03 Ιανουαρίου 2012

Βατοπαίδι über alles

Στις φετινές εορτές φαίνεται ότι επέστρεψε στις πρώτες επιλογές των πολιτών ένα δώρο που ήταν χαμηλά στη σχετική τους λίστα. Το βιβλίο. Η επιλογή του να δωρίσεις ένα βιβλίο είναι – ευτυχώς – ακόμα οικονομικά ανεκτή και πολύ εύστοχη, δεδομένου ότι στις μέρες μας η «μόδα» επιτάσσει «fast track» ενημέρωση, τίτλους τριών λέξεων, βίντεο δύο λεπτών και σχολιασμό κατά το δοκούν. Λείπει δηλαδή η εμβάθυνση, η ενδελεχής εξέταση των γεγονότων, η μετάδοση του αντικειμενικού γεγονότος, η κριτική σκέψη, η αυτόνομη προσπάθεια για δημιουργία προσωπικής άποψης μετά από μελέτη και ανάλυση.


Οι πληροφορίες από βιβλιοπωλεία που επισκέφθηκα λένε ότι ο κόσμος δειλά δειλά έχει αρχίσει πάλι να διαβάζει, να ψάχνει το καλό βιβλίο, να αναζητά πρωτογενές υλικό για σκέψη και προβληματισμό. Αυτό είναι κάτι πολύ ελπιδοφόρο, σε μια περίοδο που για περισσότερα από 4 χρόνια η χώρα αποδέχθηκε ως τροχιοδεικτικές γραμμές του πολιτικού κυρίως βίου της τα παχιά γράμματα στα πρωτοσέλιδα, τους πομπώδεις τηλεοπτικούς τίτλους, τα «fast food» και προκάτ συμπεράσματα, τις «καταδίκες» σε χρόνο χύτρας.

Είχα την ευκαιρία να διαβάσω τρία βιβλία το τελευταίο διάστημα. Του Σταύρου Λυγερού, του Παύλου Τσίμα και του Μανώλη Κοττάκη, δημοσιογράφοι και οι τρείς. Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να εντοπίζεις πως αλλάζει η οπτική των δημοσιογράφων επί των γεγονότων, όταν έχει παρέλθει ένα χρονικό διάστημα από την τέλεσή τους, όντας απαλλαγμένοι από την αδυσώπητη πίεση του χρόνου της εβδομαδιαίας ή καθημερινής αρθρογραφίας. Είναι πολύ διαφορετική η νηφαλιότητά τους, το κριτικό τους πνεύμα και μερικές φορές ακόμα και η τοποθέτησή τους επί των γεγονότων.

Υπάρχει ένα σημείο που μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση, ενθυμούμενος τη στάση τους την περίοδο που εκτυλίσσονταν τα γεγονότα στα οποία αναφέρονται. Και στα τρία βιβλία υπάρχει μια σύγκλιση σε έναν κοινό παρανομαστή σε ό,τι αφορά την έναρξη της περιδίνησης της χώρας σε αυτό που ονομάζουμε σήμερα παγκόσμια οικονομική κρίση. Ότι το 2008, έτος που η Lehman Brothers βάρεσε το μεγάλο κανόνι ξεκινώντας το γαϊτανάκι της κρίσης, στην Ελλάδα το ρολόι είχε σταματήσει στην υπόθεση του Βατοπαιδίου και έμεινε εκεί για περισσότερο από ενάμιση χρόνο ! Την ώρα δηλαδή που σε παγκόσμιο επίπεδο οι οιωνοί γι’ αυτό που ερχόταν ήταν κάτι παραπάνω από ξεκάθαροι, εμείς εδώ, βλέπαμε πρώτο και κύριο θέμα στα δελτία μια υπόθεση σαφώς δευτερεύουσα σε σχέση με αυτό που απασχολούσε το παγκόσμιο στερέωμα.

