Τα πρώτα αποτελέσματα μιας νέας μεγάλης αστρονομικής έρευνας επιβεβαιώνουν, χάρη σε μια νέα επιστημονική τεχνική, ότι υπάρχει όντως η μυστηριώδης σκοτεινή ενέργεια, που συνιστά περίπου τα τρία τέταρτα (72% έως 74%) του σύμπαντος και η οποία εξηγεί γιατί αυτό φαίνεται να επεκτείνεται συνεχώς με επιταχυνόμενο ρυθμό.
Η επιβεβαίωση έρχεται μετά την τετραετή μελέτη περισσότερων από 200.000 γαλαξιών στο πλαίσιο της λεγόμενης έρευνας “WiggleZ Dark Energy Survey” και θα παρουσιαστεί από μια διεθνή ομάδα αστρονόμων σε δύο ξεχωριστές επιστημονικές δημοσιεύσεις στο περιοδικό “Monthly Notices” της Βασιλικής Αστρονομικής Εταιρίας της Βρετανίας, σύμφωνα με το BBC.
Οι 26 επιστήμονες από 14 διαφορετικούς ερευνητικούς φορείς, με επικεφαλής τον καθηγητή Μάικλ Ντρινκγουότερ της Φυσικομαθηματικής Σχολής του αυστραλιανού πανεπιστημίου του Κουίνσλαντ, «κοιτώντας» μέχρι οκτώ δισεκατομμύρια χρόνια στο παρελθόν, ανέλυσαν τον τρόπο κατανομής των γαλαξιών στο σύμπαν, καθώς επίσης το πόσο γρήγορα οι ομάδες γαλαξιών έχουν σχηματιστεί στο πέρασμα του χρόνου. Μέσα από το συνδυασμό αυτών των παρατηρήσεων και των σχετικών μετρήσεων, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι πράγματι υπάρχει η σκοτεινή ενέργεια, που όμως ακόμα κανείς δεν ξέρει τι ακριβώς είναι, παρόλο που η ιδέα της προτάθηκε για πρώτη φορά στη δεκαετία του ΄90.
Για να ερμηνεύσουν την επέκταση του σύμπαντος, οι αστροφυσικοί έπρεπε είτε να αναθεωρήσουν την θεωρία γενικής σχετικότητας του Αϊνστάιν, είτε να αποδεχτούν ότι στο σύμπαν είναι πανταχού παρούσα μια νέα μορφή ενέργειας, που προκαλεί τη συνεχή επέκτασή του και άρα την απομάκρυνση των γαλαξιών μεταξύ τους. Σήμερα, οι περισσότεροι επιστήμονες αποδέχονται ότι η σκοτεινή ενέργεια αποτελεί ένα είδος «κοσμολογικής σταθεράς», μια ιδέα που είχε προτείνει ο Αϊνστάιν και αργότερα την απέρριψε, θεωρώντας την το μεγαλύτερο λάθος του (μάλλον…λανθασμένα).
Εκτός από τη σκοτεινή ενέργεια (72%-74%) και την κοινή ορατή ύλη (4%), υπάρχει η επίσης μυστηριώδης σκοτεινή ύλη, που αποτελεί το υπόλοιπο 22 έως 24% περίπου του σύμπαντος και δεν εκπέμπει, ούτε αντανακλά το ορατό φως, γι’ αυτό πήρε το όνομά της.
Μια σημαντική εξέλιξη για την μελέτη της σκοτεινής ύλης είναι το νέο πανάκριβο επιστημονικό όργανο Άλφα Μαγνητικό Φασματόμετρο (AMS), που μόλις εγκατέστησαν οι αστροναύτες του διαστημικού λεωφορείου “Endeavour” στο Διεθνή Διαστημικό Σταθμό. Το νέο όργανο, κόστους 2 δισεκατομμυρίων δολαρίων και βάρους 7,5 τόνων, έχει ως στόχο να «δει» την ύλη του σύμπαντος που δεν μπορεί να δει κανένα άλλο τηλεσκόπιο μέχρι σήμερα.
Το AMS, σύμφωνα με το πρακτορείο Ρόιτερ και τους «Τάιμς της Νέας Υόρκης», κατά την επόμενη δεκαετία τουλάχιστον, θα συλλαμβάνει τα σωματίδια υψηλής ενέργειας της κοσμικής ακτινοβολίας, αναζητώντας έτσι απτά ίχνη σκοτεινής ύλης, αντιύλης και άλλων «εξωτικών» φυσικών φαινομένων. Οι επιστήμονες ευελπιστούν ότι το όργανο θα φέρει μια επανάσταση στην αστροφυσική και την αστρονομία, ανάλογη με εκείνη του τηλεσκοπίου «Χαμπλ».
