Αρχές του 1948... Οι συμμορίτες του ΕΛΑΣ ρημάζουν την Ελλάδα. Χωριά καίγονται, πολίτες δολοφονούνται, ανήλικα παιδιά αρπάζονται από τους γονείς τους και στέλνονται στον «σοβιετικό παράδεισο»... Το Γ.Ε.Σ. αποφασίζει να δημιουργήσει, στην περιοχή της Στερεάς Ελλάδας, μια μονάδα απαλλαγμένη από τις «υποχρεώσεις» του τακτικού Στρατού. Είναι η περίφημη «Διλοχία Κυνηγών»... Αποστολή της είχε την σύλληψη του καπεταν-Γιώτη και την εξόντωση των συμμοριακών του ομάδων.
Ο συγγραφέας, τότε νεαρός λοχαγός, υπηρετεί στην μονάδα υπό τις διαταγές του θρυλικού ταγματάρχη Μπραήμη. Στις σελίδες του βιβλίου εξελίσσεται μία άγνωστη αλλά και συναρπαστική ιστορία για την δράση της «Διλοχίας» και τις σκληρές μάχες που έδωσε στα βουνά της Ρούμελης. Οι περιγραφές των μαχών στο «Δενδρούλι», η μάχη στο «Καράβι», αλλά και οι συγκρούσεις με το σώμα των συμμοριτών του Καπετάν Γιώτη» είναι συναρπαστικές... Οι εικόνες, με μια σπάνια καθαρότητα, εναλλάσσονται άνετα δίχως να σε καταθλίβει το άγχος της αγωνίας των ηρώων. Τα αισθήματα των προσώπων που κινούνται σε μία τραγική ατμόσφαιρα σε διαπερνάν μα δε σε συντρίβουν. Αντίθετα σε παίρνουν μαζί τους παραστάτη στο αδιέξοδο. Έτσι η διαδικασία της γενίκευσης γίνεται ομαλά και η λειτουργία περνά από μόνη της στα αισθήματα και τη βούληση. Τα γεγονότα –τόσο συγκλονιστικά– φεύγουν το ένα πίσω από το άλλο με γρηγοράδα, όμως η κεντρική ιδέα και επιδίωξη μένουν για να σε φέρουν στο τέρμα με καθαρή τη σκέψη. Η γλώσσα του βιβλίου στρωτή και απαλή με τη μουσικότητα, του έπους.