06 Οκτωβρίου 2013

Γιατί η ζωή του “Killah P.” αξίζει 1000 φορές όσο οι ζωές του Επαμεινώνδα, της Παρασκευής, της Αγγελικής και του αγέννητου παιδιού της

Αντιγράφω από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
Σε τι διαφέρει, δηλαδή, η σφαγή ενός αντιφασίστα από τον θάνατο στην πυρά τριών εργαζομένων (τεσσάρων με το αγέννητο), επειδή επέλεξαν να πάνε στη δουλειά τους μια ημέρα που η Αριστερά απαιτούσε όλοι να απεργήσουν κατά του Μνημονίου; Oλοι τους -και ο Π. Φύσσας και οι δολοφονηθέντες στη Marfin- πλήρωσαν το ίδιο πράγμα, δηλαδή την αντίληψή τους για το πώς θέλουν να ζουν τη ζωή τους· και το πλήρωσαν με τον ίδιο τρόπο, δηλαδή με τη ζωή τους. Πού βρίσκουμε τη διαφορά; Τι κάνει τη μία εκδοχή της θανάσιμης βίας να διαφέρει από την άλλη; Μπορεί κάποια από τις δύο να είναι υπό όρους «αποδεκτή»;
Η διαφορά βρίσκεται στο ότι, στην Ελλάδα, η ζωή του “Killah P.” αξίζει 1000 φορές όσο οι ζωές του Επαμεινώνδα, της Παρασκευής, της Αγγελικής και του αγέννητου παιδιού της, μαζί.
Όχι ότι δεν ήταν γνωστό και πρωτύτερα, αλλά επανάληψις μήτηρ πάσης μαθήσεως. Μπορεί να μην ακούγεται πολύ δίκαιο αλλά τελοσπάντων είναι αυτό που είναι. Η ζωή δεν είναι πάντα δίκαιη.
Έτσι στην πρώτη περίπτωση... ο ένοχος βρίσκεται αμέσως, συλλαμβάνεται και ερευνώνται εξονυχιστικά πιθανοί συνεργοί και διασυνδέσεις. Στην δεύτερη, 3 χρόνια μετά δεν έχει βρεθεί και δεν απαιτεί κανείς και να βρεθεί.




[Όπως άλλωστε σχεδόν κανείς πλην των άμεσα ενδιαφερομένων δεν απαιτούσε να βρεθούν π.χ. οι ένοχοι 30 χρόνων δράσης της "Ε.Ο. 17Ν", η οποία δολοφονούσε κάποιον και μετά μας εξηγούσε δια του προοδευτικού, δημοκρατικού, αντιφασιστικού κλπ. τύπου γιατί το "κάθαρμα" έπρεπε να πεθάνει. Η εξάρθρωσή της έγινε μόνο αφότου έκανε το λάθος να δολοφονήσει Βρετανό και ενεπλάκη στην υπόθεση η Σκότλαντ Γιαρντ.]

Η Ελλάδα είναι ούτως ή άλλως μια φιλοσοφικά κομμουνιστική χώρα, διαπρεπές μέλος (από μια άποψη άλλωστε, θεμελιωτής) του ανατολικορθόδοξου πολιτισμού, που απλά παριστάνει την δυτική για λόγους γεωπολιτικής αναγκαιότητας και ωφελιμότητας.

Σε μια τέτοια χώρα το να δρουν πρακτικά ανενόχλητες καμιά ντουζίνα τρομοκρατικές και ημιτρομοκρατικές οργανώσεις και κόμματα της άκρας αριστεράς είναι κάτι σχεδόν φυσιολογικό, ενώ το να υπάρχει κάτι αντίστοιχο από την άλλη πλευρά είναι έξω από την κουλτούρα της. Λέγεται π.χ. συχνά ότι είναι η μόνη χώρα που την ιστορία την έγραψαν οι ηττημένοι του “εμφυλίου”, αλλά κανείς -και από κείνους που το λένε- δεν αναρωτιέται γιατί άραγε συνέβη αυτό. Πώς γίνεται και το επίσημο κράτος έπαψε να τιμά την ίδια την νίκη του κατά των ανταρτών, αντιθέτως ήρθε και τους αντάμειψε κιόλας, αναγνωρίζοντας τους… αγώνες τους;

