Αν και προπαρασκευαστική η πρώτη μετά τη σύνοδο κορυφής συνάντηση του ελληνικού δημοσίου με τον εκπρόσωπο του IIF κ. Τσάρλς Νταλλάρα και των ξένων και Ελλήνων τραπεζιτών, πραγματοποιήθηκε χθες και διήρκεσε σχεδόν όλη την ημέρα. Εκτός από τους τραπεζίτες και την ομάδα του κ. Πέτρου Χριστοδούλου, στη συνάντηση προσήλθε επίσης και η Τρόϊκα μετά τις συναντήσεις που είχε χθες το πρωϊ με τον κ. Βενιζέλο.
Η χθεσινή συνάντηση δεν οδήγησε, όπως ήταν αναμενόμενο, σε κανένα αποτέλεσμα και επικεντρώθηκε στις τοποθετήσεις των δύο πλευρών για τους όρους εφαρμογής του PSI + για το κούρεμα 50% τουλάχιστον των ελληνικών ομολόγων που διακρατούν οι τράπεζες και οι μεγάλοι θεσμικοί επενδυτές. Σύμφωνα με πληροφορίες, το δημόσιο παρουσίασε την πρότασή του όπως έχει γνωστοποιηθεί μέχρι σήμερα, δηλαδή αναδιάρθρωση του χρέους με κούρεμα της ονομαστικής αξίας των ομολόγων κατά 50% και ανταλλαγή τους με νέα ομόλογα που θα διέπονται από το αγγλικό δίκαιο.
Δεν είναι σαφές αν εξακολουθεί να ισχύει η πρόταση για καταβολή μετρητών ίση με το 15% των ομολόγων και έκδοση νέων ομολόγων ίση με το 35%. Το δημόσιο ωστόσο φαίνεται να επιμένει σε επιτόκιο 4,5% το οποίο δεν ικανοποιεί τους τραπεζίτες, σύμφωνα με τους οποίους οι προτεινόμενοι όροι ισοδυναμούν με πολύ μεγαλύτερες ζημίες από το 50%. Οι τράπεζες φαίνεται ότι «βάζουν λίγο νερό στο κρασί τους» και αντί επιτοκίου 8% που αντιπρότειναν αρχικά, φέρεται να συμβιβάζονται με ένα 6%.
Κατά τους τραπεζίτες η εφαρμογή του PSI με τους όρους που βάζει στο τραπέζι το δημόσιο σημαίνει για τις τράπεζες κεφαλαιακές ζημίες που κυμαίνονται από 65% μέχρι 80%. Σ’ αυτή την περίπτωση οι τράπεζες τουλάχιστον σ’ αυτή τη φάση της διαπραγμάτευσης ούτε καν συζητούν την εθελοντική τους συμμετοχή σ’ ένα πρόγραμμα που θεωρούν «καταδικαστικό».
Κατά τις ίδιες πληροφορίες, το δημόσιο εξετάζει επίσης να συμπεριλάβει στους όρους της συμφωνίας τα CACS. Πρόκειται για τις ρήτρες συλλογικής δράσης που καθιστούν από εθελοντική σε υποχρεωτική, τη συμμετοχή όσων δεν προσέλθουν εθελοντικά, υπό την προϋπόθεση ότι η συμμετοχή όσων ιδιωτών συμφωνήσουν θα ξεπερνά το 60% - 65%, ποσοστό που κρίνεται επαρκές για την ενεργοποίηση της ρήτρας αυτής χωρίς η υποχρεωτική συμμετοχή του 20% - 25% να θεωρηθεί πιστωτικό γεγονός.
Από την πλευρά των τραπεζών, εκτιμούν ότι το θέμα ενσωμάτωσης των CACS τίθεται «εκβιαστικά» στο τραπέζι ως μέσο πίεσης από την πλευρά του δημοσίου και θα αποτελέσει ένα σημείο σκληρής διαπραγμάτευσης. Οι τραπεζίτες παρ’ ότι διατηρούν ακόμη τις επιφυλάξεις τους, δεν εμφανίζονται ιδιαίτερα απαισιόδοξοι για την τελική έκβαση των διαπραγματεύσεων, οι οποίες θα πρέπει να έχουν ολοκληρωθεί έως τα τέλη Ιανουαρίου παράλληλα με τη νέα δανειακή σύμβαση και το νέο μνημόνιο που θα συζητηθεί εκ νέου μεταξύ κυβέρνησης και τρόϊκας αμέσως μετά τις γιορτές των Χριστουγέννων.
Την ίδια περίοδο αναμένονται επίσης τα αποτελέσματα των ελέγχων της Black Rock ώστε τον Φεβρουάριο να είναι γνωστό το συνολικό ύψος των κεφαλαίων που θα απαιτηθούν για τις τράπεζες και που σε ότι αφορά τις ελληνικές, θα σημάνει την αντίστροφη μέτρηση για τη μερική –έστω- κρατικοποίησή τους, όπως επιδιώκει ο υπουργός Οικονομικών κ. Ευάγγελος Βενιζέλος που θεωρεί ότι αυτή η εξέλιξη μπορεί να αποτελέσει πλεονέκτημα στον δικό του «προεκλογικό» εσωκομματικό κατ’ αρχήν αγώνα.
Οι συναντήσεις αναμένεται να συνεχιστούν και σήμερα, ενώ έχει προγραμματισθεί επίσης συνάντηση του κ. Νταλλάρα με τον κ. Βενιζέλο.