Ύφεση τουλάχιστον 3%, μείωση των πραγματικών αμοιβών κατά 5%, αύξηση της ανεργίας και αποκλιμάκωση του πληθωρισμού προβλέπει για το 2011 η Έκθεση για τη Νομισματική Πολιτική που κατέθεσε σήμερα στη Βουλή ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γ. Προβόπουλος.
Η ΤτΕ συστήνει στην Κυβέρνηση να εντείνει τις προσπάθειες της για τη δημοσιονομική προσαρμογή προειδοποιώντας ότι η συνολική λύση για την αντιμετώπιση του Χρέους που επεξεργάζεται η Ε.Ε δεν δικαιολογεί εφησυχασμό και χαλάρωση. Για τις εξελίξεις στο τραπεζικό τομέα η ΤτΕ προβλέπει περαιτέρω επιδείνωση της ποιότητας του δανειακού χαρτοφυλακίου των πιστωτικών ιδρυμάτων και μηδενικό η αρνητικό ρυθμό πιστωτικής επέκτασης . Η Έκθεση καταλήγει επισημαίνοντας ότι η προσπάθεια που καταβάλλει η χώρα είναι δυνατόν να έχει θετικά αποτελέσματα.
Ωστόσο διαβλέπει κινδύνους στην υλοποίηση της καθώς πολλές αλλαγές προσκρούουν σε αγκυλώσεις και αντιδράσεις που δυσχεραίνουν σημαντικά τις προσπάθειες. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά ένα μέρος της κοινωνίας εμμένει στην πεισματική υπεράσπιση των συμφερόντων του, θεωρώντας ότι η κατάσταση θα μπορούσε να συνεχιστεί επ' άπειρον χωρίς καμία αλλαγή.
Η ΤτΕ υπογραμμίζει ότι είναι ανάγκη να εμπεδωθεί από την κοινωνία ότι οι αλλαγές δεν επιβάλλονται από το Μνημόνιο αλλά αποτελούν μέρος μίας μεγάλης πορείας ανασυγκρότησης της ελληνικής οικονομίας.
Πιο αναλυτικά η Κεντρική Τράπεζα εκτιμά ότι φέτος το ΑΕΠ της χώρας θα μειωθεί κατά 3% περίπου χωρίς όμως να αποκλείεται μείωση κατά τι μεγαλύτερη. Διαπιστώνεται ότι η ύφεση έχει πλήξει την κατανάλωση και πολύ πιο έντονα τις επενδύσεις οι οποίες πέρυσι μειώθηκαν κατά 18%, με αποτέλεσμα να έχουν πλέον περιοριστεί αισθητά οι παραγωγικές δυνατότητες της χώρας. Η ύφεση είχε ως αποτέλεσμα την εκτίναξη της ανεργίας στο 12,5% πέρυσι καθώς χάθηκαν περισσότερες από 100.000 θέσεις εργασίας. Η ΤτΕ προβλέπει ότι η τάση της ανεργίας θα είναι σαφώς αυξητική και το 2011. Μείωση όμως παρουσιάζουν και τα εισοδήματα. Καθώς οι πραγματικές μέσες αποδοχές στο σύνολο της οικονομίας μειώθηκαν κατά 9% το 2010 και προβλέπεται ότι θα μειωθούν περαιτέρω, κατά 5% το 2011, ενώ μπορεί να σταθεροποιηθούν το 2012. Η ΤτΕ αναμένει για φέτος σημαντική αποκλιμάκωση του πληθωρισμού στο 2,2% από το 4,7% που έκλεισε πέρυσι.
Προκειμένου να ανακοπεί η δυναμική του Χρέους η ΤτΕ συστήνει παρεμβάσεις σε δύο μέτωπα.
Το πρώτο αφορά στην ταχύτερη δημοσιονομική προσαρμογή με έμφαση στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της μείωσης της σπατάλης του Δημοσίου. Η ΤτΕ εκτιμά ότι οι διαρθρωτικές αλλαγές στο κράτος πρέπει να προχωρήσουν με αποφασιστικότητα και να στηριχθούν στην ευρεία συναίνεση της κοινωνίας. Στο πλαίσιο αυτό η ΤτΕ συστήνει ακόμη ταχύτερη προσαρμογή από αυτή που θα προβλέπει το μεσοπρόθεσμο σχέδιο δράσης που θα παρουσιάσει το Μάρτιο η Κυβέρνηση, το οποίο προβλέπει την μείωση του ελλείμματος στο 2,6% του ΑΕΠ το 2014.
