09 Ιουλίου 2013

Είχαν πολλά να πουν

Του Τάκη Θεοδωρόπουλου

Μόνον αισιοδοξία μπορείς να αισθανθείς, τόσο πολύτιμη στους δυσμενείς καιρούς μας, όταν διαπιστώνεις πως η πνευματική πρωτοπορία του τόπου, οι μη εξαιρετέοι «μπροστάρηδες», δεν αρκούνται στην παραγωγή του έργου τους. Οσο κι αν αυτό είναι απαραίτητο για τη σωτηρία της πατρίδας, δεν είναι αρκετό. Δεν φτάνει να δίνεις τον αγώνα τον καλό από σκηνής. Πρέπει να συνεχίσεις να γρονθοκοπείς το σύστημα ακόμη κι όταν έχεις βγάλει το προσωπείο της τραγικής ηρωίδας και υποδέχεσαι το κοινό στα παρασκήνια και κατόπιν, στο καθιερωμένο τσιμπούσι, κι αργότερα, στις ώρες τις μικρές, ποιος ξέρει πού.
Διάβασα λοιπόν ότι ο διαπρεπής Γιώργος Κιμούλης, όταν ο υπουργός Πολιτισμού Πάνος Παναγιωτόπουλος τον επισκέφθηκε στα παρασκήνια, ενώ καταδέχθηκε να τον υποδεχθεί, να συνομιλήσει μαζί του και να φιληθούν σταυρωτά, δεν δέχθηκε να φωτογραφηθούν από κοινού. Προφανώς εις ένδειξιν διαμαρτυρίας για το Μνημόνιο, την τρόικα και τους διεθνείς τοκογλύφους, την κατάργηση της δημοτικής αστυνομίας και για συμπαράσταση στις κινητοποιήσεις της ΠΟΕ-ΟΤΑ. Εξάλλου, όπως είναι γνωστό, σε ορισμένες φυλές της υποσαχαρίου Αφρικής η αποτύπωση του προσώπου στο φωτογραφικό χαρτί αντιμετωπίζεται ως μέθοδος υποκλοπής ζωτικών ιδιοτήτων της ψυχής. Το αντιστασιακό φρόνημα του ηθοποιού δεν κάμφθηκε ακόμη και όταν ο υπουργός επέμεινε, σε σημείο παρενόχλησης, να δειπνήσουν μαζί.

Η χαλύβδινη θέληση του ηθοποιού, ο οποίος προτίμησε να μείνει νηστικός το βράδυ της Παρασκευής, εκπλήττει μόνον όσους δεν είναι εξοικειωμένοι με τα αντιστασιακά ήθη της καθ’ ημάς Ανατολής. Οι υπόλοιποι, όσοι δεν κρίνουν τα πράγματα από στεγνή ορθολογική σκοπιά, αλλά είναι ικανοί να διακρίνουν και τις σκιές της ποίησης, καλούνται να κατανοήσουν το γεγονός ότι ενώ η παράσταση δόθηκε στα πλαίσια του Φεστιβάλ Επιδαύρου, στο αρχαίο θέατρο, κοινώς υπήρξε χάρη στο υπουργείο Πολιτισμού, του οποίου προΐσταται ο κ. Παναγιωτόπουλος, ο κ. Κιμούλης δεν καταδέχθηκε να δώσει γην και ύδωρ. Διότι σημασία δεν έχουν ούτε οι προϋπολογισμοί ούτε τα πλαίσια ούτε οι χώροι. Σημασία έχει η ψυχή, η ανυπότακτη φλόγα που καίει μέσα σου. Κι αυτή τη φλόγα καμία χορηγία του μνημονιακού κράτους δεν πρόκειται να πνίξει. Σε καιρούς ευνοϊκότερους, η στάση υμνήθηκε από τη λαϊκή μούσα ως κίνημα της «επιδοτούμενης αντίστασης». Το ημερολόγιο έδειχνε Σάββατο 6 Ιουλίου, όταν ο νήστις ηθοποιός κατάφερε να χορτάσει την πείνα του. Διότι αυτή τη φορά συνδαιτυμόνας ήταν ο κ. Τσίπρας, με τον οποίον μόλις είχε φωτογραφηθεί. Πήγαν μαζί στον «Λεωνίδα», διότι είχαν «πολλά να πουν», όπως διάβασα σε εμπνευσμένο ρεπορτάζ εφημερίδας. Υποθέτω ότι η συζήτηση δεν θα περιορίσθηκε στις ψυχαναλυτικές προεκτάσεις της Μήδειας, ούτε στη σχέση της συγκεκριμένης τραγωδίας με το υπόλοιπο έργο του Ευριπίδη, τον υποτιθέμενο μισογυνισμό του, και τις ερμηνευτικές προκλήσεις που καλείται ο ηθοποιός να διαχειρισθεί όταν καταργείται η δημοτική αστυνομία. Ως ελεύθερα πνεύματα, θα πέρασαν από την Τοπική Αυτοδιοίκηση στη γενικότερη διοίκηση και από το νότιο άκρο της βαλκανικής χερσονήσου στην ευρωπαϊκή ήπειρο που περιμένει την Ελλάδα για να την αναστήσει.

Κλείνοντας, κι ενώ προσπαθώ να αντιπαλέψω το θέρος που με κατακλύζει και να αποκαταστήσω τα ράκη της σοβαρότητάς μου, θέλω να υπενθυμίσω ότι δεν πρέπει να υποτιμούμε το βάρος της συμβολικής χειρονομίας. Ας αφήσουμε τις νέες δυνάμεις του έθνους, τις άφθαρτες από το κακόβουλο και φθοροποιό παρελθόν, να φωτογραφίζονται και να συντρώγουν με όποιον εκείνες κρίνουν σκόπιμο. Πώς αλλιώς να κάνεις αντίσταση αν δεν σου δώσουν τουλάχιστον την Επίδαυρο; Κινδυνεύεις να μην σε πάρει είδηση κανείς.

kathimerini.gr