Κατά την κατάθεσή της υποστήριξε ότι τα προβλήματα που έχουν ανακύψει αφορούν σε "ζητήματα ερμηνείας και εφαρμογής" για τον κλάδο όσων προβλέπει η νομοθεσία για το ενιαίο μισθολόγιο. Επέμεινε ότι ο νόμος δεν μετατρέπει σε δημοσίους υπαλλήλους τους δημοσιογράφους και αφορά "μόνον στο ζήτημα των αποδοχών κι όχι το ζήτημα της νομικής φύσης της σχέσης τους και των όρων άσκησης του επαγγέλματός τους".
Αναλυτικά οι δηλώσεις Βενιζέλου, κατά την κατάθεση της τροπολογίας:
Κυρία Πρόεδρε, έχει κατατεθεί στο Σώμα τροπολογία ή μάλλον δέσμη τροπολογιών που υπογράφεται από μεγάλο αριθμό συναδέλφων, και του ΠΑΣΟΚ και της Νέας Δημοκρατίας και του ΣΥΡΙΖΑ, ίσως και άλλων κομμάτων –δεν θέλω να αδικήσω κανέναν- που αφορά το ζήτημα των αποδοχών του δημοσιογραφικού προσωπικού της ΕΡΤ, του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων και της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης και Επικοινωνίας. Το ζήτημα αυτό ρυθμίζεται στον πρόσφατα ψηφισμένο νόμο για το ενιαίο βαθμολόγιο και μισθολόγιο, αφού ελήφθησαν υπόψη οι ιδιομορφίες του δημοσιογραφικού επαγγέλματος και δεν ισχύει αυτό που μόλις προηγουμένως άκουσα, ότι ο νόμος αυτός μετατρέπει σε δημοσίους υπαλλήλους τους δημοσιογράφους που εργάζονται σε φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα και στο ίδιο το δημόσιο.
Έχω εξηγήσει κατ’ επανάληψιν και εξήγησα και στους ίδιους τους εκπροσώπους του δημοσιογραφικού κόσμου ότι το ζήτημα που ρυθμίζεται με τον ισχύοντα πρόσφατα ψηφισμένο νόμο για το βαθμολόγιο και μισθολόγιο είναι μόνον το ζήτημα των αποδοχών κι όχι το ζήτημα της νομικής φύσης της σχέσης τους και των όρων άσκησης του επαγγέλματός τους. Άλλωστε ο νόμος παραπέμπει ρητά στις ισχύουσες συλλογικές συμβάσεις από το πεδίο των οποίων ρυθμίζει μόνον το ζήτημα των αποδοχών κι όχι όλα τα άλλα θέματα. Επειδή, όμως, είναι προφανές ότι έχουν προκύψει ζητήματα ερμηνείας και εφαρμογής των ρυθμίσεων αυτών και επειδή τέτοια προβλήματα έχουμε και με άλλους φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα και προκειμένου να τιμήσουμε το γεγονός ότι ένας μεγάλος αριθμός συναδέλφων ανέλαβε την πρωτοβουλία να καταθέσει αυτές τις τροπολογίες, με την ανοχή των κομμάτων, λόγω του επείγοντος χαρακτήρα του ζητήματος και παρότι το νομοσχέδιο είναι ένα νομοσχέδιο που εισηγείται το Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, θα ήθελα να δεχθεί το Σώμα αντί των βουλευτικών τροπολογιών που έχουν κατατεθεί, να γίνει δεκτή μία υπουργική τροπολογία που καταθέσαμε ο κ. Παπουτσής κι εγώ πριν από λίγη ώρα.