Πολύ απλά διότι η τότε νίκη δεν ήταν ακριβώς δική του, αλλά μιας υπερδύναμης που για τους δικούς της λόγους ήθελε πάση θυσία να κρατήσει την Ελλάδα στο δυτικό στρατόπεδο, με ή χωρίς την θέλησή της. Η βαθύτερη κουλτούρα όμως της τελευταίας ήταν πάντα ψυχικά και πνευματικά στο πλευρό των συμμοριτών και με την πρώτη ευκαιρία αυτό βγήκε στην επιφάνεια. Υπό μία έννοια δηλαδή η περίοδος ’49-’74 ήταν όντως ιστορικώς “ανώμαλη” αφού μια χώρα που θα έπρεπε να ανήκει στο Σύμφωνο της Βαρσοβίας βρισκόταν στο ΝΑΤΟ, σε περίοδο ψυχρού πολέμου μεταξύ των δύο στρατοπέδων.

Μετά το ’74 οπότε και η “λαϊκή δεξιά” των νασερικών (που, χάρη και στους βυζαντινορθόδοξους “ειθισμούς” της, η στοιχειωδώς ορθολογική διαχείριση των εγκοσμίων δεν είναι το πιο δυνατό της σημείο) έφαγε τελικά τα μούτρα της, έχοντας μάλιστα προηγουμένως εκδιώξει η ίδια τον βασιλιά τον οποίο υποτίθεται ότι υποστήριζε, επήλθε μια νέα συνεννόηση ΗΠΑ-Ρωσίας στο ελληνικό ζήτημα με την δεύτερη να αυξάνει κατά πολύ τα ποσοστά της Γιάλτας διευρυνόμενη προς κέντρο και δεξιά, αλλά και την πρώτη να στρέφει τους εγχώριους πυλώνες της προς τα αριστερά. Στην μεταπολίτευση πλέον κεντρικός και άνωθεν εγκεκριμένος πυρήνας φιλοδυτικισμού που έδινε τον τόνο και στους υπολοίπους δεν ήταν η δεξιά ή το κέντρο αλλά, όσο κι αν φαίνεται σουρρεαλιστικό, το ΚΚΕεσωτερικού. Αρκεί να δει κανείς από πού προέρχονταν πολιτικά π.χ. διευθυντές και συντάκτες της ελληνικής έκδοσης του γνωστού αμερικάνικου προοδευτικού περιοδικού ποικίλης ύλης Playboy ή μέχρι και της θεωρητικώς “κεντροδεξιάς” Καθημερινής.
Αυτό ως ένα βαθμό αντανακλούσε ιδεολογικές μεταβολές και στο εσωτερικό των ΗΠΑ μετά την πολιτισμική επικράτηση εκεί της αντι-κουλτούρας των δεκαετιών ’60-’70 (σεξουαλική “επανάσταση”, νομιμοποίηση εκτρώσεων, απελευθέρωση διαζυγίων, οργανωμένος φεμινισμός κλπ) αλλά για την Ελλάδα είχε και την πρακτική χρησιμότητα του να έχεις “μετριοπαθείς δυτικόφιλους” αριστερούς να αντιπαρατίθενται εκ των έσω στους σκληροπυρηνικούς σοβιετόφιλους συντρόφους τους.