Παράλληλα προτείνει τον περιορισμό δαπανών φορέων της γενικής κυβέρνησης με αναδιαρθρώσεις και δομικές αλλαγές όπως για παράδειγμα την αναδιάρθρωση των ζημιογόνων ΔΕΚΟ και την παύση λειτουργίας των μη αναγκαίων φορέων του Δημοσίου. Συστήνει ακόμη την θέσπιση αριθμητικών δημοσιονομικών κανόνων για το ύψος και το ρυθμό μεταβολής βασικών δημοσιονομικών δεικτών. Τέλος εκτιμά ότι καθοριστική συμβολή στη μείωση του Δημόσιου Χρέους είναι η επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων και η αξιοποίηση της περιουσίας του Δημοσίου.
Ωστόσο η ΤτΕ θεωρεί ότι όλα τα παραπάνω δεν αρκούν για να περιορίσουν την δυναμική του Χρέους. Για το λόγο αυτό απαιτείται η επίσπευση της ανάπτυξης. Η ΤτΕ εκτιμά ότι όσο πιο γρήγορα και σωστά προωθηθούν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις τόσο πιο γρήγορα η οικονομία θα επιστρέψει σε αναπτυξιακή τροχιά. Στο πλαίσιο αυτό το η ΤτΕ προτείνει την εφαρμογή σαρωτικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που θα ανατρέψουν παρωχημένες δομές. Το πλέγμα αυτό των μεταρρυθμίσεων περιλαμβάνει την ενίσχυση της ευελιξίας στην αγορά εργασίας, την αναβάθμιση της εκπαίδευσης την διαμόρφωση ανταγωνιστικών συνθηκών στις αγορές, και το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων.
Όσον αφορά στις εξελίξεις στο τραπεζικό σύστημα η Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμά ότι το 2011 θα είναι η χρονιά των μεγάλων και σύνθετων προκλήσεων. Και τούτο γιατί οι τράπεζες θα πρέπει να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες από την περαιτέρω διόγκωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και να αρχίσουν σταδιακά να απεξαρτώνται από την χρηματοδότηση που τους παρέχει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Η χρηματοδότηση προς τον ιδιωτικό τομέα με βάση τα υπάρχοντα δεδομένα αναμένεται να σημειώσει μηδενικό ή αρνητικό ρυθμό μεταβολής,
Ωστόσο διαβλέπει κινδύνους στην υλοποίηση της καθώς πολλές αλλαγές προσκρούουν σε αγκυλώσεις και αντιδράσεις που δυσχεραίνουν σημαντικά τις προσπάθειες. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά ένα μέρος της κοινωνίας εμμένει στην πεισματική υπεράσπιση των συμφερόντων του, θεωρώντας ότι η κατάσταση θα μπορούσε να συνεχιστεί επ' άπειρον χωρίς καμία αλλαγή.
Η ΤτΕ υπογραμμίζει ότι είναι ανάγκη να εμπεδωθεί από την κοινωνία ότι οι αλλαγές δεν επιβάλλονται από το Μνημόνιο αλλά αποτελούν μέρος μίας μεγάλης πορείας ανασυγκρότησης της ελληνικής οικονομίας.
