Ποιος είναι ο καθηγητής Αντώνης Λιάκος
Μια ξεχωριστή «μεταγραφή» στο κόμμα του Αλέξη Τσίπρα, αποτελεί ο καθηγητής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Αντώνης Λιάκος, ο οποίος στον πανεπιστημιακό και πνευματικό χώρο ήταν γνωστός όχι μόνο για τις επιστημονικές του παρεμβάσεις , αλλά και για τις στενές σχέσεις του με τον πρώην πρωθυπουργό Κώστα Σημίτη και το περιβάλλον του.
Σε αντίθεση όμως με άλλους της «στενής» αυτής ομάδας, όπως ο γνώριμος του από την εποχή εκείνη Γιάννης Στουρνάρας, ακολούθησε έναν αντίθετο πολιτικά δρόμο και αποτελεί πλέον έναν από τους θεωρητικούς υποστηρικτές της προσπάθειας που κάνει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης να ανέβει στην εξουσία. Μέσω της «πανεπιστημιακής» πένας του και της ιδιαίτερης κοσμοθεωρίας του, δημιουργεί το κατάλληλο υπόβαθρο σε ένα πιο εξειδικευμένο κοινό να «ακούσει» τον ΣΥΡΙΖΑ, διευρύνοντας έτσι το ακροατήριο που απευθύνεται ο Αλέξης Τσίπρας.
Η προεδρία στον «σημιτικό» όμιλο ΟΠΕΚ
Ο Αντώνης Λιάκος τα τελευταία χρόνια κινείτο στον στενό πυρήνα των εκσυγχρονιστών του σημιτικού ΠΑΣΟΚ, καθώς εκτός των άλλων ήταν αυτός που ο- απαιτητικός με τους συνεργάτες του- Κώστας Σημίτης, του είχε εμπιστευτεί τα ηνία ενός δημιουργήματος του. Ο καθηγητής έχει διατελέσει πρόεδρος του ΟΠΕΚ, ενός ομίλου σημιτικής έμπνευσης που τα αρχικά του σημαίνουν «Όμιλος Προβληματισμού για τον Εκσυγχρονισμό της κοινωνίας» και μέλη του ήταν μια σειρά από γνήσια στελέχη του εκσυγχρονισμού. Στην σχετική λίστα των κύριων αρθογράφων του Ομίλου φιγούραραν επί προεδρίας του καθηγητή, μια σειρά από γνωστά στελέχη του κινήματος εκ των οποίων πολλά ανήκαν στο εκσυγχρονιστικό μπλόκ, όπως αυτό του νυν υπουργού Οικονομικών Γιάννη Στουρνάρα, του Βασίλη Ράπανου, του Τάσου Γιαννίτση, του πρώην «τσάρου» Νίκου Χριστοδουλάκη, του «λοχαγού» του εκσυγχρονισμού Σωκράτη Κοσμίδη , του εκ ων πρωτεργατών της ανάδειξης του Κώστα Σημίτη σε αρχηγό του ΠΑΣΟΚ, Παρασκευά Αυγερινού και φυσικά του ίδιου του πρώην πρωθυπουργού. Ο όμιλος εξάλλου είχε δημιουργηθεί από τον ίδιο τον πρώην ηγέτη του κινήματος, με στόχο την προώθηση των θέσεων του εκσυγχρονισμού στην ελληνική κοινωνία. Πάντως στο βιογραφικό του καθηγητή δεν υπάρχει πουθενά αναφορά σε αυτή την περίοδο.
