Τη δική της άποψη για το θέμα του Νίκου Ρωμανού κατέθεσε η Ζωή Κωνσταντοπούλου, σε άρθρο της που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «ΕΠΟΧΗ».
«6 Δεκέμβρη 2014, Το τραγούδι του νεκρού αδελφού
Όλες αυτές τις μέρες στη σκέψη μου είναι δύο δεκαπεντάχρονα παιδιά. 6 Δεκέμβρη 2008. Στον πεζόδρομο της οδού Τζαβέλα, 9 η ώρα το βράδυ. Ο Αλέξανδρος και ο Νίκος. Είχαν ραντεβού για τη γιορτή του Νίκου. Πήραν από το ψιλικατζίδικο αναψυκτικά και κάθονταν με άλλα παιδιά, στο κέντρο της πόλης. Στα γύρω καταστήματα, άνθρωποι όλων των ηλικιών έπιναν τον καφέ τους. Μετά, θα πήγαιναν σε ένα πάρτυ. Ο Αλέξανδρος είχε αγοράσει ένα βραχιόλι με μια καρδιά για να προσφέρει στην αγαπημένη του…
Αυτό το ήσυχο βράδυ του Αγίου Νικολάου, δύο αστυνομικοί δολοφόνησαν τον Αλέξανδρο, στη μέση του δρόμου, επιτιθέμενοι απρόκλητα και πυροβολώντας στο ψαχνό άοπλα, αμούστακα παιδιά. Δύο πυροβολισμοί. Ο ένας στην καρδιά, ο άλλος στην ψυχή. Δύο θύματα. Ο Αλέξανδρος, που ξεψύχησε στα χέρια του Νίκου και μιλάει πια μόνο μέσα από τη γελαστή φωτογραφία του, ένας μικρός πρίγκιπας. Κι ο Νίκος, που δίνει μάχη ζωής ή θανάτου, ζητώντας από ένα σύστημα που δεν αναγνωρίζει, εκείνα που το ίδιο σύστημα προσποιείται ότι εγγυάται για όλους.
Ο Αλέξανδρος δεν φαντάστηκε ότι θα γινόταν το σύμβολο εξέγερσης μιας γενιάς από την οποία κάποιοι θέλησαν να αφαιρέσουν ακόμη και το δικαίωμα στο όνειρο. Δεν φαντάστηκε ότι θα έκλαιγαν γι’ αυτόν αγόρια και κορίτσια που δεν τον γνώρισαν ποτέ αλλά συγκλονίσθηκαν από τη δολοφονία του, γιατί είδαν σε αυτόν τον εαυτό τους ή τον αδελφό τους να πυροβολείται και να ξεψυχά πριν ζήσει τη νιότη του. Δεν διάβασε τα χιλιάδες γράμματα που άφησαν γι’ αυτόν παιδιά της ηλικίας του αλλά και μητέρες και πατεράδες, παππούδες και γιαγιάδες. Δεν μύρισε τα λουλούδια που απέθεσαν στον τόπο της δολοφονίας τόσοι και τόσοι ούτε είδε την ταμπέλα που τοποθέτησαν απλοί άνθρωποι-όχι η Πολιτεία- μετονομάζοντας την οδό Τζαβέλλα σε οδό Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου.
Ο Αλέξανδρος δεν είχε ποτέ δεύτερη ευκαιρία. Και αυτή η αδικία είναι αβάσταχτη, αφόρητη. Και το αμετάκλητο βίωμα, το ανεπούλωτο τραύμα, του ζωντανού φίλου κι αδελφού που δολοφονείται και ξεψυχά στα χέρια σου, είναι νομοτελειακά βέβαιο ότι εξεγείρει όποιον δεν είναι μέσα του νεκρός. Κι από 15χρονα παιδιά κι από νέους ανθρώπους και από ζωντανά πνεύματα, η Πολιτεία δεν μπορεί να περιμένει ούτε να πνίγουν τον πόνο και την οργή τους ούτε να βάζουν το θυμό τους στη φορμόλη της υποκριτικής πολιτικής ορθότητας των συμβιβασμένων.
Ο Νίκος Ρωμανός, ο κολλητός του Αλέξανδρου, 21 χρονών σήμερα, διακινδυνεύει τη ζωή του για τις ιδέες του και για το όνειρο της πρόσκαιρης ελευθερίας, που θα του εξασφαλίσουν οι εκπαιδευτικές άδειες που δικαιούται, αφού έδωσε πανελλαδικές εξετάσεις και πέρασε, ενώ ήταν προσωρινά κρατούμενος. Συγκρούεται με το Κράτος, αλλά δίνει στη Δημοκρατία μία ευκαιρία να νοηματοδοτήσει ξανά το περιεχόμενό της.
