Του Νικου Νικολαου/ 3.08.2008
Η κυβέρνηση δεν κρύβει πια ότι τα δημόσια οικονομικά δεν πάνε φέτος καλά και σπεύδει να πάρει μέτρα για να κλείσει τρύπες διαρροής δαπανών, προκαλώντας την οργή συνδικαλιστών που την κατηγορούν ότι ουσιαστικά ασκεί πολιτική λιτότητας εις βάρος των εργαζομένων.
Από την πλευρά της η αξιωματική αντιπολίτευση, ενώ καταγγέλλει καθημερινά ότι ο προϋπολογισμός βρίσκεται στον αέρα, ότι το έλλειμμα θα ξεπεράσει το 3% του ΑΕΠ και η Ελλάδα θα τεθεί και πάλι υπό κοινοτική επιτήρηση, την ίδια στιγμή ανενδοίαστα υποστηρίζει όλα τα αιτήματα των συνδικαλιστών και καλεί την κυβέρνηση να δώσει αυξήσεις, επιδόματα, φοροαπαλλαγές κ.λπ.
Μέσα σε αυτό το θέατρο πολιτικής υποκρισίας και παραλογισμού, οι πολίτες είναι φυσικό να αγωνιούν για την πορεία της οικονομίας μας που ήδη βρίσκεται στη μέγγενη της διεθνούς κρίσης και να διερωτώνται αν τα δύο μεγάλα κόμματα έχουν επίγνωση των ευθυνών τους και θα αποφασίσουν κάποτε να συνεργασθούν για να βγει η χώρα από τα αδιέξοδα που τα ίδια με τη φαυλοκρατική τους πολιτική δημιούργησαν.
Διακομματική ευθύνη
Διότι η αλήθεια είναι ότι τα ελλείμματα στον δημόσιο τομέα, είναι αποτέλεσμα διαχρονικής και διακομματικής ευθύνης. Απ’ ό,τι ενθυμούμαι, από το 1963 που η τότε κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου παρέλαβε το κρυφό περίσσευμα του προϋπολογισμού που άφησε φεύγοντας ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, όλοι οι μετέπεια προϋπολογισμοί της Ελλάδος ήσαν ελλειμματικοί! Βέβαια, ο κ. Κων. Σημίτης ισχυρίσθηκε ότι ως πρωθυπουργός πέτυχε το 2002 να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό, αλλά διαψεύσθηκε σε λίγες εβδομάδες από τη Eurostat, η οποία όταν εξέτασε τα στοιχεία, βρήκε έλλειμμα 4% του ΑΕΠ!
Γιατί, όμως, όλοι σχεδόν οι προϋπολογισμοί του μεταπολεμικού ελληνικού κράτος ήταν ελλειμματικοί; Για τον απλούστατο λόγο ότι όλα αυτά τα χρόνια τα κόμματα που κυβέρνησαν, αντί να φτιάξουν ένα κράτος - επιτελείο για την οικονομία με ισχυρό κοινωνικό δίκτυο, κατασκεύασαν ένα πολυπλόκαμο κρατικό μηχανισμό με μια πληθώρα δημοσίων υπαλλήλων, τους οποίους προσέλαβαν με κομματικά κριτήρια για να τους έχουν ως δυναμική βάση αλίευσης ψηφοφόρων. Η πληθώρα των υπαλλήλων στην κρατική διοίκηση και στους δημόσιους οργανισμούς, σε συνδυασμό με την εγκατάλειψη της αξιοκρατίας και τη χαμηλή παραγωγικότητά τους, έχει οδηγήσει σε έναν κρατικό υδροκεφαλισμό που εξαντλεί κάθε ικμάδα της οικονομίας.
Το 1986, όταν υπουργός Εθνικής Οικονομίας ήταν ο κ. Κων. Σημίτης και εφάρμοζε την άγρια λιτότητα του σταθεροποιητικού προγράμματος, η ΕΟΚ για να μας βοηθήσει μας έδωσε ένα δάνειο 2 δισ. δολαρίων, αλλά μας έθεσε ως όρο την εξυγίανση των δημοσίων οικονομικών, αξιώνοντας συγκεκριμένα να περιορισθεί ο αριθμός των δημοσίων υπαλλήλων στα απολύτως αναγκαία όρια. Συγκεκριμένα, ο τότε πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Ζακ Ντελόρ ζήτησε από την κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου να θεσπίσει διάταξη, σύμφωνα με την οποία για κάθε πέντε δημόσιους υπαλλήλους που θα αποχωρούσαν λόγω συνταξιοδότησης, θα προσλαμβανόταν μόνο ένας. Ο σχετικός νόμος ψηφίσθηκε από τη Βουλή, αλλά ο Ανδρέας και ο Σημίτης τον έγραψαν στα παλιά τους τα παπούτσια γιατί ήθελαν ψήφους, συνέχισαν λοιπόν να προσλαμβάνουν στο Δημόσιο και στις ΔΕΚΟ και το ΠΑΣΟΚ παρέδωσε το 2004, συμπεριλαμβανομένων και των συμβασιούχων, διπλάσιο αριθμό εργαζομένων στο Δημόσιο σε σχέση με το ’86 που ψήφισε τον νόμο για τη μείωση του δημόσιου τομέα.
