22 Ιανουαρίου 2012

Η εφαρμογή της Σαρία στη Δ.Θράκη


Της Χριστιάννας Λούπα


Ας ρίξουμε όμως μια ματιά στο ιδιαίτερο νομικό καθεστώς που ισχύει σε μια ολόκληρη περιφέρεια της Ελλάδας. Όσο κι αν ακούγεται παράξενο, η απονομή Δικαιοσύνης για τους μουσουλμάνους της Θράκης είναι αρμοδιότητα του μουφτή, ενός ιεροδίκη δηλαδή χωρίς τις παραμικρές νομικές γνώσεις, ο οποίος εφαρμόζει τη Σαρία, δηλαδή τον ιεροϊσλαμικό νόμο.

«Σε χωρίζω, σε χωρίζω, σε χωρίζω», μπορεί ο μουσουλμάνος σύζυγος να πει μπροστά στο μουφτή κι έτσι απλά να βγει το διαζύγιό του, σύμφωνα με τη Σαρία  που, μολονότι ακόμα και στην Τουρκία έχει καταργηθεί από το 1926, στη Δυτική Θράκη εξακολουθεί να διακυβεύει το Οικογενειακό και Κληρονομικό Δίκαιο των Ελλήνων μουσουλμάνων.

Σύμφωνα με τη Σαρία εξ άλλου, η γυναίκα δεν δικαιούται να ζητήσει διαζύγιο. Την επιμέλεια των παιδιών, σε περίπτωση διαζυγίου, έχει η μητέρα για τα αγοράκια μέχρι τα επτά τους χρόνια, για τα κοριτσάκια μέχρι τα εννιά. Μετά τα παίρνει ο πατέρας χωρίς δεύτερη κουβέντα. Η γυναίκα δικαιούται μόνο τρίμηνη διατροφή - που στην πράξη ούτε κι αυτή επιδικάζεται - ενώ υποχρεώνεται να φύγει από τη συζυγική εστία, παίρνοντας μαζί της μόνο ό,τι της ανήκε κατά τη μέρα του γάμου.

Σε όλες τις αποφάσεις διαζυγίου που εκδίδει ο μουφτής, η σύζυγος δεν ακούγεται καν, οι αποφάσεις παίρνονται ερήμην της, ενώ στερείται παντελώς το δικαίωμα αντίκρουσης (ή υποστήριξης) του λόγου του διαζυγίου. Επίσης, ανατίθεται η επιμέλεια σε έναν γονιό, χωρίς να ελεγχθεί η καταλληλότητά του και χωρίς καν να ερωτηθεί. Και τίθεται το ερώτημα: αν τέτοιες αποφάσεις δεν είναι αντισυνταγματικές, τότε ποιες είναι;

Επίσης, κατώτερη ηλικία γάμου είναι τα δώδεκα. Επιτρέπεται ο γάμος δι’ αντιπροσώπων(!!!) και ο άντρας επιτρέπεται να πάρει μέχρι τέσσερις συζύγους. Ας σημειωθεί βέβαια εδώ ότι (ευτυχώς) περιπτώσεις πολυγαμίας δεν έχουν αναφερθεί στη Θράκη.

Η γυναίκα θεωρείται μοιχός αν συνάψει σχέση ακόμα και αφού την έχει εγκαταλείψει ο σύζυγός της(!)

Θα περιγράψουμε εδώ μία περίπτωση που αποτελεί μέρος της καθημερινότητας στη Θράκη:

Έλληνας μουσουλμάνος, δεκαοκτώ μήνες παντρεμένος και πατέρας ενός μικρού αγοριού, εμφανίστηκε μαζί με τη μητέρα του ενώπιον του μουφτή Ξάνθης, λέγοντας τα εξής: «Πριν δεκαπέντε μέρες έφυγε η γυναίκα μου χωρίς να με ρωτήσει και να πάρει την άδειά μου. Με τα μάτια μου την είδα που πήγε κι έκανε παρέα μ’ έναν Τούρκο, ο οποίος μάλιστα έμενε στο σπίτι της. Για το λόγο αυτό τη χωρίζω και θέλω να κηρύξετε τη διάζευξή μου απ’ αυτή.»

