Τα δύο Airbus A340-300 της πρώην Ολυμπιακής Αεροπορίας που «σαπίζουν» καθηλωμένα στον διεθνή αερολιμένα της Αθήνας, φέρονται να είναι, σύμφωνα με δημοσίευμα του διεθνούς αεροπορικού περιοδικού «Airliner World», στο ενδιαφέρον αερομεταφορέα χαμηλού κόστους από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.
Το περιοδικό,ωστόσο, δεν κατονομάζει την εταιρεία, ωστόσο σημειώνεται ότι τα Εμιράτα διαθέτουν δύο αεροπορικές εταιρίες χαμηλού κόστους. Πρόκειται για την flydubai και την Air Arabia.
«Τα αεροσκάφη, τα οποία εκτιμάται ότι κοστίζουν στην ελληνική κυβέρνηση 790.000 ευρώ κατ' έτος για συντήρηση και τέλη στάθμευσης, βρίσκονται καθηλωμένα στο διεθνές αεροδρόμιο της Αθήνας» αναφέρεται το δημοσίευμα.
Σύμφωνα με πηγές της αγοράς, η παλαιότητα των αεροσκαφών, οι μεγάλες επενδύσεις που απαιτούνται προκειμένου να καταστούν πλήρως αξιόπλοα, αλλά και το γεγονός ότι είναι ιδιαίτερα ενεργοβόρα «μικραίνουν» κατά πολύ την λίστα των πιθανών αγοραστών τους.
Πώς ξέμειναν τα δύο Airbus στην Αθήνα και γιατί η γραφειοκρατία έδιωξε τον επενδυτή από το Μαϊάμι
Σημειωτέον ότι τα δύο αεροπλάνα της παλιάς Ολυμπιακής θα έπρεπε να έχουν πωληθεί εδώ και πάρα πολύ καιρό, αλλά λόγω γραφειοκρατίας, αλλά και ενός απίστευτου μπλεξίματος παραμένουν στο Ελ. Βενιζέλος από το 2009 και το Δημόσιο συνεχίζει να καταβάλλει για αυτά μηνιαίως το ποσό των 30.000 ευρώ. Οσο περνά ο καιρός τα αεροσκάφη απαξιώνονται συνεχώς, καθώς το συγκεκριμένο μοντέλο του Α340-300 έχει πάψει να παράγεται, ενώ ο κύκλος ζωής αρκετών συστημάτων τους έχει κλείσει, με αποτέλεσμα να χρειάζονται αρκετά χρήματα, προκειμένου να ξαναπετάξουν.
Αλλά ας πάρουμε το θέμα από την αρχή της ιστορίας. Η Ολυμπιακή πωλήθηκε στον Ανδρέα Βγενόπουλο χωρίς τον αεροπορικό στόλο. Μεταξύ άλλων, ξέμειναν στο ελληνικό Δημόσιο τέσσερα Airbus Α-340 τα οποία η παλιά Ολυμπιακή χρησιμοποιούσε για τις υπερατλαντικές πτήσεις. Επί Γιώργου Παπανδρέου γίνονταν προσπάθειες πώλησης των τεσσάρων αυτών αεροπλάνων μέχρι που βρέθηκε ένας επενδυτής από το Μαϊάμι ο οποίος προσέφερε για την αγορά των τεσσάρων Airbus το ποσό των 40 εκατ. ευρώ. Αν και τα αεροπλάνα ήταν κοστολογημένα πάνω από 300 εκατ. ευρώ η κυβέρνηση έδωσε τα χέρια με τον επενδυτή από το Μαϊάμι προκειμένου να μην σαπίζουν στο Ελ. Βενιζέλος τα Airbus.
Ο επενδυτής ήρθε, πήρε τα δύο αεροπλάνα, αλλά άφησε στο διεθνές αεροδρόμιο της Αθήνας τα άλλα δύο καθώς έχριζαν επισκευής η οποία απαιτούσε πολλά χρήματα. Ετσι, έφυγε λέγοντας ότι θα τα επισκευάσει εν καιρώ προκειμένου να μπορούν να πετάξουν με ασφάλεια. Ωστόσο, στην πορεία, ο αγοραστής άρχισε να απαιτεί από το ελληνικό Δημόσιο να του παραδώσει τα δύο εναπομείναντα Airbus... αξιόπλοα. Το ελληνικό Δημόσιο δεν έμπαινε στη διαδικασία επισκευής τους, ο καιρός περνούσε, η μεταβίβαση δεν γινόταν και τα αεροπλάνα σάπιζαν στο Ελ. Βενιζέλος.
Κάποια στιγμή, όμως, ο ο επενδυτής από το Μαϊάμι επανήλθε και πρότεινε να πάρει τα αεροπλάνα με μια... έκπτωση δύο εκατ. ευρώ. Αντί για 20 εκατ. ευρώ, δηλαδή, να πληρώσει 18 εκατ. ευρώ.Η ελληνική πλευρά δέχτηκε, αλλά λίγο πριν ολοκληρωθεί η συμφωνία επενέβη το Ελεγκτικό Συνέδριο και βάζει βέτο στην πώληση αντί 18 εκατ. ευρώ, λέγοντας ότι το αρχικό ποσό το οποίο είχε αρχικά συμφωνηθεί να δοθεί ως αντίτιμο για τα δύο αεροπλάνα ήταν 20 εκατ. ευρώ. Με εκείνα και με τα άλλα ο επενδυτής από το Μαϊάμι εξαφανίστηκε. Ετσι τα δύο Airbus έμειναν να σαπίζουν στο Ελ. Βενιζέλος.
