Διχασμένες εμφανίζονται οι πολιτικές δυνάμεις στην Γερμανία σχετικώς με την πρόταση που φέρεται να έχει υποβάλει η γερμανική κυβέρνηση για ορισμό Επιτρόπου, ο οποίος θα ελέγχει την εφαρμογή του προϋπολογισμού στην Ελλάδα.
Ο Αντικαγκελάριος, Αρχηγός των Φιλελευθέρων και υπουργός Οικονομίας, Φίλιπ Ρέσλερ, σε δηλώσεις του στην εφημερίδα «Μπιλντ» υποστηρίζει ότι η Ελλάδα χρειάζεται περισσότερη καθοδήγηση και έλεγχο. (Διαβάστε σχετικά εδώ)
Σε ανάλογο μήκος κύματος βρίσκεται και η δήλωση του Γενικού Γραμματέα των Χριστιανοδημοκρατών, Χέρμαν Γκρέχε, ο οποίος ανέφερε μεταξύ άλλων πως «περαιτέρω βοήθεια για την Ελλάδα έχει νόημα μόνο εάν υπάρχει επαρκής προσπάθεια από την ίδια την Ελλάδα. Η Ελλάδα πρέπει να υλοποιήσει με συνέπεια τις δεσμεύσεις της για λιτότητα και μεταρρυθμίσεις. Εάν σε αυτή την προσπάθεια δεν προχωρήσει επαρκώς μόνη της, πρέπει η Ευρωπαϊκή Ένωση να ορίσει κάποιον, ο οποίος θα υποστηρίζει την απαραίτητη πρόοδο και θα επιβλέπει και, εάν υπάρχει ανάγκη, θα παρεμβαίνει».
Διαφορετική είναι η άποψη του σοσιαλδημοκράτη νέου Προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Μάρτιν Σουλτς, ο οποίος, αν και δηλώνει στην ίδια ιστοσελίδα ότι αντιλαμβάνεται το ενδιαφέρον των δανειστών για το πώς χρησιμοποιούνται τα λεφτά τους, επισημαίνει ότι «πρέπει να αποφύγουμε την εντύπωση ότι η χώρα κυβερνάται από έξω».
Ο Μάρκους Φέρμπερ, επικεφαλής των Χριστιανοκοινωνιστών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, σε συνέντευξή σε εφημερίδα καλεί την γερμανική κυβέρνηση να είναι προσεκτική και πως «δεν πρέπει να ζητάς κάτι το οποίο ο ίδιος δεν θα δεχόσουν», και αναφέρεται στην πρόσφατη απόφαση του Ανώτατου Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας που αναγνωρίζει την διαχείριση προϋπολογισμού ως θεμελιώδες σημείο της εθνικής κυριαρχίας, στο οποίο δεν επιτρέπεται να παρέμβει η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Από την πλευρά του ο ελληνικής καταγωγής ευρωβουλευτής των Γερμανών Φιλελευθέρων,Γιώργος Χατζημαρκάκης, σε δήλωσή του στην ιστοσελίδα του χαρακτηρίζει από οικονομικής πλευράς παράλογη την πρόταση για Επίτροπο λιτότητας, ο οποίος θα κοιτάζει μόνο το θέμα της αποπληρωμής του χρέους αντί για επενδύσεις για την ανάπτυξη της οικονομίας.