Το AMS διαθέτει ένα πανίσχυρο μαγνήτη που διοχετεύει τις κοσμικές ακτίνες στους ανιχνευτές-αισθητήρες του, ώστε να «διαβάσουν» τα ενεργειακά φορτία τους, τα ενεργειακά επίπεδά τους και άλλες πληροφορίες, τις οποίες θα μεταβιβάζει στη Γη. Ο σχεδιασμός και η κατασκευή του οργάνου απαίτησε σχεδόν δύο δεκαετίες και τη συμμετοχή περισσότερων από 600 φυσικών και άλλων επιστημόνων από 16 χώρες, υπό τον συντονισμό του αμερικανού καθηγητή Σάμιουελ Τσάο Τσουνγκ Τινγκ.
http://arxiv.org/abs/1105.2862 και http://arxiv.org/abs/1104.2948
Οι 26 επιστήμονες από 14 διαφορετικούς ερευνητικούς φορείς, με επικεφαλής τον καθηγητή Μάικλ Ντρινκγουότερ της Φυσικομαθηματικής Σχολής του αυστραλιανού πανεπιστημίου του Κουίνσλαντ, «κοιτώντας» μέχρι οκτώ δισεκατομμύρια χρόνια στο παρελθόν, ανέλυσαν τον τρόπο κατανομής των γαλαξιών στο σύμπαν, καθώς επίσης το πόσο γρήγορα οι ομάδες γαλαξιών έχουν σχηματιστεί στο πέρασμα του χρόνου. Μέσα από το συνδυασμό αυτών των παρατηρήσεων και των σχετικών μετρήσεων, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι πράγματι υπάρχει η σκοτεινή ενέργεια, που όμως ακόμα κανείς δεν ξέρει τι ακριβώς είναι, παρόλο που η ιδέα της προτάθηκε για πρώτη φορά στη δεκαετία του ΄90.
Για να ερμηνεύσουν την επέκταση του σύμπαντος, οι αστροφυσικοί έπρεπε είτε να αναθεωρήσουν την θεωρία γενικής σχετικότητας του Αϊνστάιν, είτε να αποδεχτούν ότι στο σύμπαν είναι πανταχού παρούσα μια νέα μορφή ενέργειας, που προκαλεί τη συνεχή επέκτασή του και άρα την απομάκρυνση των γαλαξιών μεταξύ τους. Σήμερα, οι περισσότεροι επιστήμονες αποδέχονται ότι η σκοτεινή ενέργεια αποτελεί ένα είδος «κοσμολογικής σταθεράς», μια ιδέα που είχε προτείνει ο Αϊνστάιν και αργότερα την απέρριψε, θεωρώντας την το μεγαλύτερο λάθος του (μάλλον…λανθασμένα).
Εκτός από τη σκοτεινή ενέργεια (72%-74%) και την κοινή ορατή ύλη (4%), υπάρχει η επίσης μυστηριώδης σκοτεινή ύλη, που αποτελεί το υπόλοιπο 22 έως 24% περίπου του σύμπαντος και δεν εκπέμπει, ούτε αντανακλά το ορατό φως, γι’ αυτό πήρε το όνομά της.
Μια σημαντική εξέλιξη για την μελέτη της σκοτεινής ύλης είναι το νέο πανάκριβο επιστημονικό όργανο Άλφα Μαγνητικό Φασματόμετρο (AMS), που μόλις εγκατέστησαν οι αστροναύτες του διαστημικού λεωφορείου “Endeavour” στο Διεθνή Διαστημικό Σταθμό. Το νέο όργανο, κόστους 2 δισεκατομμυρίων δολαρίων και βάρους 7,5 τόνων, έχει ως στόχο να «δει» την ύλη του σύμπαντος που δεν μπορεί να δει κανένα άλλο τηλεσκόπιο μέχρι σήμερα.
Το AMS, σύμφωνα με το πρακτορείο Ρόιτερ και τους «Τάιμς της Νέας Υόρκης», κατά την επόμενη δεκαετία τουλάχιστον, θα συλλαμβάνει τα σωματίδια υψηλής ενέργειας της κοσμικής ακτινοβολίας, αναζητώντας έτσι απτά ίχνη σκοτεινής ύλης, αντιύλης και άλλων «εξωτικών» φυσικών φαινομένων. Οι επιστήμονες ευελπιστούν ότι το όργανο θα φέρει μια επανάσταση στην αστροφυσική και την αστρονομία, ανάλογη με εκείνη του τηλεσκοπίου «Χαμπλ».
Το AMS διαθέτει ένα πανίσχυρο μαγνήτη που διοχετεύει τις κοσμικές ακτίνες στους ανιχνευτές-αισθητήρες του, ώστε να «διαβάσουν» τα ενεργειακά φορτία τους, τα ενεργειακά επίπεδά τους και άλλες πληροφορίες, τις οποίες θα μεταβιβάζει στη Γη. Ο σχεδιασμός και η κατασκευή του οργάνου απαίτησε σχεδόν δύο δεκαετίες και τη συμμετοχή περισσότερων από 600 φυσικών και άλλων επιστημόνων από 16 χώρες, υπό τον συντονισμό του αμερικανού καθηγητή Σάμιουελ Τσάο Τσουνγκ Τινγκ.
http://arxiv.org/abs/1105.2862 και http://arxiv.org/abs/1104.2948