Στα γράμματα των ανθρώπων στον Αλέξανδρο, μία λέξη κυριαρχούσε κι επανερχόταν: ΣΥΓΓΝΩΜΗ.
Συγγνώμη από τον Αλέξανδρο ζητούσαν άνθρωποι άγνωστοι σε αυτόν, που δεν τον προστάτευσαν.
Συγγνώμη ζητούσαν τα παιδιά που δεν ήταν δίπλα του
Συγγνώμη ζητούσαν οι μεγάλοι που άφησαν τα παιδιά να μεγαλώνουν σε μια κοινωνία όπου ένας αστυνομικός θεώρησε ότι έχει το δικαίωμα να αφαιρέσει με το όπλο του μια αθώα ζωή.
Η απεργία πείνας του Νίκου Ρωμανού ενεργοποιεί τα ίδια αντανακλαστικά μιας κοινωνίας που συναισθάνεται την ευθύνη της για τη ζωή ενός νέου ανθρώπου, που έχει και πρέπει να έχει το δικαίωμα να εξεγείρεται, να αμφισβητεί, να συγκρούεται ιδεολογικά με το κράτος, να παλεύει για τις ιδέες του και για τα όνειρά του και να μην θέλει να υποταχθεί, αλλά να ζήσει τη ζωή του σύμφωνα με τα ιδανικά του.
Στον τάφο του Αλέξανδρου, η πλάκα γράφει:
«ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΓΡΗΓΟΡΟΠΟΥΛΟΣ
ΕΤΩΝ 15
ΔΟΛΟΦΟΝΗΘΗΚΕ 6 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2008
Αν είχα χρόνο…..
Αν μ’ άφηνε ο θάνατος που κανείς δεν σταμάτησε…..
Αν μπορούσα να σας πω……
Πεθαίνω. Όμως εσείς ζείτε…
Δικαιώστε με. Πείτε για μένα. Προ πάντων στους ανύποπτους. Σε κείνους που δεν ξέρουν
Οι φίλοι μου με λέγαν πρίγκηπα
Δεν φανταζόμουνα ποτέ ότι το όνομά μου θα επικρατούσε τόσο πολύ στον κόσμο
Αυτοί οι πρίγκηπες πεθαίνουν αθώοι, δολοφονημένοι, σε μάχες που δεν δόθηκαν ποτέ»
Ο Αλέξανδρος δεν θα φανταζόταν ποτέ ότι αυτή η περικοπή από τον Άμλετ θα ταίριαζε τόσο στη σύντομη και τρυφερή ζωή του. Και ο Νίκος μάλλον δεν θα ήθελε να τον παρομοιάζουμε με έναν μικρό πρίγκιπα του ντε Σαιντ Εξυπερύ.
Η εκδικητικότητα απέναντι στο 21χρονο Νίκο Ρωμανό, η δαιμονοποίησή του, η επιμονή ισοπέδωσής του και η απαίτηση υποταγής του, πυροβολούν ξανά και ξανά τον 15χρονο Αλέξανδρο Γρηγορόπουλο στην καρδιά και βρίσκουν ξανά και ξανά τον 15χρονο Μιχάλη Καλτεζά στο κούτελο. Αποτελούν κρατική υποτροπή σε ένα έγκλημα με τελικό θύμα τη δημοκρατία. Εκείνοι που εισηγούνται αυτήν την υποτροπή και αδιαφορούν για το αποτέλεσμά της είναι οι πιο αμετανόητοι. οι πιο στιγνοί υπαίτιοι των βιωμένων συνεπειών του εγκλήματος.
Ελπίζω όταν δημοσιεύονται αυτές οι γραμμές, η Πολιτεία να έχει επιτέλους ενεργήσει ώστε να μην δολοφονήσει άλλον ένα μικρό πρίγκηπα, που δίνει μια μάχη που δεν θα έπρεπε να χρειαστεί να δώσει ποτέ, για λογαριασμό μιας κοινωνίας που δεν έδωσε ακόμη όλες τις μάχες που έπρεπε να δώσει απέναντι σε ένα κράτος που δεν ζήτησε ποτέ συγγνώμη.
Κοινωνία, πολιτεία, πολίτες, πολιτικοί αλλά και οι λειτουργοί της δικαιοσύνης, δικαστές και εισαγγελείς, όλοι έχουμε υποχρέωση να ενεργήσουμε, ο καθένας από τη θέση του, για να ζήσει ο Νίκος και να νικήσει το αίτημά του για εκπαιδευτική άδεια, για μια «ανάσα ελευθερίας», όπως ο ίδιος την περιγράφει. Αν δεν το κάνουμε, δεν θα μπορούμε να ζητήσουμε συγγνώμη ούτε από τον εαυτό μας.»