Η Νέα Δημοκρατία σαν κυβέρνηση από το 2004 και μετά πήρε μερικά μέτρα για να νοικοκυρέψει τα δημόσια οικονομικά και μείωσε το έλλειμμα από 7,4% του ΑΕΠ το 2004 στο 3% το 2007, αλλά συνέχισε και αυτή τις προσλήψεις στο Δημόσιο και τις ΔΕΚΟ και δεν έκανε τίποτε για να αποκαταστήσει την αξιοκρατία και να βελτιώσει την αποδοτικότητα του κρατικού μηχανισμού που συνεχίζει να παράγει διαφθορά και γραφειοκρατία. «Δίνουμε λεφτά σε μισθούς και οι υπάλληλοι δεν είναι στη θέση τους», παραπονείται ο αρμόδιος για τις δαπάνες του προϋπολογισμού υφυπουργός κ. Λέγκας. Και προφανώς δεν έχει άδικο, αφού το 70% και πλέον των δαπανών του προϋπολογισμού πηγαίνουν για πληρωμή μισθών, συντάξεων και για επιχορηγήσεις στα ασφαλιστικά ταμεία.
Ανελαστικότητα δαπανών
Αυτή η ανελαστικότητα των δαπανών του προϋπολογισμού λόγω της πληθώρας των δημοσίων υπαλλήλων σε συνδυασμό με την αδυναμία (σκόπιμη και ψηφοθηρική) του κράτους να περιορίσει τη φοροδιαφυγή που ασκούν φανερά και προκλητικά οι μικρομεσαίοι και οι ελεύθεροι επαγγελματίες μη εκδίδοντας αποδείξεις, είναι η μία και μοναδική αιτία που εξηγεί τη χρόνια ελλειμματικότητα του προϋπολογισμού, η οποία όμως εφέτος τείνει όντως να καταστεί ιδιαίτερα κρίσιμη και επικίνδυνη, γιατί συμπίπτει με τη δοκιμασία της οικονομίας μας από τη διεθνή πιστωτική αναταραχή, την κατακόρυφη αύξηση της τιμής του πετρελαίου και των βασικών τροφίμων και από τη συρρίκνωση της αμερικανικής και ευρωπαϊκής οικονομίας.
Η πτώση του ρυθμού ανάπτυξης στο 3,2% το δεύτερο τρίμηνο του 2008, η άνοδος του πληθωρισμού στο 5%, η πτώση στην κατανάλωση λόγω του περιορισμού της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών, η επιβράδυνση των επενδύσεων, ιδιαίτερα στον κατασκευαστικό τομέα, η αύξηση των επιτοκίων του ευρώ που επιβαρύνει τον προϋπολογισμό με 500 εκατ. πρόσθετες δαπάνες για πληρωμή τόκων, αποτελούν τους κόκκινους δείκτες που προμηνύουν επιδείνωση στα ελλείμματα του Δημοσίου, ενώ ταυτόχρονα η μείωση των εξαγωγών, αλλά και του τουρισμού αποκαλύπτουν μια ανησυχητική πτώση της ανταγωνιστικότητας.
Μέσα στις δύσκολες αυτές συνθήκες, ο έλεγχος των δημοσίων δαπανών και η ένταση της δίωξης της φοροδιαφυγής είναι πλέον μονόδρομος για την κυβέρνηση. Ηδη με εντολή Καραμανλή, ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών κ. Γ. Αλογοσκούφης πέρασε από τη Βουλή το νομοσχέδιο για τη μείωση των ελλειμμάτων των ζημιογόνων ή επιχορηγουμένων από τον κρατικό προϋπολογισμό δημοσίων επιχειρήσεων, ενώ μετά τον Δεκαπενταύγουστο καταθέτει στη Βουλή ένα σημαντικό νομοσχέδιο με το οποίο θεσπίζονται κανόνες για τον έλεγχο και τη διαφάνεια της οικονομικής κατάστασης των Οργανισμών του Δημοσίου (νοσοκομεία, ασφαλιστικά ταμεία και οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης).
Θετικά μέτρα αναμφίβολα και τα δύο, αλλά θα αποδειχθούν εμβαλωματικά αν δεν ενταχθούν σε μια μελετημένη, προγραμματισμένη και συνεπή πολιτική σταδιακής μείωσης του μεγέθους του δημόσιου τομέα. Το μεγάλο κράτος πρέπει να αντικατασταθεί από ένα μικρότερο, ικανότερο και αδιάφθορο.
http://news.kathimerini.gr/4dcgi/_w_articles_politics_1_03/08/2008_280030