04 Ιουλίου 2013

Οι κίνδυνοι της γραφικότητας

Tου Τακη Θεοδωροπουλου / theodoropoulos@kathimerini.gr

Η Ελλάδα κάποτε σταδιοδρομούσε στο διεθνές στερέωμα με τις γραφικότητές της. Τα γαϊδουράκια που ανηφόριζαν στην αιγαιοπελαγίτικη ξεραΐλα, τα ασβεστωμένα σπίτια, η ρετσίνα και η greek salad ήσαν μερικά από τα ιερογλυφικά που έκαναν τον ευρωπαϊκό χειμώνα να ονειρεύεται. Μαζί και ένας λαός που, κατά τον Ζορμπά και τη Μελίνα, ήταν έτοιμος ανά πάσα στιγμή να το ρίξει στο χορό και το τραγούδι. Το «έξω καρδιά» ήταν πηγή του πολυπόθητου συναλλάγματος και, ως εκ τούτου, χάριν της βαριάς βιομηχανίας μας, του τουρισμού, οφείλαμε να μην παίρνουμε τον εαυτό μας και πολύ στα σοβαρά.


Οταν άρχισαν να εισρέουν τα μεσογειακά προγράμματα, εγκαινιάζοντας τα χρόνια της τρέλας, αποφασίσαμε να σοβαρευτούμε. Βαρεθήκαμε τους ξυπόλητους που έρχονταν για να μας δουν να χορεύουμε συρτάκι και δεν θέλαμε με τίποτε να γίνουμε τα «γκαρσόνια της Ευρώπης». Μάθαμε και τη sauce bearnaise, με αποτέλεσμα να ξεμάθουμε τον μουσακά, τη δυστροπία και την αγένειά μας οι επισκέπτες την εισέπραταν με το που έμπαιναν στο αεροπλάνο της Ολυμπιακής, το Αιγαίο γέμισε πισίνες, και τη γραφικότητα την κρατήσαμε για τον εαυτό μας. Ηταν κάτι σαν το κληροδότημα της ελληνικότητάς μας. Μ’ αυτήν αθωώναμε τις δυστροπίες μας, τις κακοτεχνίες της ζωής μας, την αγραμματοσύνη, την κοινή, κοινότατη βλακεία.

Δεν χρειάζεται να αναφερθώ στον θίασο των γραφικών που διασκέδαζε τη δημόσια ζωή της χώρας ως εγχώρια τουριστική ατραξιόν. Είναι πλούσιος σε χαρακτήρες, αν και λίγο μονότονος, και καλύπτει όλο το φάσμα των δραστηριοτήτων, απ’ την πολιτική ώς τα γράμματα και τις τέχνες. Με την τηλεόραση αυξήθηκε και πλήθυνε σαν ευλογία Θεού, και κατά κάποιον τρόπο αυτονομήθηκε. Ορισμένοι δεν την αντιμετώπιζαν απλώς ως μέσο για να τραβήξουν την προσοχή. Τη χρησιμοποιούσαν ως την κύρια ιδιότητά τους, ένα προσόν που αρκούσε για να μας κάνει να αισθανόμαστε ευγνώμονες επειδή ζουν ανάμεσά μας. Μου έρχεται στον νου ο Πανίκας Ψωμιάδης, καβάλα στον γάιδαρο, έτοιμος για τον νέο μακεδονικό αγώνα. Ο κ. Πολύδωρας, πρώην πρόεδρος της Βουλής εκτός των άλλων, έχει το ταλέντο να προβάλλει τις γραφικές πλευρές της πολιτικής. Δεν ξέρω πώς τον αντιμετώπιζαν όσοι τον ψήφιζαν, όμως η γραφικότητα είναι δημοκρατική αξία. Το πανελλήνιο τον θυμάται για τον «στρατηγό άνεμο», για τη «γράνα» και γενικά για την ικανότητά του να μιλάει τα ελληνικά σαν ξένη γλώσσα. Με τη δέουσα αυταρέσκεια εννοείται, διότι ήταν απ’ αυτούς που είχαν αντιληφθεί την αξία της γραφικότητας. Τις προάλλες προσπάθησε να επανέλθει στο προσκήνιο ρίχνοντας τη μεγαλοφυή ιδέα της ενδεχόμενης συνεργασίας με τη Χρυσή Αυγή για τον «εθνικό σκοπό» της αντιμετώπισης των δυνάμεων του Μνημονίου. Πάντα με τη δέουσα αυταρέσκεια, η οποία δεν τον εγκατέλειψε ακόμη κι όταν διαπίστωσε, έκπληκτος, πως το κόμμα του κάθε άλλο παρά ενθουσιάστηκε με την ιδέα. Θα μου πείτε, κάποτε, όχι και τόσο παλιά, και τους Ελληνες νεοναζί ως γραφικούς τους αντιμετωπίζαμε.

Οι δυσμενείς καιροί εμφανίζουν συμπτώματα δυσανεξίας απέναντι στις πάσης φύσεως γραφικότητες. Αυτό δεν σημαίνει ότι έχουν χάσει τη δημοφιλία τους, ούτε, εννοείται, την αυταρέσκειά τους. Τα νεφελίμ, οι αεροψεκασμοί και οι παγκόσμιες επαναστάσεις κυκλοφορούν ελεύθερα ανάμεσά μας, απλώς έχουν αρχίσει να εμφανίζονται και αντισώματα, τα οποία στα χρόνια της τρέλας τελούσαν εν υπνώσει. Ο δρόμος για την αυτοσυνειδησία είναι πιο δύσβατος κι απ’ αυτόν της οικονομικής ανάκαμψης. Μόνο που ο δρόμος για την αυτοσυνειδησία είναι το μερίδιο της δικής μας ευθύνης. Αν μη τι άλλο ας ξεκινήσουμε από τη διαπίστωση ότι η γραφικότητα στη δημόσια ζωή έχει χάσει το τεκμήριο της αθωότητας. Είναι επικίνδυνη, όπως και καθετί που καλλωπίζει τις αναπηρίες μας.

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