18 Μαΐου 2011

Από τον Σβαρτσενέγκερ ως τον Ντομινίκ Στρος-Καν--πώς η εξουσία διαφθείρει

http://i.dailymail.co.uk/i/pix/2011/05/17/article-0-0C1C63C900000578-273_224x423.jpghttp://i.dailymail.co.uk/i/pix/2011/05/17/article-0-0C1D72AF00000578-228_224x423.jpgΑυτή η ιστορία δεν θα φύγει εύκολα από τις πρώτες σελίδες. Γιατί ο μοιχός δεν είναι αυτή τη φορά ένας οποιοσδήποτε πολιτικός. Είναι ο Άρνολντ Σβαρτσενέγκερ, πρώην κυβερνήτης της Καλιφόρνια και πρώην σταρ του κινηματογράφου, ο οποίος έκανε παιδί με ένα μέλος του υπηρετικού προσωπικού και το απέκρυψε για μια δεκαετία.

Το απέκρυψε, όπως φαίνεται, ακόμη κι από τη γυναίκα του, τη Μαρία Σράιβερ, μέλος της δυναστείας Κένεντι, εξέχουσας φεμινίστριας, που χρησιμοποίησε το κύρος της για να τον στηρίξει όταν στην προεκλογική εκστρατεία του 2003 παραδέχθηκε ότι επιδιδόταν για δεκαετίες σε σεξουαλικές παρενοχλήσεις κι όταν αναγνώρισε ότι τη δεκαετία του ’70 έλαβε μέρος σε κάτι που --βάσει της δικής του περιγραφής-- ακούγεται σα να ήταν ομαδικός βιασμός. Όταν η γυναίκα του έκανε εκστρατείες υπέρ των γυναικών, εκείνος κατήγγελλε τις ανύπαντρες μητέρες. Αυτά, για να μην πει κάποιος ότι «αυτός, τουλάχιστον, δεν είναι υποκριτής»…

Παρά τις ιδιαιτερότητες αυτής της υπόθεσης πάντως, γράφει η Αμάντα Μάρκοτ στον ιστότοπο της Γκάρντιαν, η ιστορία του μοιχού πολιτικού είναι πια συνηθισμένη. Και το ερώτημα που μπορεί να θέσει κανείς είναι το εξής: γιατί κάποιος που αφιερώνει όλη του τη ζωή στην επιδίωξη της εξουσίας διακινδυνεύει τα πάντα για μια εφήμερη σεξουαλική εμπειρία; Γιατί οι άνδρες --αφού κυρίως για άνδρες πρόκειται-- που θέλουν να εμφανίζονται ως πρωτοπόροι της ηθικής κάνουν εξαίρεση για τον εαυτό τους;

Ακόμη και οι πολιτικοί με το πιο φιλελεύθερο πνεύμα δείχνουν να ζουν σε έναν κόσμο όπου οι γυναίκες είναι δεδομένες. Βρίσκονται εκεί για να κάνουν τη ζωή τους πιο εύκολη και να υπηρετούν τις φιλοδοξίες τους. Η Μαρία Σράιβερ είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο ο ρόλος της συζύγου του πολιτικού υποβιβάζει τις γυναίκες. Όταν ένας άνδρας σαν τον Σβαρτσενέγκερ ζει σ’ έναν κόσμο όπου οι γυναίκες είναι τόσο υποταγμένες σ’ αυτόν ώστε φτάνουν να θυσιάσουν το όνομά τους για να υπηρετήσουν τις φιλοδοξίες τους, δεν είναι περίεργο που δεν διστάζει να πάει με την καμαριέρα πίσω από την πλάτη της συζύγου του.

Υπάρχουν δύο κατηγορίες πολιτικών που φτάνουν σε μια τόσο βλακώδη σεξουαλική απάτη: αυτοί που θεωρούν απαραίτητη τη συναίνεση σε ο,τιδήποτε κάνουν κι εκείνοι που μεταχειρίζονται τις γυναίκες σαν σεξουαλικά παιχνίδια. Άνδρες σαν τον Μπιλ Κλίντον και τον Νιουτ Γκίνγκριτς απατούν με τις γυναίκες τους, αλλά δεν διασχίζουν την κόκκινη γραμμή της βίας. Άνδρες σαν τον Σβαρτσενέγκερ αδιαφορούν για τη συναίνεση. Τη διάκριση αυτή είναι χρήσιμο να τη θυμόμαστε και στην περίπτωση του Ντομινίκ Στρος-Καν: υπάρχει μεγάλη διαφορά ανάμεσα σ’ αυτούς που μεταχειρίζονται τις γυναίκες με ασεβή τρόπο και σ’ εκείνους που τις μεταχειρίζονται με εγκληματικό τρόπο.

Με τον διευθυντή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, πάντως, υπάρχει αυτή τη στιγμή ένα μεγάλο πρόβλημα. Όλος ο πλανήτης μοιάζει να τον έχει καταδικάσει πριν δικαστεί και κριθεί ένοχος. Όπως γράφει όμως ο Ανατόλι Καλέτσκι στο σημερινό φύλλο των Τάιμς, ο άνθρωπος αυτός εξακολουθεί να έχει το δικαίωμα του τεκμηρίου της αθωότητας. Πόσω μάλλον που είναι δύσκολο να εξηγηθεί πώς είναι δυνατόν ένας άνθρωπος που θέλει να γίνει πρόεδρος της Γαλλίας πετάει τα πάντα στα σκουπίδια για μια στιγμή σαδιστικής σεξουαλικής ικανοποίησης. Ένας άνθρωπος, μάλιστα, που μόλις πριν από μερικές εβδομάδες προέβλεπε ότι μπορεί κάποιος να έδινε μισό εκατομμύριο ευρώ σε μια γυναίκα για να τον παγιδεύσει.

Είναι πολύ δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι ένας άνθρωπος βγήκε γυμνός από το μπάνιο, προσπάθησε να βιάσει μια καμαριέρα, στη συνέχεια πήγε σε ένα εστιατόριο του Μανχάταν και έφαγε με την κόρη του, έπειτα πήρε ένα ταξί για το αεροδρόμιο και στο δρόμο τηλεφώνησε στο ξενοδοχείο και ζήτησε να του στείλουν το κινητό του γιατί το ξέχασε.

Όλα αυτά μπορεί πράγματι να συνέβησαν. Μπορεί όμως να αποτελούν και κατασκεύασμα. Η μπορεί να είναι εν μέρει αλήθεια. Στην περίπτωση αυτή, οι πολιτικές επιπτώσεις θα είναι τεράστιες. Γιατί ο γαλλικός λαός θα έχει στερηθεί την ευκαιρία να ψηφίσει για έναν πολιτικό που ήθελε για πρόεδρο. Και γιατί οι αντιδημοκρατικές δυνάμεις σε όλο τον κόσμο θα έχουν ενισχυθεί.

Ας φανταστούμε ότι η Μόνικα Λιουίνσκι ήταν μια ρεπουμπλικάνα εξτρεμίστρια που παρέσυρε τον Κλίντον σε συναινετικό σεξ και στη συνέχεια τον κατηγόρησε ότι τη βίασε. Μπορεί να συνέβη κάτι παρόμοιο στο Sofitel της Νέας Υόρκης; Κανένας δεν ξέρει.