά και του κοινωνικού μας συμβολαίου, που επιτάσσουν μεγαλύτερο σεβασμό στο κοινό αίσθημα, δηλαδή σε όσους, καλλιτέχνες ή μη, πιστεύουν στη δημοκρατία και τηρούν τους κανόνες της».
Υπογράφουν, σε αλφαβητική σειρά, οι συγγραφείς Απόστολος Δοξιάδης, Τάκης Θεοδωρόπουλος και Πέτρος Μάρκαρης.