Έχω ενημερώσει σχετικά και τον Γραμματέα της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Νέας Δημοκρατίας και τον Πρόεδρο του Λαϊκού Ορθόδοξου Συναγερμού, που στηρίζουν ως κοινοβουλευτική πλειοψηφία την Κυβέρνηση και άρα τις πρωτοβουλίες των Υπουργών, και θα παρακαλούσα να έχουμε στο σημείο αυτό και την ανοχή του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας και της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ και των Ανεξαρτήτων συναδέλφων. Η ρύθμιση που έχουμε καταθέσει είναι οριζόντια. Ρυθμίζει θέματα ερμηνείας και εφαρμογής του πολυνομοσχεδίου, του βαθμολογίου και μισθολογίου, και πιο συγκεκριμένα περιέχει τρεις ρυθμίσεις, από τις οποίες η μεν μία αφορά αποκλειστικά το δημοσιογραφικό προσωπικό του Δημοσίου, οι δε άλλες δύο γενικότερα τους φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα και κατ’ αποτέλεσμα το δημοσιογραφικό προσωπικό της ΕΡΤ και του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων.
Η πρώτη ρύθμιση αποσαφηνίζει το ζήτημα του εσωτερικού ορίου που έχει τεθεί από το μισθολόγιο στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, σε σχέση με την εκπαιδευτική κατηγορία κάθε εργαζομένου. Δεν είναι μόνον οι δημοσιογράφοι οι οποίοι έχουν προσληφθεί με την ιδιότητα του δημοσιογράφου και χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το τυπικό προσόν της εκπαιδευτικής βαθμίδας. Έχουμε και σημαντικές εταιρείες του ευρύτερου δημόσιου τομέα, όπου υπάρχει εξειδικευμένο τεχνικό προσωπικό το οποίο βρίσκεται σε μία μέση ή και χαμηλή βαθμίδα εκπαίδευσης, που έχει τύχει εξειδίκευσης, που έχει πολύ σημαντικά προσόντα, που προσφέρει πολύτιμες υπηρεσίες και πρέπει να αμείβεται αναλόγως. Υπάρχουν, για παράδειγμα, τεχνικοί της ΕΑΒ, οι οποίοι μπορεί να είναι και ΥΕ κατηγορίας, αλλά έχουν πολυετή εκπαίδευση σε εξειδικευμένες αεροπορικές εταιρίες του εξωτερικού και είναι περιζήτητοι ως τεχνικοί. Αυτό κατά μείζονα λόγο ισχύει για τους δημοσιογράφους. Άρα, γι’ αυτές τις περιπτώσεις θα μπορούμε να εξαιρούμε απ’ αυτό το εσωτερικό όριο της ΥΕ, ΔΕ, ΤΕ και ΠΕ κατηγορίας αυτές τις ομάδες προσωπικού στις οποίες αναφέρθηκα. Η δεύτερη ρύθμιση αποκαθιστά ένα ερμηνευτικό πρόβλημα που είχε προκύψει στη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στις δημόσιες επιχειρήσεις και τους οργανισμούς του Κεφαλαίου Α΄ του σχετικού νόμου περί ΔΕΚΟ και αυτές του Κεφαλαίου Β΄. Σας θυμίζω ότι σύμφωνα με τη ρύθμιση που έχουμε ψηφίσει πριν από ενάμιση περίπου μήνα και ισχύει, στις εισηγμένες στο Χρηματιστήριο ΔΕΚΟ το όριο που έχει τεθεί είναι μείωση 35% των αποδοχών, σε σχέση με τις αποδοχές όπως αυτές αποτυπώνονταν στις 31 Δεκεμβρίου του 2009.
