09 Μαΐου 2011

Απάντηση Ρόβλια για τη διάρκεια ζωής του φρέσκου γάλακτος, σε-ερώτηση του βουλευτή ΝΔ Σ. Αναστασιάδη

http://e-eleftheria.com/wp-content/uploads/2009/04/milk1.jpg«Ουδέποτε το υπουργείο Οικονομίας, Ανταγωνιστικότητας και Ναυτιλίας επεξεργάστηκε πρόταση τροποποίησης των διατάξεων για τη διάρκεια ζωής του φρέσκου γάλακτος», ξεκαθαρίζει ο υφυπουργός Οικονομίας, με έγγραφό του που διαβιβάστηκε στη Βουλή, απαντώντας σε ερώτηση του βουλευτή της ΝΔ, Σάββα Αναστασιάδη, με την οποία επικαλείτο επισημάνσεις του Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας, ότι τυχόν "διεύρυνση των ημερών κατανάλωσης του φρέσκου γάλακτος αποτελεί τον Δούρειο Ίππο για την είσοδο του εισαγόμενου γάλακτος στην αγορά", αλλά και επισημάνσεις του Πανελλήνιου Συλλόγου Αγελαδοτροφίας - Γαλακτοπαραγωγών, ότι ο κάθε τόνος παραγόμενου γάλακτος αντιστοιχεί σε τέσσερις θέσεις εργασίας.

Ο υφυπουργός Οικονομίας υπενθυμίζει, ωστόσο, ότι οι εγχώριες βιομηχανίες γάλακτος είναι ελεύθερες να εισάγουν προϊόντα συμπεριλαμβανομένου και του γάλακτος από χώρες της ΕΕ ή από τρίτες χώρες αρκεί να αναγράφουν επί της συσκευασίας με σαφήνεια τις επιβαλλόμενες ενδείξεις, ανάμεσα στις οποίες και η χρονολογία ελάχιστης διατηρησιμότητας ή η χρονολογία ανάλωσης. Ο κ. Ρόβλιας αναφέρει, επιπλέον, ότι στη συσκευασία του γάλακτος πρέπει να αναγράφεται η χώρα προέλευσης, άσχετα αν το είδος παράγεται στη χώρα μας ή προέρχεται από άλλες χώρες της ΕΕ ή εισάγεται από τρίτες χώρες.

Ο βουλευτής της ΝΔ, πάντως, έχει προειδοποιήσει ότι εάν τροποποιηθούν οι διατάξεις για τη διάρκεια ζωής του φρέσκου γάλακτος, το μεγαλύτερο πρόβλημα θα αντιμετωπίσει η Μακεδονία, που παράγει τις μεγαλύτερες ποσότητες και έχει ήδη έντονο πρόβλημα ανεργίας. Υπογραμμίζει, επίσης, ότι τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει μεγάλες επενδύσεις στον κλάδο και οι γαλακτοπαραγωγοί έχουν συνάψει δυσβάσταχτα δάνεια με την προοπτική επέκτασης των μονάδων τους. Ο κ. Αναστασιάδης αναφέρει, επίσης, ότι «οι Έλληνες παραγωγοί γάλακτος βρίσκονται ήδη σε δεινή οικονομική κατάσταση, καθώς η συνολική εγχώρια παραγωγή βαίνει μειούμενη από τους 750.000 τόνους το 2008, στους 700.000 το 2009, στους 665.000 το 2010 και στους λιγότερους από 650.000, όπως υπολογίζεται, για τη φετινή χρονιά»