Μετά τον σάλο που προκλήθηκε από την διάταξη-σοκ που καθιερώνει πλήρη φορολογική ασυλία για τα 22 μόνιμα εγκατεστημένα στη χώρα μας στελέχη και απλά μέλη των κλιμακίων της τρόικας, καθώς και για τους 28 μόνιμα εγκατεστημένους στις ελληνικές δημόσιες υπηρεσίες εμπειρογνώμονες της Ομάδας Δράσης (Task Force) της Κομισιόν, το υπουργείο Οικονομικών εξέδωσε την ακόλουθη ανακοίνωση:
«Η διάταξη του νέου ελληνικού Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος δε χορηγεί καμία φορολογική απαλλαγή ή οποιοδήποτε άλλο προνόμιο στους υπαλλήλους της ΕΕ ή άλλων διεθνών οργανισμών. Τα «τεκμήρια πλούτου», εφαρμόζονται για αυτούς που είναι φορολογικοί κάτοικοι της Ελλάδας και είναι αυτονόητο ότι δεν εφαρμόζονται για τους διπλωματικούς, προξενικούς ή εκπροσώπους διεθνών οργανισμών που είναι φορολογικοί κάτοικοι άλλων κρατών αφού οι αμοιβές τους φορολογούνται απευθείας. Η μη εφαρμογή των τεκμηρίων γι αυτό το προσωπικό ίσχυε ανέκαθεν και σε καμιά περίπτωση δεν εισάγεται σήμερα καμία εξαίρεση.
Σκοπός της διάταξης αυτής είναι η αποφυγή της διπλής φορολόγησης, δεδομένου του ότι, ήδη, έχει επιβληθεί φόρος απευθείας στις αμοιβές που έλαβαν ως υπάλληλοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το ποσό του ευρωπαϊκού φόρου αποδίδεται στον προϋπολογισμό της ΕΕ, επ’ ωφελεία όλων των κρατών μελών, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας.
Με βάση το παραπάνω άρθρο και τη σχετική νομολογία του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, οι μισθοί που καταβάλλονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση απαλλάσσονται από την εθνική φορολόγηση (καθώς έχουν ήδη φορολογηθεί απευθείας από τα θεσμικά όργανα της ΕΕ). Οι υπάλληλοι και το λοιπό προσωπικό δηλώνουν όλες τις άλλες πηγές εισοδήματος.
·Μόνο οι αποδοχές, οι μισθοί και οι λοιπές αμοιβές που καταβάλλονται από την Ένωση επηρεάζονται από τις εν λόγω διατάξεις. Οι υπάλληλοι υποχρεούνται να καταβάλλουν φόρους για άλλες πηγές εισοδήματος (για παράδειγμα, κέρδη κεφαλαίου, ενοίκια κλπ). Πρέπει, επίσης, να πληρώνουν τους έμμεσους φόρους, όπως ο Φ.Π.Α., τα δημοτικά τέλη και άλλα.
«Η φορολογική κατάσταση των υπαλλήλων και του λοιπού προσωπικού της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένων των υπαλλήλων που έχουν συνταξιοδοτηθεί, ρυθμίζεται από το Πρωτόκολλο (Αριθ. 7) περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το οποίο προσαρτάται στη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (η «Συνθήκη της Λισαβόνας»). Η συμφωνία αυτή υπογράφηκε και κυρώθηκε από την Ελλάδα από την προσχώρησή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Το άρθρο 12 του Πρωτοκόλλου ορίζει ότι «Οι υπάλληλοι και το λοιπό προσωπικό της Ένωσης υπόκεινται σε φόρο υπέρ της Ένωσης επί των μισθών, αποδοχών και λοιπών αμοιβών που καταβάλλονται σε αυτούς από την Ένωση, σύμφωνα με τους όρους και τη διαδικασία που καθορίζονται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, αποφασίζοντας μέσω κανονισμών σύμφωνα με τη συνήθη νομοθετική διαδικασία και μετά από διαβούλευση με τα αρμόδια θεσμικά όργανα. Οι υπάλληλοι και το λοιπό προσωπικό απαλλάσσονται από την επιβολή εσωτερικών φόρων επί των αποδοχών, μισθών και λοιπών αμοιβών που καταβάλλονται από την Ένωση». (διατύπωση της ελληνικής έκδοσης του Πρωτοκόλλου περί των προνομίων και ασυλιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης)».