Η ηχορύπανση αποτελεί τη δεύτερη σοβαρότερη ρύπανση μετά την ατμοσφαιρική. Η Ελλάδα δεν έχει αναγνωρίσει ακόμα τον θόρυβο ως πρόβλημα, σε αντίθεση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες. Ακόμα και στην νεοεισαχθείσα στην Ελλάδα "πράσινη ανάπτυξη", το ζήτημα του θορύβου δεν περιλαμβάνεται. Αυτά προέκυψαν στην ημερίδα που διοργάνωσαν το ΙΕΜΑ (Ινστιτούτο Έρευνας και Ακουστικής) και το ΕΛΙΝΑ (Ελληνικό Ινστιτούτο Ακουστικής) με τίτλο "Θόρυβος: ένα πρόβλημα που χρειάζεται λύσεις".
Το 600 π.Χ., οι Συβαρίτες της Κάτω Ιταλίας είχαν απαγορέψει τις θορυβώδεις εργασίες, όπως τη μεταλλουργία, στα όρια της πόλης τους. Ομοίως, στην αρχαία Ρώμη τα άρματα δεν επιτρέπονταν να κυκλοφορούν τη νύχτα. Στη σημερινή πολύβουη και εξαιρετικά σύνθετη ζωή οι θόρυβοι έρχονται από όλες τις μεριές: το κυκλοφοριακό, τα αεροσκάφη, τη βιομηχανία, τις οικοδομικές εργασίες, οικιακές συσκευές ακόμα και από τη διασκέδαση.
Το ανθρώπινο αυτί δέχεται την ένταση του ήχου μέχρι τα 140db (ντεσιμπέλ), που είναι και το όριο πόνου. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει θεσπίσει από το 1999 ως ανώτατο όριο θορύβου τα 55db, ενώ το κατώφλι για την αύξηση του κινδύνου είναι τα 60db. Σημαντικό ρόλο παίζει τί είδους είναι ο ήχος, κρουστικός, επαναλαμβανόμενος, στιγμιαίος ή με αυξομειώσεις. Ενδεικτικά μια μέτρηση του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου έδειξε ότι στη λεωφόρο Κηφισίας ο θόρυβος κυμαίνεται από τα 65db ως 84db. Μια ηλεκτρική σκούπα έχει ήχο 70-80db και το σεσουάρ 90db.
Οι γιατροί Νίκος Σωτηρόπουλος και Αλέξανδρος Χαραλαμπίδης αναπτύσσοντας τις επιπτώσεις του θορύβου στην υγεία που υποτιμώνται, αλλά είναι ύπουλες και έρχονται με τα χρόνια, ανέφεραν ότι "η έκθεση στο θόρυβο σχετίζεται με επιδείνωση ψυχικών ασθενειών, στεφανιαία νόσο, αύξηση αρτηριακής πίεσης και αγγειακών νοσημάτων, αύξηση κορτιζόλης και χοληστερόλης, παχυσαρκία, αγχωτικά επεισόδια, παρεμπόδιση ύπνου, βλάβη ακοής, μείωση της απόδοσης των εργαζομένων και των μαθητών."
Η Φωτεινή Χιωνιανάκη, πολιτικός μηχανικός και περιβαλλοντολόγος επισήμανε ότι "οι περιβαλλοντικοί όροι στην Ελλάδα παραμένουν πλημμελείς". Τα όρια που ισχύουν για τον κυκλοφοριακό θόρυβο με το Ν17252/20.5.1992 του ΥΠΕΧΩΔΕ επιτρέπουν 67-70db για νέα οδικά έργα και σε απόσταση 2 μέτρα από την πρόσοψη του κτιρίου. "Αυτός ο νόμος, πέρα του ότι δεν εφαρμόζεται, αφορά δρόμους που κατασκευάστηκαν μετά το 1981, όχι, για παράδειγμα, τη Βασιλίσσης Σοφίας" επισημαίνει η κ. Χιωνιανάκη. Οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες έχουν πραγματοποιήσει μελέτες και έχουν θεσπίσει όρια που τα τηρούν. Η Ιταλία καθιέρωσε όριο σε σχέση με το χαρακτήρα κάθε περιοχής, ας πούμε σε μέρη που βρίσκονται νοσοκομεία και σχολεία το πρωί το όριο είναι 50db και το βράδυ 40db. Η Ρώμη, όπως και το Βερολίνο έχουν χωριστεί σε κατηγορίες σε σχέση με την ακουστική κατηγοριοποίηση των περιοχών.
Ο Τάσος Βασιλειάδης, ηλεκτρολόγος μηχανολόγος -σύμβουλος ακουστικής, ανέφερε ότι "στην Ελλάδα για την προστασία από το θόρυβο υπάρχει νομοθεσία από το 1981 (Ν1180/1981) και έκτοτε έχει συμπληρωθεί με άλλες νομοθετικές διατάξεις. Πάσχουμε όμως στην εφαρμογή, υπάρχουν και εσωτερικές ασάφειες στους νόμους, δεν έχουν γίνει μελέτες και δεν πραγματοποιούνται έλεγχοι".
Ενδιαφέρον αποτελεί η εφαρμογή του νόμου της κοινής ησυχίας, όταν "η στάθμη του θορύβου κρίνεται υποκειμενικά κατ' εκτίμηση της αστυνομικής αρχής, όπως αναφέρεται στην αντίστοιχη νομοθεσία", ενημέρωσε ο κ.Βασιλειάδης.
