Τη συνταγματικότητα του ΕΝΦΙΑ αμφισβητεί ο Δικηγορικός Σύλλογος της Αθήνας (ΔΣΑ) με ενδικοφανή προσφυγή που κατέθεσε στην Α΄ ΔΟΥ Αθηνών. Με την προσφυγή του στρέφεται κατά της πράξης του διοικητικού προσδιορισμού του φόρου ύψους 60.000 ευρώ που καλείται να πληρώσει για ακίνητα που του ανήκουν.
Στην προσφυγή του ο ΔΣΑ επισημαίνει ότι η ορθή εφαρμογή και επιβολή του φόρου απαιτεί εκκαθάριση επί της πραγματικής αγοραστικής αξίας και όχι με το σύστημα αντικειμενικών αξιών, ενώ ζητά να αναγνωρισθεί ότι ως επιστημονικός σύλλογος, εξαιρείται από τη φορολόγηση για τα ακίνητα που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά για την εξυπηρέτηση των σκοπών του συλλόγου (κυρίως επιστημονικών και εκπαιδευτικών).
Όπως επισημαίνει στην προσφυγή του ο ΔΣΑ, οι Δικηγορικοί Σύλλογοι είναι ΝΠΔΔ (Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου) και σκοπός τους είναι πρωτίστως επιστημονικός. Σε ό,τι αφορά στο ΔΣΑ είναι ο πρώτος επιστημονικός σύλλογος της χώρας και η εκπλήρωση των σκοπών του έχουν σαφώς μορφωτικό και εκπαιδευτικό χαρακτήρα, αφού στο κτήριο του ΔΣΑ βρίσκονται η βιβλιοθήκη (η μεγαλύτερη νομική βιβλιοθήκη της χώρας), η Τράπεζα Νομικών πληροφοριών, οι υπηρεσίες του συλλόγου ενώ στις αίθουσες του διοργανώνονται, συστηματικά, επιμορφωτικά σεμινάρια και εκδηλώσεις. «Δεν φανταζόμαστε ότι ο νομοθέτης προνόησε να μην επιβαρύνει π.χ τα αθλητικά σωματεία και απέκλεισε τους επιστημονικούς συλλόγους, όταν μάλιστα οι οικονομικοί πόροι αυτών προέρχονται αποκλειστικά από τις εισφορές των μελών του», αναφέρεται χαρακτηριστικά στη προσφυγή.
Επιπλέον, στην προσφυγή του ο ΔΣΑ επισημαίνει: «Η φορολόγηση απρόσοδης ακίνητης περιουσίας καταλήγει απροκάλυπτα στη (μερική)δήμευσή της και συνακόλουθα σε εκ πλαγίου παραβίαση των σχετικών συνταγματικών απαγορεύσεων και περιορισμών. Η δήμευση- απαλλοτρίωση περιουσιακού δικαιώματος και δη ακίνητης περιουσίας είναι δυνατή κατά το Σύνταγμα μόνο εφόσον καταβληθεί αντίστοιχη στην αξία του ακινήτου αποζημίωση» (άρθρο 17). Σωρευτικά με την επιβολή του ΕΝΦΙΑ, παραβιάζονται τα άρθρα 4 παρ. 1 και 5, 17, 78 παρ.1 του Συντάγματος».
Ακόμη, ο ΔΣΑ υπογραμμίζει: «Η φορολόγηση με αντικείμενο τη περιουσία, πρέπει να ανταποκρίνεται στη φοροδοτική ικανότητα των πολιτών… Μόνη η διατήρηση ακίνητης περιουσίας όποια κι αν είναι η αξία της, δεν αρκεί για να τεκμηριώσει φοροδοτική ικανότητα, εφόσον δεν διαπιστώνεται ανάλογη οικονομική δυνατότητα, ήτοι παραγωγή εισοδήματος για τον φορολογούμενο, η οποία να επαρκεί για την κάλυψη των φορολογικών επιβαρύνσεων που αποδίδονται στην ακίνητη περιουσία».
Τέλος, ο ΔΣΑ υπογραμμίζει ότι θα πρέπει τα εισοδήματα όχι μόνο να επαρκούν για καταβολή των φόρων αλλά και ένα σημαντικό τμήμα αυτών να απομένει στον φορολογούμενο, κατ’ επιταγήν και της συνταγματικά κατοχυρωμένης αρχής της οικονομικής ελευθερίας(άρθρο 5 του Συντάγματος).
Βασιλική Κόκκαλη
ΠΡΩΤΟ ΘΕΜΑ