Η σχέση του με την Ρεπούση και το βιβλίο της ΣΤ’ Δημοτικού
Όσοι έχουν παρακολουθήσει από κοντά το έργο και την πορεία του καθηγητή Ιστορίας, κάνουν λόγο για μία ισχυρή και ιδιαίτερη προσωπικότητα, που έχει αφήσει το στίγμα του στην νεώτερη ιστοριογραφία. Δεν έχει διστάσει να έρθει σε ευθεία σύγκρουση με κατεστημένες απόψεις , προσπαθώντας να γκρεμίσει «εθνικούς» μύθους, κάτι που έχει ως αποτέλεσμα να δημιουργήσει φανατικούς φίλους αλλά και εχθρούς. Στο παρελθόν μάλιστα έχει καλέσει ιστορικούς και δασκάλους «αντί να ενισχύουν την εθνική ταυτότητα, να δίνουν στους μαθητές τους τα εφόδια για να επιλέγουν οι ίδιοι την ταυτότητά τους». Υποστηρικτής του ιστορικού Φαλμεράιερ, βρέθηκε απέναντι πολλές φορές με τις επικρατούσες «εθνικές» απόψεις. Δεν είναι λίγοι αυτοί που τον κατατάσσουν ως έναν από τους κορυφαίους ταγούς του «εθνομηδενισμού» στις ανθρωπιστικές επιστήμες. Ήταν μάλιστα από τους πρώτους που έσπευσαν να υπερασπιστούν την Μαρία Ρεπούση μετά τις επιθέσεις που δέχτηκε για το βιβλίο της ΣΤ’ Δημοτικού, αφού εκτός των άλλων θεωρείται και μέντορας της. Τότε σε δημόσιες παρεμβάσεις του είχε κάνει λόγο για «νοικοκυρές» και «ψυχωτικούς» του εθνικιστικού λόμπυ που αντιδρούν στην έκδοση του βιβλίου.
Μεταγραφή στον …ΣΥΡΙΖΑ
Παραμονές των κρίσιμων εκλογών του Ιουνίου και ο καθηγητής αρθρογραφεί εν όψει της εκλογικής μάχης. Δεν διστάζει τότε ευθέως να επιχειρηματολογήσει υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ και με την πανεπιστημιακή του ιδιότητα και την ευγλωττία που τον διακρίνει, να προσπαθήσει να δώσει μία επιπλέον ώθηση στο κόμμα του Αλέξη Τσίπρα. Πολλές φορές ακόμα και με χαρακτήρα συμβουλευτικό. Χαρακτηριστικά έλεγε τότε:
«ο ΣΥΡΙΖΑ εξέφρασε στις εκλογές αυτές (σς του Μαϊου) τον κεντρικό παραγωγικό ιστό της χώρας και επίσης την απόρριψη του πολιτικού συστήματος. Δεν πολιτεύεται τώρα για τον εαυτό του, αλλά για λογαριασμό της χώρας. Η αποτυχία του δεν θα βαρύνει μόνο το ίδιο, αλλά θα ταπεινώσει τη χώρα συνολικά. Η δυναμική που τον ανέδειξε ως την έκφραση του παραγωγικού κορμού του ελληνικού λαού, το νεανικό σφρίγος, η ποιότητα του κόσμου που τον στήριξε, πρέπει να βρει έκφραση στη συνολική εικόνα του, πέραν από την εικόνα του επικεφαλής. Το κόμμα διαμαρτυρίας πρέπει να μεταμορφωθεί σε κόμμα που προσπαθεί να ανασυντάξει την κοινωνία και να επανορίσει τους κανόνες της πολιτικής αντιπροσώπευσης. Αυτό είναι ένα δύσκολο αλλά μεγάλο, ιστορικό διακύβευμα» και κατέληγε ακόμα πιο εμφατικά «ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να γίνει η μήτρα ενός μεγάλου κόμματος της Αριστεράς που θα εμπνεύσει ελπίδα αλλά επίσης σεβασμό και δέος στο εσωτερικό και στο εξωτερικό» δείχνοντας πως έχει πάρει οριστικό διαζύγιο με το εκσυγχρονιστικό ΠΑΣΟΚ και την ομάδα εκείνη με την οποία συμπορεύτηκε στον ΟΠΕΚ.