Ο Μανόλης Τζεκάκης, καθηγητής αρχιτεκτονικής, αναφέρθηκε στην ηχοπροστασία στους χώρους διαβίωσης. Ο "ελληνικός κανονισμός κτιριακής ηχοπροστασίας" χωρίζει τα κτίρια σε πέντε κατηγορίες ακουστικής άνεσης (από πολύ υψηλή ως πολύ χαμηλή). Παλιότερα οι κατηγορίες ήταν τρεις (υψηλή-κανονική-χαμηλή) και όλα τα κτίρια έπρεπε να καλύπτουν τουλάχιστον τη μεσαία κατηγορία. Στο νέο κανονισμό "δεν υπάρχει υποχρέωση ένταξης σε κατηγορία, πρέπει όμως να εκπονηθεί μελέτη ηχοπροστασίας και να επιλεγεί μια κατηγορία που θα χαρακτηρίζει το κτήριο. Δεν εφαρμόζεται όμως έλεγχος από τις πολεοδομικές υπηρεσίες. "
Το ανθρώπινο αυτί δέχεται την ένταση του ήχου μέχρι τα 140db (ντεσιμπέλ), που είναι και το όριο πόνου. Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έχει θεσπίσει από το 1999 ως ανώτατο όριο θορύβου τα 55db, ενώ το κατώφλι για την αύξηση του κινδύνου είναι τα 60db. Σημαντικό ρόλο παίζει τί είδους είναι ο ήχος, κρουστικός, επαναλαμβανόμενος, στιγμιαίος ή με αυξομειώσεις. Ενδεικτικά μια μέτρηση του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου έδειξε ότι στη λεωφόρο Κηφισίας ο θόρυβος κυμαίνεται από τα 65db ως 84db. Μια ηλεκτρική σκούπα έχει ήχο 70-80db και το σεσουάρ 90db.
Οι γιατροί Νίκος Σωτηρόπουλος και Αλέξανδρος Χαραλαμπίδης αναπτύσσοντας τις επιπτώσεις του θορύβου στην υγεία που υποτιμώνται, αλλά είναι ύπουλες και έρχονται με τα χρόνια, ανέφεραν ότι "η έκθεση στο θόρυβο σχετίζεται με επιδείνωση ψυχικών ασθενειών, στεφανιαία νόσο, αύξηση αρτηριακής πίεσης και αγγειακών νοσημάτων, αύξηση κορτιζόλης και χοληστερόλης, παχυσαρκία, αγχωτικά επεισόδια, παρεμπόδιση ύπνου, βλάβη ακοής, μείωση της απόδοσης των εργαζομένων και των μαθητών."
Η Φωτεινή Χιωνιανάκη, πολιτικός μηχανικός και περιβαλλοντολόγος επισήμανε ότι "οι περιβαλλοντικοί όροι στην Ελλάδα παραμένουν πλημμελείς". Τα όρια που ισχύουν για τον κυκλοφοριακό θόρυβο με το Ν17252/20.5.1992 του ΥΠΕΧΩΔΕ επιτρέπουν 67-70db για νέα οδικά έργα και σε απόσταση 2 μέτρα από την πρόσοψη του κτιρίου. "Αυτός ο νόμος, πέρα του ότι δεν εφαρμόζεται, αφορά δρόμους που κατασκευάστηκαν μετά το 1981, όχι, για παράδειγμα, τη Βασιλίσσης Σοφίας" επισημαίνει η κ. Χιωνιανάκη. Οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες έχουν πραγματοποιήσει μελέτες και έχουν θεσπίσει όρια που τα τηρούν. Η Ιταλία καθιέρωσε όριο σε σχέση με το χαρακτήρα κάθε περιοχής, ας πούμε σε μέρη που βρίσκονται νοσοκομεία και σχολεία το πρωί το όριο είναι 50db και το βράδυ 40db. Η Ρώμη, όπως και το Βερολίνο έχουν χωριστεί σε κατηγορίες σε σχέση με την ακουστική κατηγοριοποίηση των περιοχών.
Ο Τάσος Βασιλειάδης, ηλεκτρολόγος μηχανολόγος -σύμβουλος ακουστικής, ανέφερε ότι "στην Ελλάδα για την προστασία από το θόρυβο υπάρχει νομοθεσία από το 1981 (Ν1180/1981) και έκτοτε έχει συμπληρωθεί με άλλες νομοθετικές διατάξεις. Πάσχουμε όμως στην εφαρμογή, υπάρχουν και εσωτερικές ασάφειες στους νόμους, δεν έχουν γίνει μελέτες και δεν πραγματοποιούνται έλεγχοι".
Ενδιαφέρον αποτελεί η εφαρμογή του νόμου της κοινής ησυχίας, όταν "η στάθμη του θορύβου κρίνεται υποκειμενικά κατ' εκτίμηση της αστυνομικής αρχής, όπως αναφέρεται στην αντίστοιχη νομοθεσία", ενημέρωσε ο κ.Βασιλειάδης.
Ο Μανόλης Τζεκάκης, καθηγητής αρχιτεκτονικής, αναφέρθηκε στην ηχοπροστασία στους χώρους διαβίωσης. Ο "ελληνικός κανονισμός κτιριακής ηχοπροστασίας" χωρίζει τα κτίρια σε πέντε κατηγορίες ακουστικής άνεσης (από πολύ υψηλή ως πολύ χαμηλή). Παλιότερα οι κατηγορίες ήταν τρεις (υψηλή-κανονική-χαμηλή) και όλα τα κτίρια έπρεπε να καλύπτουν τουλάχιστον τη μεσαία κατηγορία. Στο νέο κανονισμό "δεν υπάρχει υποχρέωση ένταξης σε κατηγορία, πρέπει όμως να εκπονηθεί μελέτη ηχοπροστασίας και να επιλεγεί μια κατηγορία που θα χαρακτηρίζει το κτήριο. Δεν εφαρμόζεται όμως έλεγχος από τις πολεοδομικές υπηρεσίες. "