21 Ιουνίου 2012

Τι θέλουμε στο νέο μνημόνιο

Οι κεντρικοί στόχοι της επαναδιαπραγμάτευσης του μνημονίου για την ελληνική πλευρά είναι η προώθηση αναπτυξιακών μέτρων, το φρένο σε νέους φόρους και σε νέες μειώσεις μισθών, αλλά και η ενίσχυση της ρευστότητας της αγοράς.
Απλά πράγματα δηλαδή, για τα οποία δεν έγινε καμία διαπραγμάτευση στο παρελθόν, μέχρι και το Φεβρουάριο που υπογράφηκε η τελευταία δανειακή σύμβαση.

Το πόσο ρεαλιστικοί είναι οι στόχοι θα εξαρτηθεί από την προεργασία που θα γίνει από την ελληνική πλευρά και τις διαθέσεις της τρόικας. Απαιτείται σοβαρή προετοιμασία, από πρόσωπα που θα κληθούν να πείσουν τους δανειστές μας, ότι η πολιτική που μας έχουν επιβάλει δεν οδηγεί πουθενά, όπως διαπιστώνει πλήθος ξένων οικονομολόγων, αλλά θα παρουσιάσουν και μια αξιόπιστη αντιπρόταση.

Για να επιτευχθούν όλα αυτά δεν χρειάζονται επιτροπές διακομματικές ή υπερκομματικές, οι οποίες, το πιθανότερο είναι να δημιουργήσουν προβλήματα μεγαλύτερα, από εκείνα που θα κληθούν να επιλύσουν. Οι αρμοδιότητες των επαφών με την τρόικα ανήκουν σε πρόσωπα που κατέχουν συγκεκριμένα κυβερνητικά πόστα, βασικά πρωθυπουργός και υπουργός Οικονομικών, πλαισιωμένοι από συμβούλους και υπηρεσιακούς παράγοντες του ΥΠΟΙΚ.

Στην απέναντι πλευρά του τραπεζιού θα κάθεται η τρόικα, η οποία αν κατά το κοινώς λεγόμενο "δεν αλλάξει μυαλά", η αναδιαπραγμάτευση δεν θα έχει καμία τύχη. Ελπίδα όλων είναι οι ευρωπαίοι εταίροι και το ΔΝΤ να μην μείνουν προσηλωμένοι σε μια πολιτική που έχει αποτύχει, σε μια πολιτική που έχει βουλιάξει την ελληνική οικονομία την οποία κλήθηκε να "σώσει".

Με τη συνεχιζόμενη ύφεση για πέμπτο έτος, χωρίς να παίρνει ανάσα η οικονομία, είναι βέβαιο πως όχι μόνο δεν υπάρχει ελπίδα για την Ελλάδα, αλλά είναι και μαθηματικά βέβαιο, πώς από μια διαρκώς συρρικνούμενη οικονομία, οι δανειστές μας δύσκολα θα λάβουν πίσω τα κεφάλαια που μας δανείζουν.

Βεβαίως και η ελληνική οικονομία χρειάζεται διαρθρωτικές αλλαγές η μη προώθηση των οποίων, συγκρατεί την ανταγωνιστικότητα, σε επίπεδα χωρών της υποσαχάριας Αφρικής. Βεβαίως και χρειάζονται οι αποκρατικοποιήσεις, αλλά όλοι γνωρίζουν ότι δεν υπάρχει ενδιαφέρον για επένδυση σε μια χώρα την οποία και οι ίδιοι με δηλώσεις και αναφορές τους την έχουν απαξιώσει πλήρως στα μάτια των εν δυνάμει επενδυτών.

Βεβαίως και χρειάζεται η εφαρμογή δεκάδων μέτρων, που θα βοηθήσουν σε εξοικονόμηση πόρων ή μπορούν να αυξήσουν τα έσοδα από την πάταξη της φοροδιαφυγής.

Δεν χρειάζεται όμως η Ευρωζώνη και το ΔΝΤ που κλήθηκαν να βοηθήσουν την Ελλάδα, να ασκούν μια ανώριμη, εκδικητική πολιτική, εφαρμόζοντας αρχές εκπαιδευτικής πολιτικής αρχών του 1900, όταν ο δάσκαλος τιμωρούσε τον κακό μαθητή, όχι μόνο για τα λάθη που έκανε, αλλά «έτρωγε» και μερικές ακόμα για παραδειγματισμό των άλλων.

ΠΑΝΟΣ Φ. ΚΑΚΟΥΡΗΣ - pkak@naftemporiki.gr