Ήταν μοιραίο λοιπόν ότι ανάμεσα στις δύο αυτές τεκτονικές πλάκες και τις αναδιατάξεις τους, όποια απομεινάρια δεξιάς υπήρχαν απλά συνεθλίβησαν. Οι μεν “ρώσοι” αριστεροί δολοφονούσαν και πετσόκοβαν την κορυφή της, λοιδωρώντας την συγχρόνως και ελεεινολογώντας την ώστε να ανοίξει ο δρόμος για νέα πολιτικά και επιχειρηματικά τζάκια από ελληνόφωνους πράκτορες της KGB και της Στάζι, οι δε “αμερικάνοι” αριστεροί χτυπούσαν την βάση της είτε μέσω μιας χοντροκομμένης, προοδευτικού χαρακτήρα, αντιθρησκευτικής “διαφώτισης” είτε μέσω προώθησης της κοινωνικά φιλελελεύθερης ατζέντας, αντίθετης στις συντηρητικές της αξίες. Περιστασιακά βέβαια, “ρώσοι” και “αμερικάνοι” συγκρούονταν και μεταξύ τους, αλλά στο ούτως ή άλλως τρυφερό κλίμα μεταξύ συντρόφων από κοινού αναζητούντων τον κατά δυνατόν λυσιτελέστερο τρόπο οικοδόμησης του σοσιαλισμού.
Αλλά και στο εσωτερικό της δεξιάς, οι συγκεκριμένες εξελίξεις διεύρυναν ολοένα και περισσότερο το χάσμα μεταξύ του “αστικού” και του “λαϊκού” τμήματός της. Το μεν πρώτο, χτυπώμενο από τους “ρώσους”, γινόταν αντανακλαστικά όλο και πιο “αμερικανικό” που όμως αυτό σήμαινε πλέον:«ακολούθα το ΚΚΕεσωτερικού, και δεν θα χάσεις» (αξίζει π.χ. να δει κανείς την πολιτική προέλευση των εξ απορρήτων του νυν αλλά και του προηγούμενου αρχηγού του μεγάλου “κεντροδεξιού” κόμματος της χώρας). Το δε δεύτερο, χτυπώμενο από τους “αμερικάνους”, γινόταν αντανακλαστικά και ιδίως μετά το ’90 όλο και πιο “ρωσικό”, εξ ου και οι ημισχιζοφρενικές νεο-ορθόδοξες συγκλίσεις με την “πατριωτική αριστερά” (του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ-Μελιγαλάς κλπ) και κατά των “νεοταξιτών”, “νεοφιλελευθέρων” κοκ.
Έτσι λοιπόν αφενός η αδυναμία της ανατολικορθόδοξης παράδοσης, να μην μπορεί να θεμελιώνει στέρεες κοσμικές ιεραρχικές, αριστοκρατικές δομές (χάριν μιας “κοινωνιοκεντρικής” βύθισης στην χαβούζα του εξισωτισμού και της μετριότητας) σε συνδυασμό αφετέρου με τις δεδομένες εξωτερικές συγκυρίες και επιρροές που σε μικρή χώρα σε στρατηγικά κρίσιμη θέση μεγεθύνονται έτι περαιτέρω, ήταν επόμενο ότι θα κατέληγαν σε αυτό το σημείο: ο εσωτερικός πολιτικός διάλογος να διεξάγεται ουσιαστικά μεταξύ των διαφόρων τάσεων της αριστεράς, ρωσικών και δυτικών, μεταξύ οικονομικού μαρξισμού από τη μία και πολιτισμικού μαρξισμού από την άλλη. Το να είναι κανείς σε αυτό το περιβάλλον συνολικά κατά του μαρξισμού, οικονομικού και πολιτισμικού, είναι από μόνο του και εξ ορισμού κάτι το ακραίο.

