Κλίμα απαισιοδοξίας καταγράφει το βαρόμετρο
του Εμποροβιομηχανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης (ΕΒΕΘ), με το δείκτη
καταναλωτικής εμπιστοσύνης στο νομό Θεσσαλονίκης να βρίσκεται στο ναδίρ
και το μηνιαίο εισόδημα των νοικκοκυριών να έχει μειωθεί κατά ένα τρίτο
στην τελευταία τριετία.
Το 41% φοβάται ότι η οικονομική κατάστασή του θα επιδεινωθεί -ποσοστό πάντως μειωμένο σε σχέση με τον περασμένο Σεπτέβριο- ενώ βελτίωση καταγράφει ο τοπικός δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών στη βιομηχανία, που φτάνει πλέον στα -ούτως ή άλλως χαμηλά- πανελλαδικά επίπεδα.
Βάσει της έρευνας Οικονομικής Συγκυρίας του ΕΒΕΘ, τα νοικοκυριά του νομού τα βγάζουν πλέον πέρα με μόλις 1.612 ευρώ τον μήνα, έναντι 2.525 ευρώ τον Μάρτιο 2009 (μείωση 36,2%).
Το 49% των ερωτηθέντων δηλώνουν ότι ζουν σε βάρος των αποταμιεύσεών τους ή με δανεικά, ενώ το 43% ότι «τα βγάζει πέρα ίσα-ίσα». Έτσι, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης στο νομό διαμορφώθηκε τον Μάρτιο στις -72 μονάδες, ενώ ο αντίστοιχος εθνικός στις -79 και ο ευρωπαϊκός στις -19.
Ο υπο-δείκτης που αποτυπώνει τις προσδοκίες των νοικοκυριών για το επόμενο 12μηνο όμως βελτιώθηκε, καθώς «μόνο» το 41% των ερωτηθέντων, έναντι 51% τον Σεπτέμβριο 2011, εκτιμά ότι η οικονομική κατάστασή του θα επιδεινωθεί. Για πρώτη φορά από την καθιέρωση του Βαρόμετρου το Μάρτιο του 2009, οι Θεσσαλονικείς θεωρούν -έστω με οριακή πλειοψηφία- ότι οι τιμές καταναλωτή στο επόμενο 12μηνο θα σημειώσουν κάμψη.
Το σημαντικότερο όμως είναι ότι η δαπάνη μειώθηκε στο μισό. Στο ερώτημα «πόσα χρήματα ξοδέψατε για την αγορά προϊόντων στην τελευταία σας επίσκεψη σε εμπορικό κέντρο;», την πλειοψηφία των απαντήσεων συγκέντρωσε η κατηγορία 21-50 ευρώ, όταν το 2008 ήταν εκείνη των 51-100 ευρώ.
Πριν την τελική αγορά προϊόντος, το 57% δήλωσε ότι κάνει «πάντοτε» έρευνας αγοράς, συν ένα 28% που απάντησε ότι ερευνά πάντα τις τιμές όταν πρόκειται να κάνει μια σημαντική αγορά (μόλις το 15% δεν κάνει έρευνα). Το 55% των καταναλωτών υποστηρίζουν ότι ζητούν πάντα απόδειξη όταν δεν τους τη δώσουν και το 31% «μερικές φορές».
Πάντως, περίπου ένας στους έξι (16%) κατοίκους του νομού δηλώνει ότι πραγματοποιεί ενίοτε αγορές από πλανόδιους χωρίς άδεια, για λόγους όπως οι χαμηλότερες τιμές (67%) ή η συμπάθεια προς τον πωλητή (25%).
Σημαντικά βελτιωμένος ήταν τον Μάρτιο ο τοπικός δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών στη βιομηχανία, φτάνοντας τον εθνικό (-22), ενώ στις προηγούμενες έρευνες διαμορφωνόταν σε χαμηλότερα επίπεδα (-34). Αμετάβλητο παραμένει το επίπεδο παραγγελιών τόσο από την εγχώρια αγορά, όσο και το εξωτερικό.
