Κανένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα δεν λειτουργεί, στην Ελλάδα, για τα παιδιά με υψηλό δείκτη νοημοσύνης, παρότι διαθέτει σχετική νομοθεσία. Έτσι τα «χαρισματικά» παιδιά παρακολουθούν μαθήματα σε κανονικά σχολεία, αφήνοντας τις δεξιότητές τους ανεκμετάλλευτες.
«Στην Ελλάδα παρότι υπάρχει νόμος για τα χαρισματικά παιδιά, ωστόσο δεν υπάρχει πρόγραμμα που να υλοποιείται», τονίζει, μιλώντας στο ΑΠΕ - ΜΠΕ, ο καθηγητής Γιάννης Παπαδάτος και προσθέτει ότι «παρότι όλοι μιλάνε για τα χαρισματικά παιδιά δεν λένε πώς θα γίνει η εκπαίδευσή τους».
Όπως λέει, όλες οι χώρες έχουν προγράμματα για παιδιά με υψηλή νοημοσύνη. Μάλιστα η Τουρκία διαθέτει 45 προγράμματα, για την εκπαίδευση των χαρισματικών παιδιών.
Αντίθετα στην Ελλάδα, λειτουργούν τα Πειραματικά Σχολεία που αφορούν όμως, όπως διευκρινίζει ο κ. Παπαδάτος, τον εκπαιδευτικό τρόπο διδασκαλίας για παιδιά με κανονικό δείκτη νοημοσύνης και δεν αφορά τα παιδιά με υψηλό IQ. Όπως εξηγεί, τα Πειραματικά Σχολεία που λειτουργούν στην Ελλάδα, δέχονται παιδιά με τη διαδικασία της κλήρωσης και όχι με βάση το «χάρισμα», αυτό έχει ως αποτέλεσμα να υπάρχουν τεράστιες διαφορές στους δείκτες νοημοσύνης.
«Υπάρχει μία λανθασμένη αντίληψη ότι με την εκπαίδευση των χαρισματικών παιδιών υπάρχει κίνδυνος για τη Δημοκρατία», τονίζει και συμπληρώνει ότι μετά την μεταπολίτευση έχει επικρατήσει η άποψη στην Ελλάδα ότι αν δοθεί επιπρόσθετη διδασκαλία στα χαρισματικά παιδιά θα υπάρξει κίνδυνος για τη Δημοκρατία, καθώς αυτά θα υπερτερούν έναντι των υπολοίπων, κάτι το οποίο, σύμφωνα με τον κ. Παπαδάτο, είναι λάθος. «Τα παιδιά αυτά αντιλαμβάνονται καλύτερα τους δημοκρατικούς θεσμούς και κανόνες και τους υπηρετούν πιο πιστά», λέει.
Στη Σοβιετική Ένωση, συμπληρώνει, υπήρχαν σχολεία για παιδιά με ταλέντο στα μαθηματικά. Έτσι με την εκπαίδευση αυτών των χαρισματικών παιδιών, οι Σοβιετικοί κατόρθωσαν και πήγαν στο διάστημα. Σ’ αυτή τη λογική άρχισαν και οι ΗΠΑ, να κάνουν τα δικά τους σχολεία για τα χαρισματικά παιδιά, διευκρίνισε ο κ. Παπαδάτος.
Όσον αφορά την Ελλάδα, επισημαίνει ότι πρόσφατα συζητήθηκε, για πρώτη φορά, το ζήτημα της εκπαίδευσης των χαρισματικών παιδιών, στο πλαίσιο του 3ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Επιστημών της Εκπαίδευσης, με θέμα «Άτομα Υψηλής Νοημοσύνης: ιστορικές, βιολογικές, κοινωνικές, εκπαιδευτικές διαστάσεις. Η εκπαίδευση χαρισματικών παιδιών στην Ελλάδα».
Στο συνέδριο πήραν μέρος περισσότεροι από οκτακόσιοι επιστήμονες, πανεπιστημιακοί, ψυχολόγοι, εκπαιδευτικοί, γιατροί, σπουδαστές, αλλά και γονείς.
Όπως τονίστηκε στο συνέδριο, υπολογίζεται ότι το 1% του πληθυσμού έχει υψηλό δείκτη νοημοσύνης, δηλαδή μεταξύ 125 και 130.
Τα συμπεράσματα του συνεδρίου θα σταλούν στο υπουργείο Παιδείας, όχι για τη δημιουργία κατ’ ανάγκη ειδικών σχολείων, αλλά για πρόσθετη διδασκαλία ή τη λειτουργία θερινών σχολείων.
Όπως λέει ο κ. Παπαδάτος, που ήταν πρόεδρος της επιστημονικής επιτροπής του συνεδρίου, θα πρέπει να φτιαχτούν ειδικά προγράμματα για τα παιδιά με υψηλό δείκτη νοημοσύνης, με ευθύνη του υπουργείου και να αλλάξει η κουλτούρα της μεταπολίτευσης, στην Ελλάδα, που θεωρεί επικίνδυνη την εκπαίδευση αυτών των παιδιών.
