Η αντιπαράθεση αυτή προήλθε από το κενό εξουσίας, που δημιουργήθηκε στην Ελλάδα μετά την αποχώρηση των γερμανικών δυνάμεων κατοχής τον Οκτώβριο του 1944. Το ΕΑΜ/ΕΛΑΣ, υπό την καταλυτική επιρροή του ΚΚΕ και με νωπές τις αντιστασιακές δάφνες της Κατοχής, είχε ένα καλά συγκροτημένο στρατιωτικό σώμα και διεκδικούσε μερίδιο στην εξουσία, αν όχι όλη την εξουσία. Απέναντί του οι αστικές δημοκρατικές δυνάμεις ήταν τελείως αδύναμες να του αντιπαρατεθούν, όντας σχεδόν 9 χρόνια εκτός εξουσίας (Δικτατορία Μεταξά, Κατοχή), ενώ μεγάλος μέρος του κρατικού μηχανισμού έφερε τη στάμπα του δοσίλογου. Εκ των πραγμάτων, λοιπόν, η συνδρομή των Βρετανών, που διατηρούσαν δυνάμεις στην Ελλάδα ως συμμαχική δύναμη, ήταν εκ των ων ουκ άνευ για την επιβίωση της αστικής δημοκρατίας. Να μην ξεχνάμε ότι στην υπόλοιπη Ευρώπη και τον Ειρηνικό συνεχιζόταν με σφοδρότητα ο Β” Παγκόσμιος Πόλεμος, αν και η ζυγαριά έκλεινε υπέρ των Συμμάχων.
Όμως, η απόφαση αυτή δεν άρεσε στο ΚΚΕ, καθώς μία ενδεχόμενη αποστράτευση του ΕΛΑΣ θα του αφαιρούσε ένα ισχυρό χαρτί στην πρόθεσή του να επιβάλει στην Ελλάδα ένα κομμουνιστικό καθεστώς σοβιετικού τύπου. Στις 20 Νοεμβρίου το Πολιτικό Γραφείο πήρε την απόφαση να αντιπαρατεθεί με τις αστικές δυνάμεις και τους Άγγλους. Οι διαπραγματεύσεις για την αποστράτευση του ΕΛΑΣ ναυάγησαν στις 28 Νοεμβρίου και την 1η Δεκεμβρίου οι Υπουργοί του ΕΛΑΣ αποχώρησαν από την κυβέρνηση Παπανδρέου.
«Μη διστάσεις να ενεργήσεις σαν να ήσουν σε κατακτημένη πόλη, όπου γίνεται μια τοπική εξέγερση» τηλεγραφεί στον Σκόμπι, ο βρετανός πρωθυπουργός Ουίνστον Τσόρτσιλ, που δεν διανοείτο ότι θα έχανε την Ελλάδα από τη σφαίρα επιρροής της Μεγάλης Βρετανίας. Την είχε κερδίσει με σκληρά παζάρια από τον Στάλιν στην περίφημη «Συμφωνία των Ποσοστών», που υπογράφτηκε στη Μόσχα στις 9 Οκτωβρίου, τρεις μέρες πριν από την αναχώρηση των Γερμανών από την Ελλάδα. Από την πλευρά του, ο σοβιετικός ηγέτης τήρησε τον λόγο του, αποφεύγοντας να κατηγορήσει τον Τσόρτσιλ για ανάμιξη στις εσωτερικές υποθέσεις της Ελλάδας, όπως έκαναν οι Αμερικανοί, αλλά δεν αποθάρρυνε την ηγεσία του ΚΚΕ, που δεν γνώριζε το «παζάρι της Μόσχας» και πίστευε βάσιμα σε συντροφική βοήθεια.
Η πρόθεση του ΕΛΑΣ στη Μάχη της Αθήνας ήταν να αφοπλίσει όσα αστυνομικά τμήματα αντιστέκονταν. Ιδιαίτερα σκληρές μάχες δόθηκαν στην περιοχή Μακρυγιάννη για τον έλεγχο του Συντάγματος Χωροφυλακής που έδρευε εκεί (6 – 11 Δεκεμβρίου 1944). Τελικά, οι αμυνόμενοι άντεξαν και από τα μέσα Δεκεμβρίου η κατάσταση άρχισε να αλλάζει υπέρ των κυβερνητικών δυνάμεων, μετά και τις νέες ενισχύσεις των Βρετανών από την Ιταλία. Κατά τη διάρκεια των «Δεκεμβριανών» έδρασε η διαβόητη οργάνωση του ΚΚΕ “ΟΠΛΑ” (Οργάνωση Προστασίας Λαϊκών Αγωνιστών), μέλη της οποίας βαρύνονται με πολλούς φόνους, όχι μόνο αντιπάλων, αλλά και αριστερών αντιφρονούντων, όπως Τροτσκιστών.
Ο Τσόρτσιλ πίστευε ότι το ελληνικό πρόβλημα δεν μπορούσε να λυθεί με στρατιωτικά μέσα, αλλά μόνο με πολιτικά. Γι” αυτό, ανήμερα των Χριστουγέννων, ήλθε στην Αθήνα.
Στις 5 Ιανουαρίου 1945 οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Αθήνα, υπό την πίεση των υπέρτερων κυβερνητικών και βρετανικών δυνάμεων. Στις 11 Ιανουαρίου ο ΕΛΑΣ υπέγραψε ανακωχή με τους Βρετανούς και στις 12 Φεβρουαρίου 1945 έληξαν και τυπικά τα «Δεκεμβριανά», με τη Συμφωνία της Βάρκιζας. Το ΕΑΜ είχε ηττηθεί στρατιωτικά αλλά όχι και πολιτικά.