Το επόμενο εξάμηνο, όμως, τα στελέχη των βιομηχανικών επιχειρήσεων προβλέπουν σχετική βελτίωση παραγωγής, αλλά και ελαφρά μείωση τιμών πώλησης.
Για την απασχόληση εκτιμούν ότι θα παραμείνει αμετάβλητη. Ο «νούμερο ένα» παράγοντας, που επηρεάζει αρνητικά την πορεία των επιχειρήσεων, είναι η περιορισμένη ζήτηση.
Αρνητική, αλλά στάσιμη στα επίπεδα της προηγούμενης έρευνας, είναι η εικόνα στις υπηρεσίες, αν και οι επιδόσεις των επιχειρήσεων της Θεσσαλονίκης, καλύτερες από τον εθνικό μέσο όρο, δείχνουν ότι η προσαρμογή τους στην ύφεση έγινε μάλλον νωρίτερα.
Πάντως, καταγράφεται επιδείνωση στην απασχόληση το τελευταίο εξάμηνο, ενώ προβλέπεται μείωση τιμών προσεχώς. Και στον τομέα των υπηρεσιών, η περιορισμένη ζήτηση είναι ο πρώτος περιοριστικός παράγοντας.
Στο λιανεμπόριο, οι επιχειρηματίες παραμένουν σταθερά απαισιόδοξοι. Λιγότερο αρνητική είναι η πρόβλεψη για τις πωλήσεις τοπικά, σε σχέση με το προηγούμενο εξάμηνο τη στιγμή που ο δείκτης σε εθνικό επίπεδο επιδεινώθηκε.
Τέλος, στο πιο χαμηλό επίπεδο από την καθιέρωσή του στο Βαρόμετρο διαμορφώθηκε ο «Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών για τις Κατασκευές» στο νομό Θεσσαλονίκης: «έκλεισε» στις -55 μονάδες, έναντι -61 για τον εθνικό και -29 για τον ευρωπαϊκό. Σταθερή εμφανίζεται η τάση πτώσης των τιμών σε σχέση με τον Σεπτέμβριο 2011, ενώ η πρόθεση μείωσης του προσωπικού στο επόμενο εξάμηνο, παραμένει ισχυρή, αν και ηπιότερη.
Το 41% φοβάται ότι η οικονομική κατάστασή του θα επιδεινωθεί -ποσοστό πάντως μειωμένο σε σχέση με τον περασμένο Σεπτέβριο- ενώ βελτίωση καταγράφει ο τοπικός δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών στη βιομηχανία, που φτάνει πλέον στα -ούτως ή άλλως χαμηλά- πανελλαδικά επίπεδα.
Βάσει της έρευνας Οικονομικής Συγκυρίας του ΕΒΕΘ, τα νοικοκυριά του νομού τα βγάζουν πλέον πέρα με μόλις 1.612 ευρώ τον μήνα, έναντι 2.525 ευρώ τον Μάρτιο 2009 (μείωση 36,2%).
Το 49% των ερωτηθέντων δηλώνουν ότι ζουν σε βάρος των αποταμιεύσεών τους ή με δανεικά, ενώ το 43% ότι «τα βγάζει πέρα ίσα-ίσα». Έτσι, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης στο νομό διαμορφώθηκε τον Μάρτιο στις -72 μονάδες, ενώ ο αντίστοιχος εθνικός στις -79 και ο ευρωπαϊκός στις -19.
Ο υπο-δείκτης που αποτυπώνει τις προσδοκίες των νοικοκυριών για το επόμενο 12μηνο όμως βελτιώθηκε, καθώς «μόνο» το 41% των ερωτηθέντων, έναντι 51% τον Σεπτέμβριο 2011, εκτιμά ότι η οικονομική κατάστασή του θα επιδεινωθεί. Για πρώτη φορά από την καθιέρωση του Βαρόμετρου το Μάρτιο του 2009, οι Θεσσαλονικείς θεωρούν -έστω με οριακή πλειοψηφία- ότι οι τιμές καταναλωτή στο επόμενο 12μηνο θα σημειώσουν κάμψη.
