Μπρος γκρεμός και πίσω... γκρεμός. Σε μια τέτοια κατάσταση νιώθουν ότι βρίσκονται οι Έλληνες τραπεζίτες, ομολογώντας ουσιαστικά πως οι ελληνικές τράπεζες βρίσκονται προ αδιεξόδου, που δύσκολα θα καταφέρουν να ξεπεράσουν.
Παρά το γεγονός ότι οι οριστικές αποφάσεις δεν αναμένεται να ανακοινωθούν πριν από την Τετάρτη 26 Οκτωβρίου, μετά τη δεύτερη Σύνοδο Κορυφής, θεωρείται βέβαιο ότι θα υποχρεωθούν να δεχθούν κούρεμα τουλάχιστον 50% στο χαρτοφυλάκιο ομολόγων του ελληνικού δημοσίου, ανοίγοντας μια μεγάλη τρύπα στα κεφάλαιά τους.
Οι τραπεζίτες γνωρίζουν πως ένα τέτοιο άνοιγμα είναι αδύνατον να καλυφθεί σήμερα από τους μετόχους, ενώ οι συνθήκες στις αγορές καθιστούν ανέφικτες τις όποιες προσπάθειες πώλησης στοιχείων του ενεργητικού τους σε ικανοποιητικές τιμές, ικανές να αντισταθμίσουν τις σοβαρές κεφαλαιακές απώλειες.
Επιπλέον, η αβεβαιότητα που επικρατεί το τελευταίο διάστημα, σε συνδυασμό με τις ολοένα και πιο δυσοίωνες προβλέψεις για την επίλυση της κρίσης χρέους, η εκτίμηση ότι οι τράπεζες οδηγούνται πιθανότατα σε κρατικοποίηση, χωρίς όμως η φημολογία αυτή να επεξηγείται επαρκώς ως προς τις συνέπειές της, προκαλεί ξανά αγωνία στους καταθέτες, που φοβούνται τα χειρότερα. Αποτέλεσμα αυτής της αγωνίας ήταν να παρατηρηθούν και πάλι εκροές καταθέσεων από τις τράπεζες, καθόλη τη διάρκεια της προηγούμενης εβδομάδας.
Στη φάση αυτή, η μεγαλύτερη αβεβαιότητα αφορά κυρίως το μέλλον της χώρας και δευτερευόντως το μέλλον των ίδιων των τραπεζών. Η πλειοψηφία των καταθετών φοβάται ότι, παρά το επικείμενο μεγάλο κούρεμα, το χρέος δεν πρόκειται να καταστεί βιώσιμο και η έξοδος από την ευρωζώνη δεν μοιάζει πια τόσο απίθανο σενάριο.
Την ίδια στιγμή, η αγωνία των τραπεζιτών αφορά την τύχη των ίδιων των τραπεζών και την απώλεια του ελέγχου που συνεπάγεται η ανακεφαλαιοποίησή τους με τη συνδρομή του κράτους.
Παρότι κανείς δεν είναι σε θέση ακόμη να προβλέψει -πολύ περισσότερο να γνωρίζει- με ποιο τρόπο θα γίνει η ανακεφαλαιοποίηση, πώς θα εισρεύσουν τα κεφάλαια που θα απαιτηθούν για να καλύψουν τις απώλειες του κουρέματος και τις αυξημένες προβλέψεις για τις επισφάλειες που θα προκύψουν από τον έλεγχο της BlackRock, γνωρίζουν πολύ καλά ότι οι μέτοχοι δεν είναι σε θέση να καλύψουν τις υποχρεώσεις αυτές, που εκτιμώνται μεταξύ 11-15 δισ. ευρώ και θα οδηγηθούν μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας υπό τον έλεγχο του κράτους.
Σύμφωνα με το ένα σενάριο, η κρατικοποίηση θα είναι «ήπια», μερική και προσωρινή, κάτι που σημαίνει πως οι σημερινοί μέτοχοι θα παραμείνουν, αλλά ως μέτοχοι μειοψηφίας και ενδεχομένως να διατηρήσουν τη δυνατότητα επανάκτησης του ελέγχου των τραπεζών στο μέλλον. Το άλλο δυσμενές σενάριο μπορεί να οδηγήσει σε πλήρη κρατικοποίηση των τραπεζών, με αλλαγή διοικήσεων και οριστικές απώλειες για τους μετόχους. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος αυτού του σεναρίου είναι οι μεγάλες διοικητικές αδυναμίες του Δημοσίου, που μπορεί να μετατρέψει υγιείς κατά τ' άλλα τράπεζες σε βαθιά προβληματικές, όπως η Αγροτική [!!Αυτό σαν ανέκδοτο ακούστηκε! Αφού είναι υγιείς γιατί κινδυνεύουν με κατάρρευση και πρέπει να βάλει λεφτά το Κράτος;].
Είτε στο πρώτο είτε στο δεύτερο σενάριο όμως και ανεξάρτητα από τη μελλοντική τους εξέλιξη, θεωρείται βέβαιο ότι θα ακολουθήσει σοβαρή αναδιάρθρωση στις τράπεζες, με κύριο χαρακτηριστικό τη δραστική περικοπή του κόστους, που θα διευκολυνθεί με τη χρήση των διατάξεων του πρόσφατα ψηφισθέντος πολυνομοσχεδίου, με σοβαρές συνέπειες για τους εργαζομένους στον τραπεζικό τομέα.
Οποια κι αν είναι η εξέλιξη στο θέμα μετοχικού ελέγχου των τραπεζών, οι αποταμιεύσεις των καταθετών παραμένουν ασφαλείς και εγγυημένες.