Μη παραδεκτή κρίθηκε από το τέταρτο τμήμα του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) η προσφυγή, την οποία είχε υποβάλει εναντίον της Τουρκίας το 2009 ο αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος εκ μέρους της Εκκλησίας της Κύπρου και του ποιμνίου της.
Σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας «Πολίτης» το ΕΔΑΔ αναφέρει ότι η προσφυγή του αρχιεπισκόπου Κύπρου και τα αιτήματά της περί παραβιάσεων εκ μέρους της Τουρκίας «εμπίπτουν και δεσμεύονται από την απόφαση της Ολομέλειας (του Δικαστηρίου) στην υπόθεση "Δημόπουλος"».
Το ΕΔΑΔ παραπέμπει τον αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο να αποταθεί πρώτα, αν το επιθυμεί, στην «επιτροπή αποζημιώσεων» στο βόρειο (κατεχόμενο) τμήμα της Κύπρου, η οποία, σύμφωνα με την απόφαση του ΕΔΑΔ στην υπόθεση "Δημόπουλος" «αποτελεί ικανοποιητικό εσωτερικό ένδικο μέσο».
Στην προσφυγή της η Εκκλησία της Κύπρου είχε καταγγείλει την Τουρκία για παραβιάσεις σειράς άρθρων της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, μεταξύ των οποίων η στέρηση περιουσιακών δικαιωμάτων και η μη πρόσβαση σε ναούς, μονές, κοιμητήρια στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου, η εξαφάνιση εκκλησιαστικών κειμηλίων και έργων τέχνης, οι βανδαλισμοί και οι καταστροφές χώρων λατρείας και η στέρηση του δικαιώματος των Ελληνοκυπρίων να ασκούν ελεύθερα τα θρησκευτικά τους καθήκοντα.
Το ΕΔΑΔ, στην απόφασή του, η οποία δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του Δικαστηρίου, δεν κάνει δεκτό ότι στη συγκεκριμένη προσφυγή ο αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος εκπροσωπεί τους ενορίτες της Εκκλησίας Κύπρου, σημειώνοντας ότι στην προσφυγή δεν επισυνάφθηκε κατάλογος με τα ονόματά τους ούτε σχετική εξουσιοδότηση. Το ΕΔΑΔ, αν και αναγνωρίζει στον κ. Χρυσόστομο το δικαίωμα να ενεργεί νομικά εκ μέρους της Εκκλησίας Κύπρου, σημειώνει ότι αρκετοί από τους τίτλους ιδιοκτησίας που επισυνάφθηκαν στην προσφυγή εμφανίζουν ως ιδιοκτήτες (ναών και νεκροταφείων) τοπικές εκκλησιαστικές επιτροπές και Δήμους.
Σχετικά με τις καταγγελίες για βανδαλισμούς και καταστροφές εκκλησιών και μονών στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου, το ΕΔΑΔ σημειώνει ότι «οι πράξεις αυτές συντελέστηκαν πριν από το 1987, όταν η Τουρκία αποδέχθηκε τη Σύμβαση» και ως εκ τούτου το Δικαστήριο είναι «αναρμόδιο» να κρίνει τέτοια ζητήματα.
Αναφορικά με το θέμα της παρεμπόδισης της ελεύθερης άσκησης των θρησκευτικών δικαιωμάτων των Ελληνοκυπρίων, το ΕΔΑΔ αποφάνθηκε ότι και αυτή η πτυχή ομοιάζει με το θέμα της ειρηνικής απόλαυσης της περιουσίας και παραπέμπει και γι΄αυτό την Εκκλησία της Κύπρου στην «επιτροπή αποζημιώσεων», η οποία -σημειώνεται στην απόφαση- επιδικάζει αποζημιώσεις για «ηθική βλάβη», οπότε θα μπορούσε να υπάρξει «θεραπεία» για τη στέρηση ελεύθερης άσκησης θρησκευτικών δικαιωμάτων.
Το ΕΔΑΔ παραπέμπει τον αρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο να αποταθεί πρώτα, αν το επιθυμεί, στην «επιτροπή αποζημιώσεων» στο βόρειο (κατεχόμενο) τμήμα της Κύπρου, η οποία, σύμφωνα με την απόφαση του ΕΔΑΔ στην υπόθεση "Δημόπουλος" «αποτελεί ικανοποιητικό εσωτερικό ένδικο μέσο».
Στην προσφυγή της η Εκκλησία της Κύπρου είχε καταγγείλει την Τουρκία για παραβιάσεις σειράς άρθρων της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, μεταξύ των οποίων η στέρηση περιουσιακών δικαιωμάτων και η μη πρόσβαση σε ναούς, μονές, κοιμητήρια στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου, η εξαφάνιση εκκλησιαστικών κειμηλίων και έργων τέχνης, οι βανδαλισμοί και οι καταστροφές χώρων λατρείας και η στέρηση του δικαιώματος των Ελληνοκυπρίων να ασκούν ελεύθερα τα θρησκευτικά τους καθήκοντα.
Το ΕΔΑΔ, στην απόφασή του, η οποία δημοσιεύεται στην ιστοσελίδα του Δικαστηρίου, δεν κάνει δεκτό ότι στη συγκεκριμένη προσφυγή ο αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος εκπροσωπεί τους ενορίτες της Εκκλησίας Κύπρου, σημειώνοντας ότι στην προσφυγή δεν επισυνάφθηκε κατάλογος με τα ονόματά τους ούτε σχετική εξουσιοδότηση. Το ΕΔΑΔ, αν και αναγνωρίζει στον κ. Χρυσόστομο το δικαίωμα να ενεργεί νομικά εκ μέρους της Εκκλησίας Κύπρου, σημειώνει ότι αρκετοί από τους τίτλους ιδιοκτησίας που επισυνάφθηκαν στην προσφυγή εμφανίζουν ως ιδιοκτήτες (ναών και νεκροταφείων) τοπικές εκκλησιαστικές επιτροπές και Δήμους.
Σχετικά με τις καταγγελίες για βανδαλισμούς και καταστροφές εκκλησιών και μονών στο κατεχόμενο τμήμα της Κύπρου, το ΕΔΑΔ σημειώνει ότι «οι πράξεις αυτές συντελέστηκαν πριν από το 1987, όταν η Τουρκία αποδέχθηκε τη Σύμβαση» και ως εκ τούτου το Δικαστήριο είναι «αναρμόδιο» να κρίνει τέτοια ζητήματα.
Αναφορικά με το θέμα της παρεμπόδισης της ελεύθερης άσκησης των θρησκευτικών δικαιωμάτων των Ελληνοκυπρίων, το ΕΔΑΔ αποφάνθηκε ότι και αυτή η πτυχή ομοιάζει με το θέμα της ειρηνικής απόλαυσης της περιουσίας και παραπέμπει και γι΄αυτό την Εκκλησία της Κύπρου στην «επιτροπή αποζημιώσεων», η οποία -σημειώνεται στην απόφαση- επιδικάζει αποζημιώσεις για «ηθική βλάβη», οπότε θα μπορούσε να υπάρξει «θεραπεία» για τη στέρηση ελεύθερης άσκησης θρησκευτικών δικαιωμάτων.