Το Συμβούλιο της Επικρατείας με τέσσερις αποφάσεις του επικύρωσε τις πειθαρχικές ποινές της οριστικής παύσης που επιβλήθηκαν σε έναν δικηγόρο και τρεις δημοσίους υπαλλήλους, ενώ με άλλη, πέμπτη απόφασή του, έκανε δεκτή την αίτηση υπαλλήλου του υπουργείου Εξωτερικών και ακύρωσε την πειθαρχική ποινή της οριστικής απόλυσης.
Ειδικότερα, το Γ' Τμήμα του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου απέρριψε την αίτηση δικηγόρου των Αθηνών που ζητούσε να ακυρωθεί απόφαση του Ανωτάτου Πειθαρχικού Συμβουλίου Δικηγόρων, με την οποία του είχε επιβληθεί το 2005 η ποινή της οριστικής παύσης από τα καθήκοντά του.
Aναλυτικότερα, στο Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο Δικηγόρων παραπέμφθηκε (4.10.2005) σύμφωνα με τον Κώδικα Δικηγόρων, ο επίμαχος δικηγόρος από τον τότε πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών (ΔΣΑ) Δ. Παξινό, καθώς υπήρχαν σε βάρος του πέντε αποφάσεις του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου του ΔΣΑ.
Οι αποφάσεις αυτές αφορούσαν:
1) Προσωρινή παύση δυο μηνών και χρηματικό πρόστιμο 147 ευρώ, καθώς χρησιμοποιούσε επί ένα έτος καθαρίστρια χωρίς να την πληρώνει,
2) Προσωρινή παύση τεσσάρων μηνών, καθώς έβλαψε τα συμφέροντα πελάτη του «δια της παρελκύσεως δικών και της διογκώσεως δαπανών»,
3) Προσωρινή παύση έξι μηνών, καθώς εισέπραξε χρήματα από πελάτη του χωρίς να παράσχει τις συμφωνηθείσες δικηγορικές υπηρεσίες και αρνήθηκε την επιστροφή τους,
4) Προσωρινή παύση τεσσάρων μηνών, καθώς δεν υπερασπίστηκε δεόντως υπόθεση πελατών του με συνέπεια την πρόκληση ζημιάς σε αυτούς και
5) Προσωρινή παύση τριών μηνών, καθώς εισέπραξε αμοιβή από πελάτες του χωρίς να παρέχει τις συμφωνηθείσες νομικές υπηρεσίες.
Ο επίμαχος δικηγόρος παραπέμφθηκε στο Πειθαρχικό Συμβούλιο, μεταξύ των άλλων, για παράβαση του Κώδικα Δικηγόρων, του Κώδικα Δεοντολογίας, όπως και για ανεπίτρεπτη συναλλακτική ασυνέπεια, αναξιοπρεπή συμπεριφορά με τη μορφή παρέλκυσης δικών και διόγκωσης δαπανών, κ.λπ. Οι σύμβουλοι Επικρατείας απέρριψαν όλους τους ισχυρισμούς του επίμαχου δικηγόρου ως αβάσιμους.
Η δεύτερη απόφαση του ΣτΕ (1925/2013) αφορά υπάλληλο του ΙΚΑ Ιωαννίνων η οποία ζημίωσε το ασφαλιστικό ίδρυμα με 125.359 ευρώ, ενώ από το Πενταμελές Εφετείο Ιωαννίνων καταδικάστηκε σε κάθειρξη 10 ετών για τα κακουργήματα της υπεξαίρεσης κατ' εξακολούθηση με αντικείμενο άνω των 150.000 ευρώ και πλαστογραφία κατ' εξακολούθηση (εκκρεμεί η αίτηση αναίρεσης κατά της καταδικαστικής αυτής απόφασης.
Το Πειθαρχικό Συμβούλιο της επέβαλε την ποινή της οριστικής παύσης για παράβαση καθήκοντος κατά τον Ποινικό Κώδικα, της χρησιμοποίησης της δημοσιοϋπαλληλικής ιδιότητας για εξυπηρέτηση του ιδιωτικού της συμφέροντος και της χαρακτηριστικής αναξιοπρεπούς ή ανάξιας για υπάλληλο διαγωγή εντός της υπηρεσίας.
Η υπάλληλος εργαζόταν στο Τμήμα Απονομής Συντάξεων και στο Τμήμα Πληρωμών Συντάξεων του υποκαταστήματος ΙΚΑ Ιωαννίνων. Σύμφωνα με σχετικό πόρισμα η επίμαχος υπάλληλος κατά την εξαετία (1998 - 2004) πλαστογραφούσε συστηματικά την υπογραφή δικαιούχων σύνταξης, ΕΚΑΣ, δώρων και επιδομάτων αδείας προκειμένου να εισπράξει τα σχετικά ποσά ή εισέπραττε τα ποσά τα οποία είχαν ήδη καταβληθεί σε δικαιούχους ή εισέπραττε για λογαριασμό δικαιούχων τα ποσά τα οποία ουδέποτε τους απέδωσε.
Σύμφωνα με σχετικό πόρισμα αποδείχθηκε, όπως αναφέρει η απόφαση του ΣτΕ, ότι:
α) σε 89 περιπτώσεις οι δικαιούχοι συνταξιούχοι δεν εισέπραξαν τα αναγραφόμενα ποσά ούτε υπέγραψαν οι ίδιοι στις αποδείξεις πληρωμής,
β) σε 35 περιπτώσεις έβαλε η ίδια υπογραφή στις αποδείξεις πληρωμής και εισέπραξε διάφορα ποσά, οι δικαιούχοι των οποίων δήλωσαν ότι ουδέποτε έλαβαν ούτε, άλλωστε, την γνωρίζουν και
γ) σε 24 περιπτώσεις οι δικαιούχοι συνταξιούχοι δεν εισέπραξαν τα αναγραφόμενα ποσά ούτε υπέγραψαν οι ίδιοι στις αποδείξεις πληρωμής, οι οποίες φέρουν αριθμούς αστυνομικής ταυτότητας που δεν ανήκαν στους ίδιους.
