Συνεχίζεται ως αυτήν την ώρα η συζήτηση στον Κοινοβουλευτικό Τομέα Εργασίας (ΚΤΕ) Μεταφορών του ΠΑΣΟΚ ανάμεσα στον υπουργό Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων Γιάννη Ραγκούση και τους κυβερνητικούς βουλευτές για το θέμα της απελευθέρωσης του επαγγέλματος των ταξί.
Χαρακτηριστικό του ενδιαφέροντος για τη συνεδρίαση είναι ο μεγάλος αριθμός βουλευτών που ζήτησαν το λόγο, διατυπώνοντας προτάσεις αλλά και ασκώντας κριτική στους χειρισμούς του υπουργού.
Ο Μιχάλης Τζελέπης ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι η αμφισβήτηση της συμφωνίας του πρώην υπουργού Δ. Ρέππα με τους αυτοκινητιστές δημιουργεί πολιτικό θέμα εμπιστοσύνης στις πολιτικές συμφωνίες της κυβέρνησης. Επίσης, υποστήριξε ότι κοινωνικά δίκαιο είναι η ισχύς των ίδιων μέτρων και σταθμών για όλες τις επαγγελματικές ομάδες, προσθέτοντας ότι δεν πρέπει να ισχύουν άλλα μέτρα για τους φαρμακοποιούς, συμβολαιογράφους και δικηγόρους, που η απελευθέρωση του επαγγέλματός τους έγινε με πληθυσμιακά κριτήρια, και άλλα μέτρα για τους αυτοκινητιστές ταξί. Απευθυνόμενος δε στον κ. Ραγκούση τού είπε ότι έπρεπε να προλάβει την πυροδότηση ακραίων αντιδράσεων στην συγκυρία αυτή, λόγω του τουρισμού.
Ενιαία αντιμετώπιση όλων των επαγγελμάτων ζήτησε και ο Μιχάλης Κατρίνης σημειώνοντας ότι ο νόμος για την απελευθέρωση των επαγγελμάτων προβλέπει και εξαιρέσεις.
Την άμεση σύγκληση της Κυβερνητικής Επιτροπής ώστε να αποφασίσει η κυβέρνηση για το ζήτημα αυτό ζήτησε ο Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος.
Την ύπαρξη μεγάλου πολιτικού προβλήματος διαπίστωσε ο Νίκος Σαλαγιάννης, σημειώνοντας ότι η κυβέρνηση άνοιξε μέτωπο χωρίς να έχει θέση ενώ πρόσθεσε ότι το «άδειασμα» μεταξύ υπουργών χαλά την εικόνα συνοχής της κυβέρνησης.
Απελευθέρωση με πληθυσμιακά και πανευρωπαϊκά κριτήρια ζήτησε ο Δημήτρης Κουσελάς.
Να τεθεί τέρμα στις προσωπικές στρατηγικές, ζήτησε η Τόνια Αντωνίου, ενώ εκτίμησε ότι η δήλωση του κ. Ραγκούση περί αυτορύθμισης της αγοράς «άρχισε το έργο».
Την λήψη εκ μέρους του κ. Ραγκούση νομοθετικής πρωτοβουλίας ώστε να εκτονωθεί η κατάσταση και να σταματήσει η απεργία και στη συνέχεια να γίνει διάλογος με πλαίσιο που θα θέσει το υπουργείο ζήτησε ο Βασίλης Κεγκέρογλου.
«Έχουμε καταρρακωθεί ως Κοινοβουλευτική Ομάδα, πρέπει να βάλουμε πάτο στο βαρέλι», ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο Γιάννης Βούρος.
Από την στιγμή που το Προεδρικό Διάταγμα δεν ήταν έτοιμο στις 2 Ιουλίου υπάρχει νομικό κενό και ως εκ τούτου το ζήτημα λύνεται με καινούργιο συμπληρωματικό νόμο, είπε ο Χρήστος Μαγκούφης, προτείνοντας διάλογο και διαβούλευση που θα καταλήξει σε καινούργιο νόμο. Ο ίδιος βουλευτής πρότεινε οι νέες άδειες να έχουν ισχύ 40 ετών και μετά να επιστρέφονται στο κράτος, ενώ για τις παλιές πρότεινε να υπάρχει η δυνατότητα μεταβίβασής τους στα παιδιά των αυτοκινητιστών άπαξ και με διάρκεια 40 ετών.
