Κινητά μνημεία χαρακτηρίστηκαν από το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων ένα κύπελλο και ένα μετάλλιο που δωρήθηκαν στον Σπύρο Λούη τιμής ένεκεν για τη διάκρισή του στους πρώτους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Το μετάλλιο, διαμέτρου 9,3 εκατοστών, απένειμε στον Σπύρο Λούη ο...
Χίτλερ κατά τη διάρκεια της τελετής έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων του 1936 στο Βερολίνο.
Στην τελετή ο Λούης, που είχε συμπληρώσει ήδη τα 73 χρόνια ζωής, συμμετείχε ως φουστανελοφόρος και εκπρόσωπος της ελληνικής αποστολής.
Ο Λούης μάλιστα παρέδωσε στον Χίτλερ ένα κλαδί ελιάς και εκείνος του απένειμε το αναμνηστικό μετάλλιο.
Στη μία όψη το μετάλλιο φέρει ανάγλυφο με μαύρη αρκούδα, που συμβολίζει το Βερολίνο, ενώ αναγράφει τη χρονολογία 1936 και την επιγραφή «Η πρωτεύουσα του Ράιχ Βερολίνο για τους 11ους Ολυμπιακούς Αγώνες 1936».
Στη δεύτερη όψη απεικονίζεται η Πύλη του Βραδεμβούργου σε χαμηλό ανάγλυφο, ο αγκυλωτός σταυρός και η επιγραφή «Η αδιάκοπη εργασία για το Λαό και το Έθνος είναι η υπερηφάνεια της πόλης μας».
Το κύπελλο παραγγέλθηκε αποκλειστικά σε αγγλικό εργαστήριο για να δοθεί ως δώρο στον Σπύρο Λούη από το κατάστημα Σίδνεϊ Νοέλ, που αντιπροσώπευε αγγλικό οίκο και είχε έδρα στα τέλη του 19ου αιώνα στην οδό Σταδίου.
Κατασκευάστηκε από κράμα γαλβανισμένου μετάλλου. Έχει ύψος 19 εκατοστά, ενώ το πόδι έχει τη μορφή Καρυάτιδας.
Το κύπελλο φέρει περιμετρικά διακόσμηση με άνθη και επιγραφές, η μία από τις οποίες αναφέρει το όνομα του καταστήματος και η δεύτερη αναγράφει «Ολυμπιονίκη του μαραθώνιου δρόμου Σπύρο Λούη 776-1896».
Δεν υπάρχουν περισσότερες πληροφορίες για τις συνθήκες στις οποίες δόθηκε το κύπελλο στον ολυμπιονίκη, ωστόσο είναι γνωστό ότι την εποχή μετά τον άθλο που πέτυχε ο Σπύρος Λούης, του προσφέρονταν πολλά δώρα.
Και τα δύο αντικείμενα έχει στην κατοχή της η εγγονή του ολυμπιονίκη, Ελένη Τοπάλογλου.
Η Διεύθυνση Νεώτερης Πολιτιστικής Κληρονομιάς του υπουργείου Παιδείας, Θρησκευμάτων, Πολιτισμού και Αθλητισμού πρότεινε το χαρακτηρισμό των αντικειμένων ως κινητών μνημείων, εκφράζοντας ωστόσο τις επιφυλάξεις ότι είναι ανέφικτη η διαπίστωση της γνησιότητάς τους, ότι πρόκειται για αντικείμενα- δώρα προς τον Λούη και όχι έπαθλα ή βραβεία του ελληνικού κράτους και ότι ένα από αυτά δόθηκε από τον Χίτλερ, που έμεινε στην Ιστορία ως σφαγέας των λαών.
Το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων γνωμοδότησε τελικά κατά πλειοψηφία υπέρ του χαρακτηρισμού των δύο αντικειμένων ως κινητών μνημείων, λόγω της ιδιαίτερης ιστορικής και κοινωνικής αξίας τους, καθώς συνδέονται με τον Σπύρο Λούη και την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων.
Όπως παρατήρησε σχετικά ο επίτιμος Γενικός Διευθυντής του υπουργείου και μέλος του Συμβουλίου, Ιορδάνης Δημακόπουλος, «το μετάλλιο δεν πρέπει να το δει κανείς ως προσωπικό δώρο, αλλά ως κάτι που έδωσε στον Σπύρο Λούη ο Χίτλερ ως αρχηγός του τότε γερμανικού κράτους.
Το κύπελλο έχει περισσότερο ιδιωτική χροιά, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως δεν έχει αξία». Επίσης, ο καθηγητής του Εθνικού Μετσόβειου Πολυτεχνείου, Παναγιώτης Τουρνικιώτης, υπογράμμισε ότι «Δεν υπάρχει καλή και κακή ιστορία, ανάλογα με την εποχή που κρίνει εκ των υστέρων τα πράγματα. Ο Χίτλερ έδωσε το βραβείο με την ιδιότητα του Καγκελαρίου, άρα πρόκειται για εξαιρετικό ιστορικό τεκμήριο».
Στην ψηφοφορία μειοψήφησαν η προϊσταμένη της Γενικής Διεύθυνσης Αναστήλωσης Μουσείων και Τεχνικών Έργων του υπουργείου, Ευγενία Γατοπούλου, με το σκεπτικό ότι «ο χαρακτηρισμός του κυπέλλου θα υποβαθμίσει τη σημασία του αυθεντικού που δόθηκε ως έπαθλο στους πρώτους σύγχρονους Ολυμπιακούς αγώνες», και ο Αγάπιος Καραδελόγλου, προϊστάμενος της Υπηρεσίας Νεωτέρων Μνημείων και Τεχνικών Έργων Κυκλάδων, ο οποίος διαφώνησε με το χαρακτηρισμό και των δύο αντικειμένων.