«Η Ελλάδα υπέκυψε σε όλες τις απαιτήσεις, θα ήταν λοιπόν ανέντιμο να μην
την βοηθήσουμε», γράφει η εφημερίδα Süddeutsche Zeitung του Μονάχου και
εξηγεί: «Η Ελλάδα δεν εντάσσεται απλώς σε ένα σκληρό δημοσιονομικό
καθεστώς προχωρώντας σε αιματηρές οικονομίες, παραιτούμενη από μέρος της
εθνικής κυριαρχίας όσον αφορά τα κρατικά έσοδα και υποτασσόμενη σε
άμεσο ευρωπαϊκό έλεγχο. Αλλά επιπλέον δεσμεύεται για μία σειρά
μεταρρυθμίσεων, μετά από την οποία δεν θα μοιάζει σε τίποτα με τη
σημερινή Ελλάδα», επισημαίνει ο αρθρογράφος και συνεχίζει:
Ο Γερμανός υπ. Οικονομικών Γκίντο Βεστερβέλε
«Στους Έλληνες είχε δοθεί η υπόσχεση ότι θα λάβουν βοήθεια, εφόσον
αποδεχθούν ένα οδυνηρό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων. Αυτό έκαναν, γι' αυτό
και τώρα θα ήταν ανήθικο να αναζητεί κανείς συνεχώς νέες αφορμές για να
μην εκπληρώσει τις υποσχέσεις του. Δεν είναι δυνατόν να διαπραγματεύεται
κανείς επί εβδομάδες και ξαφνικά να ανακαλύπτει ότι δεν μπορεί να
εμπιστευθεί τις διαβεβαιώσεις των Ελλήνων ή ότι οι εκλογές στην Αθήνα
έχουν το ρίσκο τους. Όλα αυτά ήταν γνωστά εκ των προτέρων και όποιος
πίστευε ότι η δεν υπάρχει ελπίδα διάσωσης για την Ελλάδα θα μπορούσε να
το είχε πει. Όμως κανένας υπεύθυνος πολιτικός δεν το είπε, ούτε καν ο
Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόϊμπλε, ο οποίος επιτίθεται
δημόσια με όλο και μεγαλύτερη σφοδρότητα εναντίον της Ελλάδας».
«Με ανησυχεί το γεγονός ότι ανεβαίνουν οι τόνοι στην Ευρώπη», δηλώνει
για το θέμα αυτό, αν και χωρίς να αναφέρει ονόματα, ο Γερμανός υπουργός
Εξωτερικών Γκίντο Βέστερβελλε σε μία εφ΄όλης της ύλης συνέντευξή του
στην εφημερίδα Die Welt του Βερολίνου. Και εξηγεί: «Πολλά μπορεί να πει
κανείς για τον άλλον στην Ευρώπη και χωρίς να κρύβει τα λόγια του. Αλλά
πρέπει να το πει με έναν τρόπο που δεν προσβάλει κανέναν και δεν υποτιμά
κανέναν λαό της Ευρώπης. Επειδή ακριβώς εμείς οι Γερμανοί είμαστε τόσο
επιτυχημένοι στην οικονομία, θα έπρεπε να δείχνουμε μεγαλύτερη
ευαισθησία από τους άλλους. Αυτή ακριβώς είναι η ευθύνη του ισχυρού».
Το στοίχημα του εκσυγχρονισμού
Επικριτικός, όπως πάντα, στην παροχή βόηθειας προς την Ελλάδα είναι ο
επικεφαλής του Ινστιτούτου Οικονομικών Μελετών Ifo του Μονάχου Χανς
Βέρνερ Ζιν, σε συνέντευξή του προς την ηλεκτρονική έκδοση του περιοδικού
Der Spiegel. Τι θα έπρεπε κατά τη γνώμη του να αποφασίσουν τα
κράτη-μέλη του Γιούρογκρουπ για την Ελλάδα; «Θα έπρεπε να της δώσουν τα
χρήματα που χρειάζεται για να διευκολυνθεί η αποχώρησή της από την
ευρωζώνη», λέει ο Χανς Βέρνερ Ζιν. «Με αυτά τα χρήματα το κράτος στην
Ελλάδα θα μπορούσε να κρατικοποιήσει τις τράπεζες και να αποφύγει την
κατάρρευση».
