Το τεφτέρι των Ευρωπαίων για τον Αντώνη Σαμαρά μεγάλωνε σε κάθε καμπή της Ελληνικής κρίσης. Η άρνησή του να στηρίξει το πρώτο πρόγραμμα διάσωσης ως αρχηγός της –τότε – αξιωματικής αντιπολίτευσης ΝΔ, τους φαινόταν καταστροφική. Αργότερα, όταν στήριξε την κυβέρνηση Παπαδήμου, ο λόγος του κου Σαμαρά ήταν διφορούμενος σε σχέση με το δεύτερο πακέτο διάσωσης. Και προκαλώντας πρόωρες εκλογές αυτό το χρόνο, κατηγορήθηκε ότι άνοιγε την πόρτα σε εξτρεμιστές όλων των αποχρώσεων.
Σήμερα, ως πρωθυπουργός, ο κος Σαμαράς, εμπνέει σεβασμό. Μετά τη συνάντηση των υπουργών οικονομικών της Ευρωζώνης αυτή την εβδομάδα, ο πρόεδρος Jean-Claude Juncker επαίνεσε, πέραν του αναμενομένου, τον Έλληνα ηγέτη: «Είμαι εντυπωσιασμένος… Η Ελληνική κυβέρνηση συμπεριφέρεται, πιστεύω, με αξιοθαύμαστο τρόπο». Η επίσκεψη της Γερμανίδας καγκελάριου Angela Merkel αυτή την εβδομάδα είναι το διαυγέστερο σημάδι ότι η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ δεν είναι πια στο μυαλό της. Ένας λόγος για αυτή την αποδοχή του κου Σαμαρά είναι γιατί αποτελεί το μικρότερο κακό, με δεδομένη την εναλλακτική λύση του κ. Τσίπρα, του ριζοσπάστη αριστεριστή. Ένας άλλος λόγος είναι ότι η διατήρηση της Ελλάδας στο ευρώ είναι λιγότερο οδυνηρή από το ενδεχόμενο χάος της εξόδου. Ένας τρίτος παράγοντας είναι ότι ο κος Σαμαράς φαίνεται να αποδέχεται τους όρους της ευρωπαϊκής βοήθειας.
Οι ευρωκράτες έχουν διαπιστώσει ότι διαθέτει σοβαρότητα, κάτι που φάνηκε επιλέγοντας έναν αξιοσέβαστο οικονομολόγο, το Γιάννη Στουρνάρα, ως υπουργό των οικονομικών. Ύστερα, υπάρχει ο παράγοντας τον οποίο κανείς τους δε θα παραδεχθεί: η πολιτική που απαιτεί σκληρά, εμπροσθοβαρή μέτρα λιτότητας έχει προκαλέσει αχρείαστο κακό. Η ύφεση της ελληνικής οικονομίας αυτό το χρόνο θα είναι, πάλι, πολύ βαθύτερη απ’ ότι είχε προβλεφθεί τον Απρίλιο και το ίδιο θα συμβεί και τον επόμενο χρόνο, σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του ΔΝΤ. Η ευρωζώνη ποτέ δε θα καταδεχτεί να αναφωνήσει mea culpa, κάτι που ειπώθηκε από το ΔΝΤ στην τελευταία έκθεσή του, στην οποία παραδέχεται ότι υποεκτίμησε άσχημα την επίδραση της λιτότητας στη μείωση της οικονομικής απόδοσης. Η ευρωζώνη μπορεί, έτσι κι αλλιώς, να κατηγορήσει τις προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις για τη νωθρότητα που επέδειξαν. Όμως, μόλις η Ισπανία και η Πορτογαλία αντιμετώπισαν ύφεση μεγαλύτερη του αναμενομένου, κέρδισαν έναν ακόμα χρόνο για να επιτύχουν τους στόχους για να φέρουν το έλλειμμα του προϋπολογισμού κάτω από το 3% του ΑΕΠ.
Με την υποστήριξη του αφεντικού του ΔΝΤ, της Christine Lagarde, η Ελλάδα μπορεί να πάρει τα δύο παραπάνω χρόνια που θέλει για να επιτύχει το στόχο ενός μεγάλου πρωτογενούς πλεονάσματος (πριν από τις πληρωμές των τόκων) το 2014. Είναι πιθανό να γίνει μια τέτοια συμφωνία το Νοέμβριο. Αλλά πρώτα η Ελλάδα πρέπει να αντιμετωπίσει το πολιτικό έλλειμμα ανάμεσα στα κράτη της ευρωζώνης: μπορεί να μη θέλουν πια να πιέσουν την Ελλάδα προς την έξοδο αλλά ούτε και θέλουν να της δανείσουν περισσότερα χρήματα για να την κρατήσουν εντός.