Χωρίς να καλέσει τη γυναίκα ο μουφτής – ιεροδίκης έκανε δεκτό το αίτημα και έλυσε το γάμο! Ταυτόχρονα ανέθεσε την επιμέλεια του παιδιού στη σύζυγο μέχρι την ηλικία των επτά ετών.

Κι όμως, όσο κι αν αυτό φαίνεται απίστευτο, η απόφαση αυτή του μουφτή έγινε δεκτή από το Πρωτοδικείο Ξάνθης με αριθμό 45/2000 και κηρύχθηκε εκτελεστή! Και δυστυχώς δεν είναι η μόνη. Γιατί όσο κι αν αυτό αποτελεί την πιο κραυγαλέα και κατάφωρη παραβίαση ατομικών δικαιωμάτων, κάθε χρόνο εκδίδονται δεκάδες τέτοιες αποφάσεις από το μουφτή Ξάνθης ή Διδυμοτείχου.

Ας μην ξεχνάμε άλλωστε πως στο παραδοσιακό Ισλάμ δεν υπάρχει νομοθεσία. Υπάρχει μόνο η Σαρία, που είναι η ερμηνεία του κορανικού νόμου από τον ουλεμά, ο οποίος θεωρείται εκπρόσωπος του θεϊκού νόμου επί της Γης και αντιστοιχεί στον νομοθέτη του ευρωπαϊκού νομικού συστήματος. Η ερμηνεία του ουλεμά χρησιμεύει για την απονομή Δικαιοσύνης μέσω του μουφτή, που ασκεί τη δικαστική εξουσία και του καντή, που ασκεί την εκτελεστική. Η Δικαιοσύνη απονέμεται κατά περίπτωση και δεδικασμένο δεν υπάρχει. Όλο αυτό το σύστημα παραπέμπει σε αιώνες πριν, όταν στη Δύση ο κόσμος έχυνε το αίμα του για να καταργήσει την αυθαιρεσία και ό,τι ακριβώς ισχύει σήμερα στο ιερονομικό μουσουλμανικό Δίκαιο, κατακτώντας μία δίκαιη και αμερόληπτη απονομή της Δικαιοσύνης.

Οι γυναίκες όμως δεν είναι αδικημένες μόνο στο Οικογενειακό Δίκαιο, αλλά και στο Κληρονομικό. Η Σαρία ορίζει ρητά πως οι γιοί παίρνουν πάντα διπλό κληρονομικό μερίδιο από τις κόρες. Και για του λόγου το αληθές, η πατρική περιουσία διανέμεται ως εξής: η χήρα κληρονομεί τον άνδρα της κατά ποσοστό 1/8 εξ αδιαιρέτου και τα 7/8 παίρνουν τα παιδιά του κατά τρόπο τέτοιο, ώστε ο κάθε γιος να λαμβάνει διπλάσιο μερίδιο από κάθε κόρη.  Επίσης, όταν ο αποθανών αφήσει μόνο κόρες τότε στην κληρονομιά υπεισέρχονται οι άρρενες συγγενείς του κληρονομουμένου, ενώ αν δεν υπάρχουν καθόλου παιδιά και ο πατέρας του αποθανόντος είναι εν ζωή, αυτός θα πάρει τα 3/4 της περιουσίας, περιορίζοντας το δικαίωμα της συζύγου στο 1/4.

