Περισσότερα από 900 νέα ξένα είδη (μη ενδημικά) έχουν εντοπιστεί στα παράκτια οικοσυστήματα της ανατολικής Μεσογείου Θάλασσας κατά τις τελευταίες δεκαετίες, με συνέπεια όλη η θαλάσσια τροφική αλυσίδα να έχει υποστεί σημαντικές αλλαγές και πιέσεις, σύμφωνα με μια τετραετή έρευνα από έναν ελληνικής καταγωγής επιστήμονα στη Σουηδία, η οποία εστιάστηκε στις παράκτιες περιοχές της Ρόδου.
Η μελέτη κάνει επίσης τη διαπίστωση ότι υπάρχουν ανεπαρκείς πληροφορίες και γνώσεις, ώστε να γίνουν οι κατάλληλες αξιολογήσεις του κινδύνου από αυτά τα ξένα είδη.
Η έρευνα του πανεπιστημίου του Γκέτεμποργκ, από τον Στέφανο Καλογήρου του Τμήματος Θαλάσσιας Οικολογίας, η οποία διεξήχθη σε συνεργασία με το Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ), κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Μεσόγειος είναι η θάλασσα που διεθνώς έχει δεχτεί την μεγαλύτερη εισβολή ξένων ειδών. Παρόλα αυτά, όπως τονίζεται, υπάρχει ανεπαρκής κατανόηση του πώς και πόσο αυτή η εισβολή επηρεάζει τα οικοσυστήματα, ζώων και φυτών, ιδίως στην ανατολική Μεσόγειο.
Μάλιστα, «από τη στιγμή που ένα είδος εγκατασταθεί στην Μεσόγειο, είναι σχεδόν αδύνατη η εκρίζωσή του», όπως ανέφερε ο Καλογήρου, σύμφωνα με το “Science Daily”.
Όταν ολοκληρώθηκε η κατασκευή του καναλιού του Σουέζ το 1869, άνοιξε μια δίοδος για την εξάπλωση ξένων ειδών από άλλους ωκεανούς στην Μεσόγειο, με αποτέλεσμα μέχρι σήμερα, λόγω αυτής της σωρευτικής εισβολής, να έχουν λάβει χώρα δραματικές μεταβολές στις κοινότητες φυτών και ζώων της σχεδόν κλειστής αυτής θάλασσας.
Ο Καλογήρου μελέτησε ειδικότερα τα οικοσυστήματα των θαλάσσιων οργανισμών στο νοτιοανατολικό Αιγαίο, κοντά στη Ρόδο, τόσο σε αμμώδη βυθό, όσο και σε βυθό με θαλάσσια βλάστηση, και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν σαφείς οικολογικές συνέπειες από την εμφάνιση και εγκατάσταση των ξένων ειδών, προκαλώντας αναταραχή στην τροφική αλυσίδα και, συνεπώς, στην αλιεία.
Ιδιαίτερα απειλητικό είναι ένα δηλητηριώδες ψάρι (pufferfish) που πρόσφατα έκανε την εμφάνισή του στα νερά της ανατολικής Μεσογείου και διαθέτει μια ισχυρή τοξίνη, η οποία προκαλεί μυϊκή παράλυση και διακοπή της αναπνοής, που μπορεί να αποβεί ακόμα και θανατηφόρα. Στα παράκτια οικοσυστήματα που ο Καλογήρου μελέτησε, το συγκεκριμένο ψάρι φαίνεται να έχει αποκτήσει κυρίαρχη θέση, με οικολογικές και κοινωνικές επιπτώσεις.
Η έρευνα του πανεπιστημίου του Γκέτεμποργκ, από τον Στέφανο Καλογήρου του Τμήματος Θαλάσσιας Οικολογίας, η οποία διεξήχθη σε συνεργασία με το Ελληνικό Κέντρο Θαλασσίων Ερευνών (ΕΛΚΕΘΕ), κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Μεσόγειος είναι η θάλασσα που διεθνώς έχει δεχτεί την μεγαλύτερη εισβολή ξένων ειδών. Παρόλα αυτά, όπως τονίζεται, υπάρχει ανεπαρκής κατανόηση του πώς και πόσο αυτή η εισβολή επηρεάζει τα οικοσυστήματα, ζώων και φυτών, ιδίως στην ανατολική Μεσόγειο.
Μάλιστα, «από τη στιγμή που ένα είδος εγκατασταθεί στην Μεσόγειο, είναι σχεδόν αδύνατη η εκρίζωσή του», όπως ανέφερε ο Καλογήρου, σύμφωνα με το “Science Daily”.
Όταν ολοκληρώθηκε η κατασκευή του καναλιού του Σουέζ το 1869, άνοιξε μια δίοδος για την εξάπλωση ξένων ειδών από άλλους ωκεανούς στην Μεσόγειο, με αποτέλεσμα μέχρι σήμερα, λόγω αυτής της σωρευτικής εισβολής, να έχουν λάβει χώρα δραματικές μεταβολές στις κοινότητες φυτών και ζώων της σχεδόν κλειστής αυτής θάλασσας.
Ο Καλογήρου μελέτησε ειδικότερα τα οικοσυστήματα των θαλάσσιων οργανισμών στο νοτιοανατολικό Αιγαίο, κοντά στη Ρόδο, τόσο σε αμμώδη βυθό, όσο και σε βυθό με θαλάσσια βλάστηση, και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν σαφείς οικολογικές συνέπειες από την εμφάνιση και εγκατάσταση των ξένων ειδών, προκαλώντας αναταραχή στην τροφική αλυσίδα και, συνεπώς, στην αλιεία.
Ιδιαίτερα απειλητικό είναι ένα δηλητηριώδες ψάρι (pufferfish) που πρόσφατα έκανε την εμφάνισή του στα νερά της ανατολικής Μεσογείου και διαθέτει μια ισχυρή τοξίνη, η οποία προκαλεί μυϊκή παράλυση και διακοπή της αναπνοής, που μπορεί να αποβεί ακόμα και θανατηφόρα. Στα παράκτια οικοσυστήματα που ο Καλογήρου μελέτησε, το συγκεκριμένο ψάρι φαίνεται να έχει αποκτήσει κυρίαρχη θέση, με οικολογικές και κοινωνικές επιπτώσεις.