Ο γρίφος αποτελείται από τρία μέρη. Αρχικά, η Ελλάδα πρέπει να βρει 13.5 δισεκατομμύρια ευρώ σε φόρους και εξοικονόμηση δαπανών το 2013 και το 2014 για να γεμίσει το κενό που έγινε πιο μεγάλο από την παράλυση των δύο εκλογικών αναμετρήσεων την άνοιξη. Αν και η Ελλάδα ισχυρίζεται ότι είναι πολύ μεγάλες αυτές οι περικοπές και σε μικρό χρονικό διάστημα, φαίνεται ότι θα έρθει σε συμφωνία με την Τρόικα. Δεύτερον, η χορήγηση παράτασης δύο ετών σημαίνει την εξεύρεση άλλων 10 έως 20 δισεκατομμυρίων ευρώ. Η Ελλάδα ισχυρίζεται, αβάσιμα, ότι δε χρειάζεται επιπλέον δάνεια από την ευρωζώνη, αλλά κατ’ ελάχιστο χρειάζεται τη φιλανθρωπία της ΕΚΤ. Η ΕΚΤ θα πρέπει να επιτρέψει στην Ελλάδα να εκδόσει περισσότερους βραχυπρόθεσμους τίτλους (οι περισσότεροι εκ των οποίων θα καταλήξουν στον ισολογισμό της ΕΚΤ μέσω την ελληνικών τραπεζών) και να συμφωνήσει στη μετακύληση μεγάλου μέρους του ελληνικού χρέους που διακρατά. Η ΕΚΤ υποστηρίζει ότι η μια τέτοια μετακύληση θα θεωρηθεί ως παράνομη χρηματοδότηση. Το τρίτο, και πιο σοβαρό πρόβλημα είναι ότι οι οικονομικές προβλέψεις για την Ελλάδα είναι τόσο ισχνές, πράγμα που σημαίνει ότι δεν πρόκειται να επιτύχει τη μείωση του χρέους στο 120% του ΑΕΠ το 2020 – δηλαδή στο επίπεδο που τέθηκε για να δικαιολογηθεί το μεγάλο κούρεμα στους ιδιώτες ομολογιούχους φέτος, και στο οποίο η οικονομία θεωρείται ότι μπορεί να επιβιώσει χωρίς εξωτερική βοήθεια.
Η Ελλάδα θεωρεί ότι η εμπιστοσύνη θα βοηθήσει στην ανάκαμψη της οικονομίας της. Γι’ αυτό το ΔΝΤ, αν και είναι επιφυλακτικό για το μέγεθος της λιτότητας που απαιτούν οι άρχοντες της ευρωζώνης, έχει το ρόλο του άσπλαχνου προωθητή του προγράμματος εξαιτίας της απροθυμίας του να ταιριάξει τα νούμερα με τα όρια που επιθυμούν στην ευρωζώνη. Υπογείως πίεσε για τη διαγραφή κάποιου τμήματος του ελληνικού χρέους. Αν οι ΗΠΑ δεν πείσουν το ΔΝΤ να μαλακώσει και να αποδεχτεί μια πιο ρόδινη πρόβλεψη, οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να δανείσουν πιο πολλά χρήματα (δύσκολο), να χαρίσουν μέρος του χρέους (σχεδόν αδύνατο, ή και τα δύο. Όπως συμβαίνει πάντα, θα προσπαθήσουν να φτιάξουν ένα παραμύθι, τουλάχιστον μέχρι τις γερμανικές εκλογές. Μια ιδέα είναι να εκταμιεύσουν νωρίτερα χρήματα του δανείου για να λειτουργήσει η Ελλάδα, με την υπόσχεση ότι θα ερευνήσουν τυχόν ελλείψεις αργότερα. Μια άλλη ιδέα να δηλώσουν ότι η μακροχρόνια πρόβλεψη για την Ελλάδα είναι αβέβαιη, ακόμα και για τους οικονομολόγους. Τότε η ευρωζώνη θα υποσχεθεί ότι θα αντιμετωπίσει μακροπρόθεσμα το ελληνικό χρέος αν η ανάπτυξη είναι απογοητευτική. Και αν το ΔΝΤ αρνηθεί τη συνέχιση της δανειοδότησης της Ελλάδας, η ευρωζώνη θα αναλάβει μόνη της το φορτίο, όπως έκανε με τη Λεττονία.
Όλα ξεκίνησαν στην Αθήνα
Η μοίρα αποφάσισε (ΣτΜ. Η μοίρα έχει ονοματεπώνυμο και κανό!) ότι η κρίση στην ευρωζώνη θα ξεκινούσε από την Ελλάδα. Τα ψέματα για τα δημόσια οικονομικά της ενστάλαξαν την πεποίθηση, ιδίως στη Γερμανία, ότι το πρόβλημα του ευρώ ήταν το υπερβολικό χρέος και ότι η λύση ήταν οι σκληρές περικοπές δαπανών. Όμως, οι συμφορές της Ισπανίας απέδειξαν ότι ακόμα και μια χώρα η οποία έχει πλεονάσματα δε διαθέτει καμία διασφάλιση έναντι της οικονομικής κατάρρευσης. Πέρα από τις ανησυχίες για την υπερβολική λιτότητα, η έκθεση του ΔΝΤ εγείρει ανησυχίες και για την «πολιτική αβεβαιότητα» -συμπεριλαμβανομένων και των φόβων για τη διάσπαση του ευρώ – κάτι που καθιστά την ύφεση βαθύτερη και την ανάκαμψη βραδύτερη. Το ΔΝΤ θέτει μια λογική λίστα πραγμάτων που πρέπει να γίνουν, όπως η δημιουργία μιας τραπεζικής ένωσης η οποία θα περιλαμβάνει μια μοναδική εποπτική αρχή. Αυτά τα θέματα θα βρίσκονται στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής συνόδου στις 18 και 19 Οκτωβρίου.
Η Ελλάδα μπορεί να έχει δίκιο στο να πιστεύει ότι η μεγαλύτερη ώθηση στην οικονομία της θα ήταν το τέλος του «δράματος της δραχμής». Αλλά η ανάκτηση της εμπιστοσύνης πρέπει να αφορά και τις χώρες πιστωτές, και πάνω απ’ όλα τη Γερμανία. Το πρόβλημα του ευρώ δεν είναι μόνο τα δυσλειτουργικά κράτη αλλά επίσης η δυσλειτουργική νομισματική ένωση.
Economist
(Απόδοση: Γιάννης Φαίλτωρ)
http://www.antinews.gr/2012/10/12/183846