Γράφει ο Θεόδωρος Πάγκαλος στο προσωπικό του ιστολόγιο με τίτλο «Εδώδιμα και Αποικιακά»:
Ο ελλαδικός χώρος, από την αρχαιότητα, σπάνια κατάφερνε να εξασφαλίσει επαρκή τρόφιμα και γι’ αυτό πραγματοποιούσε μεγάλες εισαγωγές διαφόρων προϊόντων, κυρίως σιτηρών. Η κατάσταση ήταν λιγότερο ή περισσότερο κρίσιμη ανάλογα με τις περιοχές και τις εποχές.
Χρειάστηκαν χιλιάδες χρόνια και η Κοινή Αγροτική Πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για να οδηγηθούμε στη σημερινή κατάσταση με τις ελλείψεις και τις αδυναμίες της αλλά και με την ισορροπημένη χωρίς δράματα και εκπλήξεις ένταξη της ελληνικής υπαίθρου στην παγκόσμια οικονομία. Αν, μάλιστα, οι ιδεοληψίες και οι φανατισμοί το επιτρέψουν, υπάρχουν τομείς της ελληνικής αγροτικής παραγωγής, που καθίστανται βαθμιαία εξαγωγικοί με προοπτικές συστηματικής ένταξης στην παγκοσμιοποιημένη αγορά τροφίμων ποιότητας.
Όσοι ανήκουν στη γενιά μου γνώρισαν, στην παιδική ηλικία, την πείνα.
Οι ναοί της αποκατάστασης της ισορροπίας ανάμεσα στις επισιτιστικές ανάγκες και τους υφιστάμενους πόρους, σήμερα λέγονται «μπακάλικα» και από την τηλεόραση αποκαλούνται «σούπερ μάρκετ». Τότε συχνά τα καταστήματα αυτά, που ικανοποιούσαν τις στοιχειώδεις ανάγκες μας, ανέγραφαν με υπερηφάνεια κάτω από το «Παντοπωλείον» και την επωνυμία «Εδώδιμα και Αποικιακά». Ο πρώτος όρος αναλογούσε, αν εξαιρέσει κανείς καμιά κονσέρβα καλαμαράκια από την Καλιφόρνια και το διαδεδομένο τότε cornedbeefαπό την Αυστραλία, σε προϊόντα που παρήγαγε, παρά τις καταστροφές του πολέμου, η Ευρώπη και μέχρι ενός σημείου και η ίδια η κατεστραμμένη από τους κατακτητές και το «ένοπλο λαϊκό κίνημα» του εμφυλίου, Ελλάδα. Τα «αποικιακά» ήταν εισαγωγές από τον υπόλοιπο κόσμο: καβούρια από τη Σοβιετική Ένωση, καφές από την Αφρική και τη Βραζιλία, τσάι από την Άπω Ανατολή κ.ο.κ.
Είναι δύσκολο και ίσως ανιαρό, να αναφέρεσαι στις μέρες αυτές, όσο περνούν τα χρόνια και σε διαβάζουν οι κατά πλειοψηφίαν αγράμματοι και ανιστόρητοι σημερινοί πολίτες, που χειροκροτούν κάθε φορά που κάποιος τυχάρπαστος δημαγωγός πομπωδώς δηλώνει ότι η ελεύθερη αγορά, η δημοκρατική κοινωνία και οι κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις, που με αγώνες και θυσίες τις δημιούργησαν, είναι καταστροφή για τον τόπο.
Σήμερα, για να καλύψουμε τις διευρυμένες και ασύλληπτες για έναν καταναλωτή του 1945 ανάγκες μας, έχουμε ξανά τον πειρασμό να απευθυνθούμε επί πιστώσει, όχι μόνο στην Ευρώπη, η οποία ό,τι είχε να δώσει το ‘δωσε, αλλά στο σύνολο της παγκόσμιας οικονομίας. Τρόπον τινά, όπως ο Παναγής απ’ τα Μέγαρα ή όπως εκείνος ο μνημειώδης Speedy Gonzalez του Disney, ο οποίος προτίθεται, αφού καταλάβει το χωριό της μάνας του, να κάνει δικιά του όλη την Κεντρική Αμερική, το σύνολο του Μεξικού, το Τέξας, τη Νέα Υόρκη και γιατί όχι το Βερολίνο.
Δεν ξέρω γιατί αυτά τα δύο παραδείγματα φέρνουν στο νου μου, με κάποια τρυφερότητα, τον σημερινό Έλληνα Πρωθυπουργό.
Το πρόβλημα είναι ότι οι προσπάθειες αυτές και προς την Κίνα και προς τη Ρωσία και προς άλλες περιοχές, που έχουν ρόλο κυρίως στην αγορά ενέργειας, έχουν ξαναγίνει επανειλημμένα και ιδιαίτερα την τελευταία πενταετία από άλλους, που μπορεί να ήταν λιγότερο νόστιμοι και συμπαθητικοί από τον κ. Τσίπρα αλλά δε νομίζω ότι δέχτηκαν θεμελιωδώς διαφορετική απάντηση από αυτήν που εισπράξαμε πρόσφατα. Οι δυνάμεις αυτές, που δεν είναι σε θέση να επηρεάσουν την Ευρωπαϊκή Ένωση, ούτε μπορούν να ονειρεύονται την ευτυχισμένη κατάσταση, που απολαμβάνει ένα μέλος της Ευρωζώνης με πλήρη δικαιώματα, απάντησαν παντού με μια φωνή και με τα ίδια λόγια στους μαθητευόμενους μάγους της «Τσιπριστικής» Κυβέρνησης:
«Εάν θεωρείτε ότι εξαντλήθηκαν οι δυνατότητες προσφυγής στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα και το Συμβούλιο Υπουργών της Ευρωζώνης, τότε εξαντλείστε όλες τις δυνατότητες που σας παρέχει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Εμείς δεν μπορούμε να σας δώσουμε τίποτα αισθητώς διαφορετικό από τις αγορές και οπωσδήποτε οι προϋποθέσεις μας θα είναι πιο αυστηρές και πιο επαχθείς από εκείνες του ΔΝΤ».
Αυτά που γράφω παραπάνω ηχούν στα αυτιά μου και πολύς κόσμος τα γνωρίζει. Επομένως, προς τι η θορυβώδης δημαγωγία, τα σούρτα φέρτα και οι φρούδες ελπίδες, που δημιουργούνται για τον καταχρεωμένο Έλληνα πολίτη;