«Κυνήγι θησαυρού» για το κράτος οι τίτλοι ιδιοκτησίας των δύο Airbus
Κάποια στιγμή ο τότε υπουργός Οικονομικών Γιάννης Στουρνάρας έδωσε εντολή τα δύο αεροπλάνα να μεταβιβαστούν στο ΤΑΙΠΕΔ για να τα βγάλει στο σφυρί. Με το που ξεκινά, όμως, η διαδικασία με το ΤΑΙΠΕΔ ανακαλύπτουν ότι τα δύο Airbus δεν είναι του ελληνικού Δημοσίου αλλά ανήκουν σε δύο κυπριακές εταιρείες οι οποίες έχουν ως εκκαθαριστή το ίδιο πρόσωπο και το οποίο συνδέεται με την μίσθωση των αεροσκαφών από την Ολυμπιακή το 1999. Η ελληνική πλευρά επικοινωνεί μαζί του και του ζητούν να τα μεταβιβάσει στο ελληνικό Δημόσιο. Εκείνος όμως αρνείται, υποστηρίζει ότι τα Αirbus ανήκουν στις εταιρείες του και ότι έχει κάνει έξοδα για αυτά.
Εκείνη την εποχή, το δημόσιο είχε μπει εγγυητής για το leasing των αεροσκαφών από την Ολυμπιακή, κοινοποιώντας, μάλιστα, σχετική απόφαση του τότε υφυπουργού Οικονομικών, κ. Νίκου Χριστοδουλάκη προς την Κυπριακή εταιρία Observatory Enterprises Ltd , που ήταν η εκμισθώτρια των δύο εκ των τεσσάρων Airbus. Για κάποιον λόγο, τον οποίο ουδέποτε έχει εξηγήσει το υπουργείο Οικονομικών, οι τίτλοι ιδιοκτησίας των δύο αεροσκαφών φαίνεται να βρίσκονται ακόμη στην Κύπρο, παρά το γεγονός ότι τα δάνεια της Ολυμπιακής έχουν καλυφθεί από το δημόσιο.
Γιατί η Apollo Aviation δεν αγόρασε τα αεροσκάφη
Κάποια στιγμή, τον Δεκέμβιο του 2011, η Διυπουργική Επιτροπή Αναδιαρθρώσεων και Αποκρατικοποιήσεων αποφάσισε την πώληση τεσσάρων αεροσκαφών τύπου Airbus A340-300 με αριθμούς κατασκευαστή (MSN) 235, 239, 280 και 292 στην εταιρεία Apollo Aviation Group. Ομως, η εταιρεία απέσυρε το ενδιαφέρον της, έπειτα από την απόρριψη της σύμβασης πώλησης -την οποία είχε συμφωνήσει με το ΤΑΙΠΕΔ- από το Ελεγκτικό Συνέδριο. Μάλιστα, παρ' όλο που το ΤΑΙΠΕΔ πέτυχε αργότερα την ακύρωση της εν λόγω απόφασης, εν τούτοις οι αμερικανοί δεν επανήλθαν, καθώς είχαν καταγγείλει την σύμβαση.
Τελικά, έπειτα από επίπονες διαπραγματεύσεις, τον Ιούλιο του 2012,αποφασίστηκε να πωληθούν στην εταιρεία τα δύο έναντι 31 εκατ. ευρώ παρά την αρχική εκτίμηση των 180 εκατ. ευρώ. Το Φθινόπωρο του 2012, οι αμερικανοί πήραν τα δύο αεροσκάφη και κατέβαλαν το τίμημα των 20 εκατ. δολαρίων. Τα δύο Airbus τεμαχίστηκαν στην Αθήνα, διότι οι αεροπορικές αρχές των ΗΠΑ δεν επέτρεψαν την έκδοση άδειας ειδικής πτήσης και άλλωστε οι νέοι τους ιδιοκτήτες ενδιαφέρονταν πρωτίστως για τους κινητήρες τους. Ακολούθησε η μεταφορά της διαχείρισης των αεροσκαφών στο ΤΑΙΠΕΔ. Στις αρχές του 2013 η Apollo εντόπισε προβλήματα στους κινητήρες των δύο πρώτων Airbus και ζήτησε τεχνικό έλεγχο, ο οποίος εντόπισε τεχνικές βλάβες. Έτσι, ξεκίνησε «παζάρι» για μείωση του τιμήματος μεταξύ των Αμερικανών και του τεχνικού συμβούλου του ΤΑΙΠΕΔ, με τον χρόνο να δουλεύει υπέρ της Apollo, αφού κάθε μέρα που περνούσε, τα αεροσκάφη έχαναν αξία. Έπειτα από επίπονες διαπραγματεύσεις, οι δύο πλευρές συμφώνησαν την πώληση με τίμημα 9 εκατ. δολαρίων για κάθε αεροσκάφος και υπέγραψαν τροποποιητική σύμβαση, η οποία υπεβλήθη στο Ελεγκτικό Συνέδριο, αλλά δεν πήρε το «πράσινο φως». Τα αεροσκάφη εξακολουθούν να είναι καθηλωμένα στο «Ελ. Βενιζέλος».