Ο εκδότης της εβδομαδιαίας εφημερίδας Die Zeit Γιόζεφ Χόφε φημίζεται για
τον αδέκαστο και ρεαλιστικό σχολιασμό του. Σήμερα η Tagesspiegel του
Βερολίνου του ζητεί να απαντήσει στην εξής ερώτηση: «Ο Γερμανός υπουργός
Οικονομικών και ο Έλληνας πρόεδρος της Δημοκρατίας ανταλάσσουν πυρά.
Ποιος θα κερδίσει;»
Η απάντηση του Γιόζεφ Χόφε: «Κανείς. Στο τέλος οι Έλληνες θα υποκύψουν
και οι Γερμανοί θα πληρώσουν. Και αυτό αποτελεί κέρδος για το ευρώ και
για την Ευρώπη. Το μείζον ζήτημα δεν είναι η στείρα αντιπαράθεση για τη
λιτότητα ή την οικονομική βοήθεια, είναι η επανίδρυση ενός αποτυχημένου
κράτους. Είναι μία σύγχρονη Ελλάδα, η οποία δεν θα αποτελεί λάφυρο των
καλά οργανωμένων συμφερόντων και θα μπορεί να ισοσκελίζει έσοδα και
έξοδα».
Στο ίδιο πλαίσιο το σχόλιο από την εφημερίδα Rheinische Post του
Ντύσσελντορφ: «Οι πολιτικοί στην Αθήνα θα πρέπει να βρουν το θάρρος να
πουν ότι απέτυχαν οικτρά στο παρελθόν και τώρα οι πολίτες θα πρέπει να
πληρώσουν τα σπασμένα. Το ζητούμενο είναι ο εκσυγχρονισμός ενός κράτους,
το οποίο δεν μπορεί να εισπράξει φόρους, δεν μπορεί να βρει απασχόληση
για το 25% των Ελλήνων που απασχολείται στον δημόσιο τομέα και επιπλέον
βυθίζεται στη διαφθορά».
Οι απόγονοι της Κασσάνδρας
«Νεοέλληνες απόγονοι της Κασσάνδρας», επιγράφεται ρεπορτάζ της
Frankfurter Allgemeine, αφιερωμένο σε εκείνους τους Έλληνες που είχαν
προβλέψει τα σημερινά δεινά, αλλά κανείς δεν ήθελε να τους ακούσει.
Μεταξύ αυτών ο πρώην διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Νίκος Γκαργκάνας
και οι πρώην υπουργοί Στέφανος Μάνος και Γιώργος Φλωρίδης.
Στον τελευταίο γίνεται ιδιαίτερη αναφορά: «Τον Ιούνιο του 2011 ο
Φλωρίδης παραιτήθηκε από βουλευτής όντας εξοργισμένος με τους
κομματικούς βαρόνους, τον Παπανδρέου και τον Σαμαρά, που αποδείχθηκαν
ανίκανοι να αντιμετωπίσουν την κρίση. Αλλά έχοντας προφανώς και την
υστερόβουλη σκέψη, ότι καλό θα ήταν να εγκαταλείψει εγκαίρως ένα
βυθιζόμενο πλοίο, στο οποίο ούτως ή άλλως είχε μόνο περιθωριακό ρόλο».
Για την εξαγγελία του Γιώργου Φλωρίδη περί νέου κόμματος, το οποίο
μάλιστα τάσσεται υπέρ των απολύσεων στον δημόσιο τομέα η εφημερίδα
σχολιάζει: «Παλαιότερα στην Ελλάδα η εξαγγελία ενός πολιτικού ότι θα
απολύσει υπεράριθμους δημοσίους υπαλλήλους θα σήμαινε και το τέλος της
σταδιοδρομίας του. Τώρα όμως ούτε ο Φλωρίδης, ούτε και η Ελλάδα έχουν
τίποτα να χάσουν».
skai.gr