Μετά το πέρας του συνεδρίου λειτούργησε το πρώτο θερινό σχολείο. Τα μαθήματα κράτησαν δύο εβδομάδες και το παρακολούθησαν 16 παιδιά της έκτης δημοτικού. Η επιλογή έγινε με βάση τις επιδόσεις τους στο σχολείο και τα ειδικά τεστ νοημοσύνης.
Όπως λέει, όλες οι χώρες έχουν προγράμματα για παιδιά με υψηλή νοημοσύνη. Μάλιστα η Τουρκία διαθέτει 45 προγράμματα, για την εκπαίδευση των χαρισματικών παιδιών.
Αντίθετα στην Ελλάδα, λειτουργούν τα Πειραματικά Σχολεία που αφορούν όμως, όπως διευκρινίζει ο κ. Παπαδάτος, τον εκπαιδευτικό τρόπο διδασκαλίας για παιδιά με κανονικό δείκτη νοημοσύνης και δεν αφορά τα παιδιά με υψηλό IQ. Όπως εξηγεί, τα Πειραματικά Σχολεία που λειτουργούν στην Ελλάδα, δέχονται παιδιά με τη διαδικασία της κλήρωσης και όχι με βάση το «χάρισμα», αυτό έχει ως αποτέλεσμα να υπάρχουν τεράστιες διαφορές στους δείκτες νοημοσύνης.
«Υπάρχει μία λανθασμένη αντίληψη ότι με την εκπαίδευση των χαρισματικών παιδιών υπάρχει κίνδυνος για τη Δημοκρατία», τονίζει και συμπληρώνει ότι μετά την μεταπολίτευση έχει επικρατήσει η άποψη στην Ελλάδα ότι αν δοθεί επιπρόσθετη διδασκαλία στα χαρισματικά παιδιά θα υπάρξει κίνδυνος για τη Δημοκρατία, καθώς αυτά θα υπερτερούν έναντι των υπολοίπων, κάτι το οποίο, σύμφωνα με τον κ. Παπαδάτο, είναι λάθος. «Τα παιδιά αυτά αντιλαμβάνονται καλύτερα τους δημοκρατικούς θεσμούς και κανόνες και τους υπηρετούν πιο πιστά», λέει.
Στη Σοβιετική Ένωση, συμπληρώνει, υπήρχαν σχολεία για παιδιά με ταλέντο στα μαθηματικά. Έτσι με την εκπαίδευση αυτών των χαρισματικών παιδιών, οι Σοβιετικοί κατόρθωσαν και πήγαν στο διάστημα. Σ’ αυτή τη λογική άρχισαν και οι ΗΠΑ, να κάνουν τα δικά τους σχολεία για τα χαρισματικά παιδιά, διευκρίνισε ο κ. Παπαδάτος.
Όσον αφορά την Ελλάδα, επισημαίνει ότι πρόσφατα συζητήθηκε, για πρώτη φορά, το ζήτημα της εκπαίδευσης των χαρισματικών παιδιών, στο πλαίσιο του 3ου Πανελλήνιου Συνεδρίου Επιστημών της Εκπαίδευσης, με θέμα «Άτομα Υψηλής Νοημοσύνης: ιστορικές, βιολογικές, κοινωνικές, εκπαιδευτικές διαστάσεις. Η εκπαίδευση χαρισματικών παιδιών στην Ελλάδα».
Στο συνέδριο πήραν μέρος περισσότεροι από οκτακόσιοι επιστήμονες, πανεπιστημιακοί, ψυχολόγοι, εκπαιδευτικοί, γιατροί, σπουδαστές, αλλά και γονείς.
Όπως τονίστηκε στο συνέδριο, υπολογίζεται ότι το 1% του πληθυσμού έχει υψηλό δείκτη νοημοσύνης, δηλαδή μεταξύ 125 και 130.
Τα συμπεράσματα του συνεδρίου θα σταλούν στο υπουργείο Παιδείας, όχι για τη δημιουργία κατ’ ανάγκη ειδικών σχολείων, αλλά για πρόσθετη διδασκαλία ή τη λειτουργία θερινών σχολείων.
Όπως λέει ο κ. Παπαδάτος, που ήταν πρόεδρος της επιστημονικής επιτροπής του συνεδρίου, θα πρέπει να φτιαχτούν ειδικά προγράμματα για τα παιδιά με υψηλό δείκτη νοημοσύνης, με ευθύνη του υπουργείου και να αλλάξει η κουλτούρα της μεταπολίτευσης, στην Ελλάδα, που θεωρεί επικίνδυνη την εκπαίδευση αυτών των παιδιών.
Μετά το πέρας του συνεδρίου λειτούργησε το πρώτο θερινό σχολείο. Τα μαθήματα κράτησαν δύο εβδομάδες και το παρακολούθησαν 16 παιδιά της έκτης δημοτικού. Η επιλογή έγινε με βάση τις επιδόσεις τους στο σχολείο και τα ειδικά τεστ νοημοσύνης.