Το σημαντικότερο όμως είναι ότι η δαπάνη μειώθηκε στο μισό. Στο ερώτημα «πόσα χρήματα ξοδέψατε για την αγορά προϊόντων στην τελευταία σας επίσκεψη σε εμπορικό κέντρο;», την πλειοψηφία των απαντήσεων συγκέντρωσε η κατηγορία 21-50 ευρώ, όταν το 2008 ήταν εκείνη των 51-100 ευρώ.
Πριν την τελική αγορά προϊόντος, το 57% δήλωσε ότι κάνει «πάντοτε» έρευνας αγοράς, συν ένα 28% που απάντησε ότι ερευνά πάντα τις τιμές όταν πρόκειται να κάνει μια σημαντική αγορά (μόλις το 15% δεν κάνει έρευνα). Το 55% των καταναλωτών υποστηρίζουν ότι ζητούν πάντα απόδειξη όταν δεν τους τη δώσουν και το 31% «μερικές φορές».
Πάντως, περίπου ένας στους έξι (16%) κατοίκους του νομού δηλώνει ότι πραγματοποιεί ενίοτε αγορές από πλανόδιους χωρίς άδεια, για λόγους όπως οι χαμηλότερες τιμές (67%) ή η συμπάθεια προς τον πωλητή (25%).
Σημαντικά βελτιωμένος ήταν τον Μάρτιο ο τοπικός δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών στη βιομηχανία, φτάνοντας τον εθνικό (-22), ενώ στις προηγούμενες έρευνες διαμορφωνόταν σε χαμηλότερα επίπεδα (-34). Αμετάβλητο παραμένει το επίπεδο παραγγελιών τόσο από την εγχώρια αγορά, όσο και το εξωτερικό.
Το επόμενο εξάμηνο, όμως, τα στελέχη των βιομηχανικών επιχειρήσεων προβλέπουν σχετική βελτίωση παραγωγής, αλλά και ελαφρά μείωση τιμών πώλησης.
Για την απασχόληση εκτιμούν ότι θα παραμείνει αμετάβλητη. Ο «νούμερο ένα» παράγοντας, που επηρεάζει αρνητικά την πορεία των επιχειρήσεων, είναι η περιορισμένη ζήτηση.
Αρνητική, αλλά στάσιμη στα επίπεδα της προηγούμενης έρευνας, είναι η εικόνα στις υπηρεσίες, αν και οι επιδόσεις των επιχειρήσεων της Θεσσαλονίκης, καλύτερες από τον εθνικό μέσο όρο, δείχνουν ότι η προσαρμογή τους στην ύφεση έγινε μάλλον νωρίτερα.
Πάντως, καταγράφεται επιδείνωση στην απασχόληση το τελευταίο εξάμηνο, ενώ προβλέπεται μείωση τιμών προσεχώς. Και στον τομέα των υπηρεσιών, η περιορισμένη ζήτηση είναι ο πρώτος περιοριστικός παράγοντας.
Στο λιανεμπόριο, οι επιχειρηματίες παραμένουν σταθερά απαισιόδοξοι. Λιγότερο αρνητική είναι η πρόβλεψη για τις πωλήσεις τοπικά, σε σχέση με το προηγούμενο εξάμηνο τη στιγμή που ο δείκτης σε εθνικό επίπεδο επιδεινώθηκε.
Τέλος, στο πιο χαμηλό επίπεδο από την καθιέρωσή του στο Βαρόμετρο διαμορφώθηκε ο «Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών για τις Κατασκευές» στο νομό Θεσσαλονίκης: «έκλεισε» στις -55 μονάδες, έναντι -61 για τον εθνικό και -29 για τον ευρωπαϊκό. Σταθερή εμφανίζεται η τάση πτώσης των τιμών σε σχέση με τον Σεπτέμβριο 2011, ενώ η πρόθεση μείωσης του προσωπικού στο επόμενο εξάμηνο, παραμένει ισχυρή, αν και ηπιότερη.
Newsroom ΔΟΛ, με πληροφορίες από ΑΠΕ-ΜΠΕ