Πιο αναλυτικά η Κεντρική Τράπεζα εκτιμά ότι φέτος το ΑΕΠ της χώρας θα μειωθεί κατά 3% περίπου χωρίς όμως να αποκλείεται μείωση κατά τι μεγαλύτερη. Διαπιστώνεται ότι η ύφεση έχει πλήξει την κατανάλωση και πολύ πιο έντονα τις επενδύσεις οι οποίες πέρυσι μειώθηκαν κατά 18%, με αποτέλεσμα να έχουν πλέον περιοριστεί αισθητά οι παραγωγικές δυνατότητες της χώρας. Η ύφεση είχε ως αποτέλεσμα την εκτίναξη της ανεργίας στο 12,5% πέρυσι καθώς χάθηκαν περισσότερες από 100.000 θέσεις εργασίας. Η ΤτΕ προβλέπει ότι η τάση της ανεργίας θα είναι σαφώς αυξητική και το 2011. Μείωση όμως παρουσιάζουν και τα εισοδήματα. Καθώς οι πραγματικές μέσες αποδοχές στο σύνολο της οικονομίας μειώθηκαν κατά 9% το 2010 και προβλέπεται ότι θα μειωθούν περαιτέρω, κατά 5% το 2011, ενώ μπορεί να σταθεροποιηθούν το 2012. Η ΤτΕ αναμένει για φέτος σημαντική αποκλιμάκωση του πληθωρισμού στο 2,2% από το 4,7% που έκλεισε πέρυσι.
Προκειμένου να ανακοπεί η δυναμική του Χρέους η ΤτΕ συστήνει παρεμβάσεις σε δύο μέτωπα.
Το πρώτο αφορά στην ταχύτερη δημοσιονομική προσαρμογή με έμφαση στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της μείωσης της σπατάλης του Δημοσίου. Η ΤτΕ εκτιμά ότι οι διαρθρωτικές αλλαγές στο κράτος πρέπει να προχωρήσουν με αποφασιστικότητα και να στηριχθούν στην ευρεία συναίνεση της κοινωνίας. Στο πλαίσιο αυτό η ΤτΕ συστήνει ακόμη ταχύτερη προσαρμογή από αυτή που θα προβλέπει το μεσοπρόθεσμο σχέδιο δράσης που θα παρουσιάσει το Μάρτιο η Κυβέρνηση, το οποίο προβλέπει την μείωση του ελλείμματος στο 2,6% του ΑΕΠ το 2014.
Παράλληλα προτείνει τον περιορισμό δαπανών φορέων της γενικής κυβέρνησης με αναδιαρθρώσεις και δομικές αλλαγές όπως για παράδειγμα την αναδιάρθρωση των ζημιογόνων ΔΕΚΟ και την παύση λειτουργίας των μη αναγκαίων φορέων του Δημοσίου. Συστήνει ακόμη την θέσπιση αριθμητικών δημοσιονομικών κανόνων για το ύψος και το ρυθμό μεταβολής βασικών δημοσιονομικών δεικτών. Τέλος εκτιμά ότι καθοριστική συμβολή στη μείωση του Δημόσιου Χρέους είναι η επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων και η αξιοποίηση της περιουσίας του Δημοσίου.
Ωστόσο η ΤτΕ θεωρεί ότι όλα τα παραπάνω δεν αρκούν για να περιορίσουν την δυναμική του Χρέους. Για το λόγο αυτό απαιτείται η επίσπευση της ανάπτυξης. Η ΤτΕ εκτιμά ότι όσο πιο γρήγορα και σωστά προωθηθούν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις τόσο πιο γρήγορα η οικονομία θα επιστρέψει σε αναπτυξιακή τροχιά. Στο πλαίσιο αυτό το η ΤτΕ προτείνει την εφαρμογή σαρωτικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που θα ανατρέψουν παρωχημένες δομές. Το πλέγμα αυτό των μεταρρυθμίσεων περιλαμβάνει την ενίσχυση της ευελιξίας στην αγορά εργασίας, την αναβάθμιση της εκπαίδευσης την διαμόρφωση ανταγωνιστικών συνθηκών στις αγορές, και το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων.
Όσον αφορά στις εξελίξεις στο τραπεζικό σύστημα η Τράπεζα της Ελλάδος εκτιμά ότι το 2011 θα είναι η χρονιά των μεγάλων και σύνθετων προκλήσεων. Και τούτο γιατί οι τράπεζες θα πρέπει να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες από την περαιτέρω διόγκωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και να αρχίσουν σταδιακά να απεξαρτώνται από την χρηματοδότηση που τους παρέχει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Η χρηματοδότηση προς τον ιδιωτικό τομέα με βάση τα υπάρχοντα δεδομένα αναμένεται να σημειώσει μηδενικό ή αρνητικό ρυθμό μεταβολής,