Στις ΔΕΚΟ του Κεφαλαίου Α΄ το όριο που έχει τεθεί είναι μεσοσταθμικά 1.900 ευρώ το μήνα, μέγιστο όριο. Πολλές φορές όμως αυτό το όριο υπερβαίνει το 35% της μείωσης με αφετηρία τις αποδοχές της 31ης Δεκεμβρίου του 2009. Αυτό μπορεί να ισχύει και στην περίπτωση της ΕΡΤ αλλά και σε άλλες περιπτώσεις. Το είχαμε ρυθμίσει ειδικά στο νόμο για τα Ελληνικά Ταχυδρομεία και το σωστό είναι, όπως απεδείχθη από την ως τώρα συζήτηση, η ρύθμιση που κάναμε για τα Ελληνικά Ταχυδρομεία να επεκταθεί και στις υπόλοιπες ΔΕΚΟ αυτής της κατηγορίας. Άρα, όταν το μεσοσταθμικό όριο του 1.900 είναι χαμηλότερο από αυτό του 35%, ισχύει το ευνοϊκότερο όριο του 35%. Η τρίτη ρύθμιση, η οποία αφορά ειδικότερα τους δημοσιογράφους που εργάζονται στο δημόσιο –στην παλαιά Γενική Γραμματεία Τύπου και τώρα στις Γενικές Γραμματείες Επικοινωνίας και Ενημέρωσης- λέει ότι ακριβώς επειδή αυτοί δεν έχουν προσληφθεί με τυπικά προσόντα, αλλά έχουν προσληφθεί επί τη βάσει της ιδιότητάς τους, αυτή του δημοσιογράφου, και με ειδική διαδικασία, με κοινή απόφαση των συναρμοδίων Υπουργών, του Υπουργού Οικονομικών και του αρμόδιου Υπουργού για την υπηρεσία αυτή, θα ρυθμίζεται το θέμα των αποδοχών, έτσι ώστε να είμαστε εναρμονισμένοι και με το βαθμολόγιο-μισθολόγιο, αλλά και με τα όσα προβλέπει η συλλογική σύμβαση για τους όρους άσκησης του επαγγέλματος του δημοσιογράφου.
Όμως, οι αποδοχές θα ρυθμιστούν με κανονιστική πράξη, όχι με τη συλλογική σύμβαση. Αυτό νομίζω ότι είναι σαφές. Αυτά, λοιπόν, τα έχω εξηγήσει, όπως είπα και προηγουμένως, στους εκπροσώπους των εργαζομένων και πιστεύω ότι με αυτή τη ρύθμιση ικανοποιείται το σύνολο σχεδόν των ζητημάτων που είχαν τεθεί προς συζήτηση. Υπάρχει ένα ακόμη θέμα που αφορά τη λειτουργία της δημόσιας τηλεόρασης που είναι το ζήτημα της υπερωριακής απασχόλησης και της απασχόλησης ημέρες αργίας. Αυτό όμως είναι ένα ζήτημα, το οποίο θα δούμε σε μερικές εβδομάδες, στο νέο έτος, γιατί δεν αφορά μόνο τη δημόσια τηλεόραση. Αφορά πάρα πολλές υπηρεσίες, πάρα πολλούς φορείς, οι οποίοι έχουν 24ωρη λειτουργία και πρέπει να δούμε στις περιπτώσεις αυτές τι γίνεται σε σχέση με την υπερωριακή αμοιβή ή τι γίνεται σε σχέση με τα εξαιρέσιμα. Αυτό, λοιπόν, θα το δούμε συνολικά, όπως είπα προηγουμένως.
Σε σχέση, λοιπόν, με την τροπολογία με γενικό αριθμό 630 και ειδικό 25, θα ήθελα να παρακαλέσω το Σώμα να δώσει τη συναίνεσή του και να την εντάξουμε στο νομοσχέδιο. Ως εκ τούτου, δεν μπορούν να γίνουν δεκτές οι συναφείς τροπολογίες που έχουν κατατεθεί από τους συναδέλφους και θα ψηφιστεί αυτή η τροπολογία.
Και κατά την απόσυρσή της:
Κύριε Πρόεδρε, έκανα μια προσπάθεια το πρωί να ρυθμιστεί το ζήτημα, όχι μόνο της ΕΡΤ, αλλά και ορισμένων άλλων φορέων του ευρύτερου δημόσιου τομέα που έχουν ιδιομορφίες και που πρέπει να αντιμετωπιστούν με μεγαλύτερη ευελιξία.