Οι δικαστές στην περίπτωση αυτή έκριναν ότι η ποινή που επιβλήθηκε είναι η προσήκουσα και απέρριψαν όλους τους ισχυρισμούς της υπαλλήλου του ΙΚΑ Ιωαννίνων.
Με τρίτη απόφασή του (1923/2013) το ΣτΕ επικύρωσε την πειθαρχική ποινή της οριστικής παύσης που επιβλήθηκε στην προϊσταμένη εσόδων του υποκαταστήματος ΙΚΑ Αλιβερίου, η οποία υπεξαίρεσε το ποσό των 36.064 ευρώ από το δωρόσημο των εργατοτεχνικών οικοδομών και ζημιώνοντας με το επίμαχο ποσό τον πρώτο ασφαλιστικό φορέα της χώρας. Να σημειωθεί ότι όταν αποκαλύφθηκε η υπεξαίρεση, η επίμαχη προϊσταμένη επέστρεψε το υπεξαιρεθέν ποσό.
Αναλυτικότερα, η επίμαχη προϊσταμένη εσόδων, η οποία παράλληλα εκτελούσε και καθήκοντα αναπληρώτριας ταμία, προέβαινε σε επαναπληρωμή ποσών δωροσήμου κατόπιν αλλοίωσης παλαιών επιταγών, σε διπλή πληρωμή δωροσήμων, κ.λπ., ενώ αναλάμβανε από μόνη της τον έλεγχο, κλείσιμο και «δεματοποίηση» του δωροσήμου καθησυχάζοντας τον διευθυντή της ότι δεν είχε προκύψει κανένα πρόβλημα.
Το Πειθαρχικό Συμβούλιο στις 8.12.2005 την έκρινε ένοχη των πειθαρχικών παραπτωμάτων της παράβασης καθήκοντος κατά τον Ποινικό Κώδικα ή άλλους ειδικούς νόμους, της χρησιμοποίησης της υπαλληλικής ιδιότητας προς εξυπηρέτηση συμφερόντων της ίδιας και της χαρακτηριστικώς ανάξιας για υπάλληλο διαγωγής εντός υπηρεσίας και της επιβλήθηκε η ποινή της οριστικής παύσης.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας στη συνέχεια έκριναν προσήκουσα την ποινή που της επιβλήθηκε και απέρριψαν την προσφυγή της.
Η τέταρτη απόφαση του ΣτΕ (1926/2013) αφορά υπάλληλο του ΥΠΕΧΩΔΕ (θυρωρός) που απουσίαζε αδικαιολόγητα από την υπηρεσία του, καθώς όπως ο ίδιος δήλωσε έπρεπε να βοηθήσει τη γυναίκα του στο καθαριστήριο που είχε, αλλά και γιατί δεν είχε γίνει δεκτό το αίτημά του να εργάζεται μόνο Σαββατοκύριακα.
Συγκεκριμένα, ο επίμαχος υπάλληλος απουσίαζε αυθαίρετα και αδικαιολόγητα από 1.7.2002 έως 12.3.2003, καθώς και από 13.3.2003 έως 12.7.2004. Το Πειθαρχικό Συμβούλιο στις 5.10.2006 του επέβαλε την πειθαρχική ποινή της οριστικής παύσης.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας έκριναν ότι η ποινή που του επιβλήθηκε ήταν η προσήκουσα και απέρριψαν την προσφυγή του.
Αντίθετα, το Γ' Τμήμα του ΣτΕ μεταρρύθμισε την ποινή της οριστικής παύσης που είχε επιβληθεί σε υπάλληλο του υπουργείου Εξωτερικών, με αναπηρία άνω του 67%, για αδικαιολόγητη μακρά αποχή από την υπηρεσία του, σε προσωρινή παύση 6 μηνών με πλήρη στέρηση αποδοχών.
Η υπάλληλος είχε υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση στο νοσοκομείο «Άγιος Σάββας». Της είχαν δοθεί κατ' επανάληψη αναρρωτικές άδειες, ενώ η ίδια μερικές φορές είχε αρνηθεί να προσέλθει για εξέταση σε υγειονομική επιτροπή. Παράλληλα, είχε αιτηθεί να της χορηγηθούν άδειες άνευ αποδοχών, χωρίς όμως να λάβει κάποια απάντηση από την υπηρεσία της, καθώς είχε ήδη λάβει άδεις άνευ αποδοχών και δεν είχε δικαίωμα να πάρει άλλες.
Οι σύμβουλοι Επικρατείας αποφάνθηκαν ότι πράγματι είχε υποπέσει σε πειθαρχικό παράπτωμα, όμως αφού έλαβαν υπόψη τις οικογενειακές συνθήκες κατά το κρίσιμο χρονικό διάστημα (μητέρα δύο παιδιών 7 και 3 ετών), την βεβαίωση του διευθυντή του Αγ. Σάββα από την οποία προκύπτει η σοβαρή επιδείνωση της υγείας της, αποφάσισε τη μετατροπή της ποινής από οριστική παύση σε προσωρινή παύση 6 μηνών με στέρηση αποδοχών.