«Προσωρινή ανακωχή» πρότεινε από την μεριά της η Άννα Νταλάρα, ώστε να δοθεί χρόνος εκατέρωθεν για την υποβολή και μελέτη προτάσεων και αντιπροτάσεων. Επισήμανε επίσης ότι η απόλυτη απελευθέρωση χωρίς μεταβατικές διατάξεις ίσως δημιουργήσει προβλήματα και πρόσθεσε ότι πρέπει να τεθούν κριτήρια καθώς ελλοχεύει το ενδεχόμενο δημιουργίας καρτέλ.
Ο Μιχάλης Τζελέπης ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι η αμφισβήτηση της συμφωνίας του πρώην υπουργού Δ. Ρέππα με τους αυτοκινητιστές δημιουργεί πολιτικό θέμα εμπιστοσύνης στις πολιτικές συμφωνίες της κυβέρνησης. Επίσης, υποστήριξε ότι κοινωνικά δίκαιο είναι η ισχύς των ίδιων μέτρων και σταθμών για όλες τις επαγγελματικές ομάδες, προσθέτοντας ότι δεν πρέπει να ισχύουν άλλα μέτρα για τους φαρμακοποιούς, συμβολαιογράφους και δικηγόρους, που η απελευθέρωση του επαγγέλματός τους έγινε με πληθυσμιακά κριτήρια, και άλλα μέτρα για τους αυτοκινητιστές ταξί. Απευθυνόμενος δε στον κ. Ραγκούση τού είπε ότι έπρεπε να προλάβει την πυροδότηση ακραίων αντιδράσεων στην συγκυρία αυτή, λόγω του τουρισμού.
Ενιαία αντιμετώπιση όλων των επαγγελμάτων ζήτησε και ο Μιχάλης Κατρίνης σημειώνοντας ότι ο νόμος για την απελευθέρωση των επαγγελμάτων προβλέπει και εξαιρέσεις.
Την άμεση σύγκληση της Κυβερνητικής Επιτροπής ώστε να αποφασίσει η κυβέρνηση για το ζήτημα αυτό ζήτησε ο Οδυσσέας Κωνσταντινόπουλος.
Την ύπαρξη μεγάλου πολιτικού προβλήματος διαπίστωσε ο Νίκος Σαλαγιάννης, σημειώνοντας ότι η κυβέρνηση άνοιξε μέτωπο χωρίς να έχει θέση ενώ πρόσθεσε ότι το «άδειασμα» μεταξύ υπουργών χαλά την εικόνα συνοχής της κυβέρνησης.
Απελευθέρωση με πληθυσμιακά και πανευρωπαϊκά κριτήρια ζήτησε ο Δημήτρης Κουσελάς.
Να τεθεί τέρμα στις προσωπικές στρατηγικές, ζήτησε η Τόνια Αντωνίου, ενώ εκτίμησε ότι η δήλωση του κ. Ραγκούση περί αυτορύθμισης της αγοράς «άρχισε το έργο».
Την λήψη εκ μέρους του κ. Ραγκούση νομοθετικής πρωτοβουλίας ώστε να εκτονωθεί η κατάσταση και να σταματήσει η απεργία και στη συνέχεια να γίνει διάλογος με πλαίσιο που θα θέσει το υπουργείο ζήτησε ο Βασίλης Κεγκέρογλου.
«Έχουμε καταρρακωθεί ως Κοινοβουλευτική Ομάδα, πρέπει να βάλουμε πάτο στο βαρέλι», ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο Γιάννης Βούρος.
Από την στιγμή που το Προεδρικό Διάταγμα δεν ήταν έτοιμο στις 2 Ιουλίου υπάρχει νομικό κενό και ως εκ τούτου το ζήτημα λύνεται με καινούργιο συμπληρωματικό νόμο, είπε ο Χρήστος Μαγκούφης, προτείνοντας διάλογο και διαβούλευση που θα καταλήξει σε καινούργιο νόμο. Ο ίδιος βουλευτής πρότεινε οι νέες άδειες να έχουν ισχύ 40 ετών και μετά να επιστρέφονται στο κράτος, ενώ για τις παλιές πρότεινε να υπάρχει η δυνατότητα μεταβίβασής τους στα παιδιά των αυτοκινητιστών άπαξ και με διάρκεια 40 ετών.
«Προσωρινή ανακωχή» πρότεινε από την μεριά της η Άννα Νταλάρα, ώστε να δοθεί χρόνος εκατέρωθεν για την υποβολή και μελέτη προτάσεων και αντιπροτάσεων. Επισήμανε επίσης ότι η απόλυτη απελευθέρωση χωρίς μεταβατικές διατάξεις ίσως δημιουργήσει προβλήματα και πρόσθεσε ότι πρέπει να τεθούν κριτήρια καθώς ελλοχεύει το ενδεχόμενο δημιουργίας καρτέλ.