Προ τριετίας πάντως, μουσουλμάνα φαρμακοποιός προσέφυγε στα ελληνικά δικαστήρια, διεκδικώντας ίσο κληρονομικό μερίδιο με τον αδελφό της και δικαιώθηκε από το Μονομελές Πρωτοδικείο Ροδόπης. Στην απόφασή του εξ άλλου, ο δικαστής σαφώς σημειώνει ότι «Οι δικαιοδοτικές αρμοδιότητες του μουφτή, οι οποίες είναι σαφές από το γράμμα και το πνεύμα της Συνθήκης της Λωζάννης ότι εφαρμόζονται αποκλειστικά και μόνο επί της συγκεκριμένης μοναδικής ελληνικής μουσουλμανικής μειονότητας, δεν θα ήταν δυνατόν να λειτουργήσουν προς την κατεύθυνση της παραβίασης ατομικών δικαιωμάτων των μουσουλμάνων, τα οποία προστατεύονται ρητά από το Σύνταγμα όσο και από την ευρωπαϊκή Σύμβαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων της Ρώμης και το συμπληρωματικό Πρωτόκολλο των Παρισίων». (ΤΑ ΝΕΑ, Δ. Δαμιανός, 26/3/2008)

Πολύ συχνά αναρωτιέται κανείς, εάν είναι δυνατόν μέσα στην ίδια χώρα να υπάρχουν δύο μέτρα και δύο σταθμά ως προς την εφαρμογή του νόμου, δύο διαφορετικά συστήματα Δικαίου δηλαδή, τα οποία αυτόματα δημιουργούν πολίτες πρώτης και δεύτερης κατηγορίας.

Αναπάντητο επίσης παραμένει το ερώτημα, πώς είναι δυνατόν μία ευνομούμενη και δημοκρατική πολιτεία του 21ου αιώνα, μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας, με κατοχυρωμένη συνταγματικά την ισότητα των δύο φύλων, να ανέχεται την μειονεκτική και προφανώς άνιση αντιμετώπιση των γυναικών ενώπιον του νόμου, όσον αφορά τα θέματα Οικογενειακού και Κληρονομικού Δικαίου.

Ασφαλώς το περίπλοκο και ασαφές αυτό ζήτημα ανέκυψε μετά την ανταλλαγή των πληθυσμών του 1923. Υπάρχει ωστόσο η άποψη ότι η Συνθήκη της Λοζάνης δεσμεύει το ελληνικό κράτος ως προς την εφαρμογή της Σαρίας ή την αναγνώριση του μουφτή ως ιεροδίκη, η οποία όμως στερείται κάθε ερείσματος. Πουθενά η Συνθήκη της Λοζάνης δεν περιέχει τέτοια δέσμευση. Συγκεκριμένα, με το άρθρο 42 η Ελλάδα απλώς δεσμεύεται να σέβεται τα έθιμα της μειονότητας για τα οικογενειακά ή προσωπικά ζητήματα των μελών της. Όπως προκύπτει μάλιστα από το αρχείο του Βενιζέλου, το 1931 η ίδια η Τουρκία διατύπωσε την επιθυμία να καταργηθούν τα θρησκευτικά δικαστήρια στη Θράκη.

Η Σαρία προφανώς και σαφέστατα αντίκειται όχι μόνο στο άρθρο 12 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, αλλά και στο άρθρο 116, παρ. 2 του ελληνικού συντάγματος: «Το κράτος μεριμνά για την άρση των ανισοτήτων που υφίστανται στην πράξη, ιδίως σε βάρος των γυναικών».

«Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου. Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις», πρεσβεύει το ελληνικό Σύνταγμα στην παράγραφο 4. Όμως, σε μία περιφέρεια της Ελλάδας η δικαστική εξουσία δεν ανήκει στα δικαστήρια της χώρας, αλλά σε κάποιον ιεροδίκη, χωρίς τις παραμικρές νομικές γνώσεις, με αποτέλεσμα να υπάρχει ανομοιογένεια ως προς την εφαρμογή του νόμου ανάμεσα στους πολίτες της ίδιας χώρας.

Ας ελπίσουμε τέλος - μολονότι αναμένεται να υπάρξουν αντιδράσεις - ότι ο νέος νόμος θα αποτελέσει ένα ρηξικέλευθο βήμα για την κατάργηση αυτού του απαράδεκτου νομικού απολιθώματος και θα συμβάλει σημαντικά στην ορθότερη απονομή της Δικαιοσύνης μεταξύ των πολιτών του ελληνικού κράτους.

Χριστιάννα Λούπα
Palmografos.com