Σε κάθε περίπτωση, σήμερα “λαϊκή δεξιά” ξεσαλωμένη είναι προφανώς ασύμβατη με το παρόν δυτικό πλαίσιο στο οποίο εκούσα-άκουσα βρίσκεται η χώρα. Και διότι έχει κακή προϊστορία (όταν την εμπιστεύθηκαν, ’67-’74, τα έκανε μαντάρα) και, κυρίως, διότι πλέον είναι ανοιχτά ρωσόφιλη. Μπορεί αντιστοίχως και η λαϊκή αριστερά να είναι ρωσόφιλη (και μάλιστα υπό μία έννοια πιο δομικά ρωσόδουλη, αφού η πρώτη ως εθνικιστική έχει τύποις τουλάχιστον και μια θεωρητικώς ανεξαρτησιακή τάση) αλλά αυτό θεωρείται πιο ακίνδυνο και ανεκτό, διότι ως γνωστόν οι αριστεροί σε γενικές γραμμές τι είναι, άτομα ασόβαρα, γελοία, αλλοπαρμένα κλπ. γι’αυτό γίνονται και αριστεροί. Ακόμα και τα πιο εγκληματικά στοιχεία που υπάρχουν στις τάξεις τους χρειάζονταν την προφανή καθοδήγηση και συνδρομή ξένης και μεγάλης (πολύ μεγάλης) μυστικής υπηρεσίας του ανατολικού μπλοκ για να κάνουν όλες αυτές τις δολοφονίες που έκαναν, ως “επαναστατικές οργανώσεις”, στην μεταπολίτευση. Αντιθέτως, ένας δεξιός όταν λέει κάτι συνήθως το εννοεί κιόλας, κι όταν θυμώσει πάρα πολύ δεν ξεθυμαίνει με γκαζάκια και χύτρες ταχύτητος, κάνει πόλεμο.
Ούτως ή άλλως η εν λόγω γεωπολιτική στόχευση είναι επιβεβαιωμένα αδιέξοδη. Αν κάποιοι δικαιολογούνται να αισθάνονται ασφαλείς με συμμάχους τους Ρώσους είναι μόνο όσοι βρίσκονται κυριολεκτικά δίπλα τους (Λευκορωσία, Οσσετία κλπ). Όλοι οι άλλοι από Μιλόσεβιτς μέχρι Χουσεΐν, Καντάφι κοκ, απ’όπου κι αν βρίσκονται πια, έχουν μια πολύ πικρή ιστορία να διηγηθούν για το τι ακριβώς σημαίνει στην πράξη “ρωσική στήριξη”. Ακόμα και τον Άσσαντ που τώρα τον συνδράμουν προσωρινά είναι επειδή έχουν ναυτική βάση στην Συρία και θέλουν να διαπραγματευτούν με τους δυτικούς από όσο το δυνατόν καλύτερη θέση, αλλά έχουν ήδη πολλάκις δηλώσει και υπαινιχθεί ότι στην πρώτη ευκαιρία θα τον παρατήσουν κι αυτόν (για τέτοιους “συμμάχους” μιλάμε δηλαδή).
[Κι άλλωστε κι εκεί το μεγαλύτερο βάρος της συνδρομής δεν το σηκώνουν άμεσα οι ίδιοι αλλά άλλοι σημαντικοί τοπικοί σύμμαχοί του, το Ιράν και η λιβανέζικη Χεζμπολάχ, που έχουν τους δικούς τους λόγους για να τον βοηθούν.]

Το χειρότερο δυνατό σενάριο σε βάθος χρόνου είναι μια μορφή επανάληψης της δεκαετίας του ’40, με αιχμή όμως του ρωσικού δόρατος αυτήν την φορά όχι την κομμουνιστική αριστερά αλλά μια εθνικοσοσιαλιστική δεξιά. Κάτι τέτοιο κυριολεκτικά θα ξεσχίσει τον εθνικό ιστό της χώρας (ή ό,τι θα έχει απομείνει από αυτόν) αφού πλέον οι στασιαστές δεν θα είναι σταλινικοί κομμουνιστές με συμμάχους αποσχιστές (βουλγαρο)”μακεδόνες” αλλά κάποιοι που θα δηλώνουν εθνικιστές και ότι υπερασπίζονται τα ιερά και όσια της φυλής και του γένους ενάντια στον δυτικό προσανατολισμό της χώρας ο οποίος, δικαίως ή αδίκως, (και βοηθούντων και αιώνων ιστορικού και βαθέως πολιτισμικού αντιδυτικισμού) θα έχει ταυτιστεί στην συνείδηση μεγάλου μέρους της κοινής γνώμης με εξαθλίωση και πολυπολιτισμική αποσύνθεση που παρατηρείται πια και στο εσωτερικό των δυτικών κοινωνιών. Ένας ισχυρισμός που θα βρίσκει μεγαλύτερη απήχηση αν στο αντίπαλο από αυτούς στρατόπεδο υπάρχουν ως “σύμμαχοι” και τίποτε… αδερφοί μετανάστες αντιφασίστες μουσουλμάνοι.

Θα είναι φυσικά μια πολύ οδυνηρή εξέλιξη, αλλά αν ποτέ φτάσουν τα πράγματα εκεί θα είναι επειδή θα’χουν συντείνει πολλοί παράγοντες που από ένα σημείο κι ύστερα πρακτικά δεν αντιστρέφονται.