Επειδή, όμως, το βαθμολόγιο-μισθολόγιο και γενικά η δέσμη των διαρθρωτικών αλλαγών είναι ζωτικής σημασίας για την κυβερνητική πολιτική και για τη διεθνή αξιοπιστία της χώρας, επειδή το νομοθετικό έργο πρέπει να ασκείται με απόλυτη διαφάνεια, επειδή η κυβέρνηση αυτή είναι μια κυβέρνηση που στηρίζεται από τρία κόμματα –ΠΑΣΟΚ, ΝΔ και ΛΑΟΣ- και επειδή και στο εσωτερικό των εργαζομένων σε μεγάλους φορείς του Δημοσίου, όπως η ΕΡΤ, πρέπει να επικρατήσει μια δυνατότητα συζήτησης, ώστε να μην υπάρχουν και εσωτερικές αντιθέσεις, γι’ αυτό θεωρώ αναγκαίο να αποσύρω την τροπολογία αυτή, με γενικό αριθμό 630 και ειδικό αριθμό 25, προκειμένου μέσα στις επόμενες μέρες, μετά από μία οργανωμένη συζήτηση με όλους τους ενδιαφερόμενους, να μπορέσουμε να καταλήξουμε σε μία ρύθμιση, η οποία θα γίνει κατανοητή κατ’ αρχάς από τους ίδιους τους ενδιαφερόμενους, θα γίνει κατανοητή ως προς το ευνοϊκό και φιλικό προς αυτούς περιεχόμενο. Γιατί εδώ κινδυνεύουμε να έχει συμβεί και το εξής παράδοξο: να εισάγονται ρυθμίσεις, οι οποίες είναι εξαιρετικά φιλικές και αυτές να θεωρούνται ως ενοχλητικές ή εχθρικές.
Για την ιστορία του πράγματος, απλώς θέλω να ξέρετε ότι η τελευταία εκδοχή της παρ. 3 της τροπολογίας αυτής είναι η εξήςι:
«Οι αποδοχές των δημοσιογράφων που απασχολούνται με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου στους φορείς που υπάγονται στο πεδίο εφαρμογής της παρ. 1 του άρθρου 4 και του άρθρου 31 του νόμου αυτού, καθορίζονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου υπουργού, μετά από διαβούλευση με τις οικείες δημοσιογραφικές ενώσεις. Ως προς τους λοιπούς όρους απασχόλησης, ισχύουν οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας στις οποίες υπάγονται οι δημοσιογράφοι του προηγουμένου εδαφίου. Σε κάθε περίπτωση, οι δημοσιογράφοι της παραγράφου αυτής υπάγονται στο ασφαλιστικό καθεστώς που ισχύει κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος κεφαλαίου».
Αυτό θα αντικαθιστούσε την παρ. 3 της τροπολογίας.
Θέλω, επίσης, να θυμίσω ότι με την παρ. 1 της αποσυρόμενης τροπολογίας έπαυε να ισχύει το εσωτερικό όριο, με βάση την εκπαιδευτική βαθμίδα, για κατηγορίες εργαζομένων που είναι ειδικού χαρακτήρα. Αυτό αφορά από τους τεχνικούς της ΕΑΒ μέχρι τους τεχνικούς της ΕΡΤ.
Και με την παρ. 2 της τροπολογίας αυτής, εάν το μεσοσταθμικό όριο των € 1.900 ανά εργαζόμενο ανά μήνα, υπερβαίνει το όριο της μείωσης κατά 35% των αποδοχών με βάση τις αποδοχές της 31-12-2009, ισχύει το ευνοϊκότερο για τον εργαζόμενο όριο.
Αυτά είναι οι προθέσεις της Κυβέρνησης. Αλλά επειδή η κυβέρνηση αυτή είναι η Κυβέρνηση του κ. Παπαδήμου και επειδή και η ίδια η λειτουργία της κυβέρνησης πρέπει να διασφαλιστεί και η κοινοβουλευτική της πλειοψηφία πρέπει να εκφραστεί και η Βουλή πρέπει να είναι πλήρως ενήμερη και η κοινωνία και οι ενδιαφερόμενοι πρέπει να έχουν αίσθηση του τι κάνουμε και του τι γίνεται και του ποιος έχει την ευθύνη και για τι πράγμα, γι’ αυτό με στοιχειώδη άνεση θα επανέλθουμε αφού διαβουλευτούμε πάνω στη βάση της πρότασης που ανέφερε προηγουμένως.