Το χειρότερο είναι ότι η τότε αντιπολίτευση του Παπανδρέου, πρωτοστατώντας και συμμετέχοντας ακόμα και με μέλη της (Πεταλωτής – Ξυνίδης) στην αντιδικία Μονής – Δημοσίου, ενώ είχαν προηγηθεί ακόμα και υπογραφές δικών της μελών (Δρυς – Φωτιάδης) στην αναγνώριση κυριότητας και στις γνωμοδοτήσεις Νομικού Συμβουλίου του Κράτος και του Συμβουλίου Δημοσίων Κτημάτων, από το 2003, επέμενε ότι η κρίση που ερχόταν στην Ελλάδα ήταν καθαρά εγχώριο φαινόμενο που δεν είχε καμία σχέση με τις διεθνείς αγορές και οικονομικές συγκυρίες. Το «Βατοπαίδι» για το ΠΑΣΟΚ τότε, ήταν μια υπόθεση «über alles» που δεν επέτρεπε καμία συναίνεση στη λήψη αποφάσεων για να θωρακιστεί η χώρα ενόψει όσων έρχονταν. Όλοι θυμούνται άλλωστε την απόρριψη των προσκλήσεων για ελάχιστη συμφωνία σε 5 άξονες για την οικονομία, εκείνη την εποχή.

Η κοινή γνώμη, την ώρα που ο υπόλοιπος κόσμος έβλεπε το παγόβουνο να έρχεται – και με ευθύνη των τριών προαναφερθέντων συγγραφέων μεταξύ πολλών άλλων – ξημεροβραδιαζόταν παρακολουθώντας «αποκαλύψεις» για μια υπόθεση που ήταν γνωστή από το 1994 (!!!) και ως συνήθως στην Ελλάδα είχε ξεκινήσει να μπαίνει στα γρανάζια των δικαστηρίων. Θα επιχειρήσω παρακάτω μια προωθημένη διαπίστωση που δεν έχει τύχει να διαβάσω κάπου και η οποία κατά τη γνώμη μου αποτελεί την «καρδιά» του θέματος, απλά δεν τολμούν γενικώς να την αγγίξουν.

Η ουσία είναι ότι 3 χρόνια μετά, οι περισσότεροι συμφωνούν ότι στην Ελλάδα η κοινή γνώμη εγκλωβίστηκε σε ένα θέμα που μπορεί να ήταν σοβαρό, αλλά δεν μπορούσε να ήταν το μείζον. Και έμεινε εκεί. Αυτές τις μέρες δε, έχω την αίσθηση ότι το ίδιο πράγμα επαναλαμβάνεται σαν φάρσα, έχοντας και πάλι σοβαρές παράπλευρες συνέπειες που μάλλον μετά από κάποια χρόνια θα τις διαβάσουμε στα βιβλία των ίδιων ή άλλων δημοσιογράφων …

Η ιστορία των χρυσόβουλων


Διαβάζοντας σχετικά με την υπόθεση «Βατοπαιδίου», αλλά και όμοιες αυτής, διαπιστώνω ότι ο κεντρικός πυρήνας του ζητήματος εστιάζεται στην ισχύ, την ερμηνεία και την εγκυρότητα των περίφημων χρυσόβουλων. Ας μην ξεχνάμε ότι ανάλογη υπόθεση υφίσταται και στην Κορινθία, όπως και σε πολλές περιοχές της Ελλάδας αλλά και του εξωτερικού.

Το νομικό πλαίσιο της Ελλάδας, ήδη από την εποχή του Ελευθερίου Βενιζέλου και τούδε, με νόμους, αναγνωρίζει τα χρυσόβουλα και την ισχύ τους επί της ιδιοκτησίας. Αυτό θα το συναντήσει κανείς σε όλη σχεδόν τη βιβλιογραφία. Εκφράζονται διαφορετικές απόψεις ως προς το τι δυνατότητες έχουν αυτοί οι τίτλοι, αλλά η ουσία παραμένει, ότι δηλαδή αναγνωρίζονται.