Υπουργοποίηση
Δεν ήταν λίγες μάλιστα την εποχή εκείνη, οι αναφορές στον τύπο που έκαναν λόγο για πιθανή υπουργοποίηση του στο υπ. Παιδείας , σε περίπτωση που ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερνε να είναι κυβέρνηση. Ο ίδιος είχε δώσει τροφή , καθώς σε ρόλο άτυπου συμβούλου, έγραφε στην Αυγή: «O ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να γνωρίζει από τώρα τα ονόματα των βασικών υπουργών την επόμενη μέρα, ποιος μπορεί να είναι ο πρωθυπουργός σε περίπτωση συμμαχιών, τι θα κάνει και με ποιους θα μιλήσει από το βράδυ των αποτελεσμάτων, τα μέτρα για τις επόμενες ώρες, μέρες και βδομάδες. Οι δίαυλοι επικοινωνίας πρέπει να είναι από τώρα προετοιμασμένοι»
Στην γραμμή Τσίπρα
Ο Αντώνης Λιάκος και μετά τις εκλογές δεν σταμάτησε να αρθογραφεί τακτικά για την πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα, επιβεβαιώνοντας πως ο δημόσιος βίος δεν τον αφήνει αδιάφορο. Ένα άρθρο του στα τέλη μάλιστα Ιανουαρίου, προκάλεσε πολλές συζητήσεις. Καθώς όχι μόνο δίνει το στίγμα μιας νέας πολιτικής τακτικής της αριστεράς, αλλά έρχεται σε απόλυτη σύμπνοια με όσα λέει ο Αλέξης Τσίπρας για την μεγάλη δημοκρατική παράταξη και το άνοιγμα στον μεσαίο χώρο. Κάτι που πολλοί το μετέφρασαν ως ανοικτό δίαυλο επικοινωνίας με την ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ. Συγκεκριμένα γράφει πως «Η αποσαφήνιση λοιπόν του «εμείς» αφορά τη συγκρότηση μιας κοινωνικής και ιδεολογικής ηγεμονίας, και ως εκ τούτου πολιτικό πεδίο διαμάχης. Αν λοιπόν η Δεξιά στοχεύει σε μια αμφίπλευρη διεύρυνση του χώρου και της επιρροής της, και προς την ακροδεξιά και προς την κεντροαριστερά (το μεγάλο πατριωτικό ευρωπαϊκό κόμμα), τότε η συγκρότηση ενός αντίπαλου πολιτικού δέους, αφενός δεν πρέπει ούτε είναι δυνατό να διεκδικήσει ολόκληρο τον αντιμνημονιακό χώρο, αφετέρου πρέπει να ρίξει γέφυρες με κόσμο που βρίσκεται πέραν του μνημονιακού συνόρου. Και από τον κόσμο αυτό δεν πρέπει να περιμένει κανείς ότι θα μεταστραφεί. Πρέπει να συναντηθεί μαζί του στη δημιουργία ενός νέου «εμείς» {…} Το πεδίο της συνάντησης θα είναι η μετάβαση από την αντιμνημονιακή πολιτική της ανάσχεσης στην πολιτική της δημιουργίας που θα βγάλει την Ελλάδα από το μεταμνημονιακό βάλτο που βρίσκεται τώρα. Και αυτό δεν μπορεί να είναι μια στιγμιαία πράξη (λ.χ. ακύρωση των όρων του μνημονίου ή επαναδιαπραγμάτευση). Αυτό θα είναι ένα διαφορετικό σχέδιο κοινωνίας, μια πρόταση για μια νέα κοινωνική σύμβαση».
«Έκπτωτος» καθηγητής
Μπλεξίματα με την νομιμότητα της έδρας του είχε στο παρελθόν ο καθηγητής. Το 1988, η Φιλοσοφική Σχολή του πανεπιστημίου Αθηνών προκήρυξε θέση αναπληρωτή καθηγητή με γνωστικό αντικείμενο την «Ιστορία Νεωτέρας Ελλάδος». Υποψήφιοι ήταν οι Δημήτρης Μιχαλόπουλος και Αντώνης Λιάκος, επίκουροι καθηγητές τότε στο πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Τελικά τη θέση την πήρε ο Λιάκος, αλλά όπως κατήγγειλε ο έτερος υποψήφιος Δημήτρης Μιχαλόπουλος, όχι με νόμιμη διαδικασία κάτι που τον έκανε να προσφύγει στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Εφτά χρόνια μετά εκδόθηκε η απόφαση 3138/1996, με την οποία ακυρώνεται η εκλογή του Λιάκου, ο οποίος στο μεταξύ είχε φτάσει στην βαθμίδα του καθηγητή. Στην απόφαση ωστόσο τονιζόταν πως , εφόσον προϋπόθεση της εξέλιξής του αυτής αποτελούσε η νόμιμη εκλογή του στη βαθμίδα του αναπληρωτή (η οποία εκλογή αποδείχτηκε παράνομη), έπρεπε να εκπέσει στη βαθμίδα του επίκουρου καθηγητή και να επαναληφθεί η διαδικασία πλήρωσης της θέσης του αναπληρωτή, νομίμως αυτήν τη φορά και με συνυποψήφιό του τον Δημήτρη Μιχαλόπουλο.
Σ.Π