Το θέμα λοιπόν είναι απλό. Θέλει και πρέπει η ελληνική πολιτεία να αναθεωρήσει τη στάση της ως προς τα χρυσόβουλα, 100 και πλέον χρόνια μετά ; Τι επιπτώσεις θα είχε κάτι τέτοιο ως προς τις διαχρονικές διπλωματικές της θέσεις και την κτήση εδαφών σε περιοχές του εξωτερικού ; Οφείλει να επανεξετάσει το σύνολο του νομικού πλαισίου σε θέματα απαλλοτριώσεων και αποζημιώσεων για διάφορες κατηγορίες εκτάσεων ;

Τέλος, υπάρχει και ένα ηθικό ζήτημα. Είναι συμβατό και ηθικό σε μια δικαστική διαμάχη διάδικοι ή αντίδικοι να έχουν, ταυτόχρονα, αξιώματα όπως του Υπουργού Δικαιοσύνης (Πεταλωτής) ή του Αναπληρωτή Υπουργού Ανάπτυξης (Ξυνίδης, ο αδελφός του είναι επίσης εκ των βασικών κατηγόρων) ;

Το ζήτημα λοιπόν είναι διαχρονικά πολιτικό και κυρίως νομοθετικό, άρα κοινοβουλευτικό. Αν πάρει ο καθένας θέση πρώτα επί αυτών, τότε εύκολα θα καταλάβει τι συνέβη με το «Βατοπαίδι».

Scripta manent

Τα γραπτά μένουν και γι’ αυτό είναι σχετικά τολμηρή η παραπάνω ανάλυση, μιας και πιστεύω ότι θέτει το θέμα στην πραγματική του διάσταση. Γιατί όσες έρευνες και εκτιμήσεις έγιναν από ανεξάρτητες εταιρείες σχετικά με τις ανταλλαγές των εκτάσεων, δεν έδειξαν ότι υπήρξε ζημιά του δημοσίου.

Στις εξεταστικές που έγιναν στη Βουλή, σε κανένα πόρισμα δεν υπήρξε ούτε καν η υπόνοια ότι διακινήθηκε χρήμα σε λογαριασμούς πολιτικών προσώπων ή υπήρξαν «μίζες». Αν και διάφοροι «καλοθελητές» μιλούν για «σκάνδαλο» μεγαλύτερο από εκείνο του Κοσκωτά, προσπαθώντας κάθιδροι να δικαιώσουν μάλλον τις προσωπικές τους πολιτικές επιλογές, θα πρέπει να ξέρουν ότι τελικά η υπόθεση «Βατοπαιδίου» είχε έναν κύκλο εργασιών που αναφερόταν σε περίπου 60 εκ. ευρώ συνολικά, ενώ η υπόθεση της Ferostaal με τα υποβρύχια, ας πούμε, αναφερόταν σε σύμβαση ύψους 1,8 δις ευρώ και μίζες 36 εκ. ευρώ το 2000, που καταμαρτυρήθηκαν στο γερμανικό δικαστήριο το οποίο καταδίκασε την εταιρεία σε βαρύ πρόστιμο λόγω των πρακτικών της αυτών.

Να σημειωθεί ότι ακόμη και οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ δεν ψήφισαν στη Βουλή τα πορίσματα που συντάχθηκαν από το κόμμα τους για το «Βατοπαίδι», ενώ ακόμα αναμένεται η νέα έρευνα που υποτίθεται ότι παρήγγειλε η κυβέρνηση Παπανδρέου για την εκτίμηση της υποτιθέμενης ζημιάς του δημοσίου.

Θεωρώ ότι δαπανήθηκε υπερβολικά πολλή φαιά ουσία και μελάνι σχετικά με την όλη υπόθεση, που αν είχε δαπανηθεί για να προετοιμαστεί η χώρα ενόψει του τσουνάμι της κρίσης, δεν θα ήμασταν εδώ που βρισκόμαστε σήμερα. Καλή χρονιά !

Από την εφημερίδα "ΣΗΜΕΡΑ" του Σαββάτου, 31 Δεκεμβρίου 2011, σελίδα 7. Δείτε το απόκομμα της εφημερίδας στο scribd, εδώ.









 


 


 





Βασίλειος Μπαλάφας

vasileios[at]balafas.gr
http://vbalafas.blogspot.com/2012/01/uber-alles.html