Ένα Grexit δεν είναι λύση, διότι θα οδηγούσε στην ανέχεια τον ελληνικό πληθυσμό. Το μέλλον της Ελλάδας βρίσκεται μέσα στην Ευρωζώνη. Όμως γι' αυτό απαιτούνται οικονομικές μεταρρυθμίσεις, σημειώνει η Wirtschaftswoche.
Αποτελεί σενάριο τρόμου. Σε λίγες μέρες η ελληνική κυβέρνηση δεν θα έχει πια χρήματα να εξοφλήσει λογαριασμούς και να εξυπηρετήσει το χρέος. Την ίδια στιγμή, πάντως, Έλληνες και Γερμανοί παραμένουν εντυπωσιακά ψύχραιμοι. Για διαφορετικούς όμως λόγους.
Σε άρθρο με τίτλο «Η Ελλάδα χρειάζεται μεταρρυθμίσεις και όχι σοσιαλιστικά πειράματα», το εβδομαδιαίο οικονομικό περιοδικό Wirtschaftswoche σημειώνει: «Οι Έλληνες πιστεύουν προφανώς ότι η Ευρώπη θα τους βοηθήσει εν τέλει, ό,τι κι αν κάνουν. Παράλληλα πολλοί Γερμανοί θεωρούν ότι ένα Grexit δεν θα ήταν κακή επιλογή για όλες τις εμπλεκόμενες πλευρές. Όμως και οι δύο πλευρές κάνουν λάθος. 18 από τις 19 κυβερνήσεις της Ευρωζώνης είναι πεπεισμένες ότι ένα Grexit δεν θα προκαλούσε προβλήματα στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης».
Και συνεχίζει: «Η άποψη αυτή στέκει διότι οι χώρες αντιμετωπίζουν με επιτυχία τα οικονομικά τους προβλήματα. Ένα αόρατο τείχος μοιάζει να χωρίζει πλέον την Ελλάδα από την Ισπανία, την Πορτογαλία και την Ιρλανδία. Το γεγονός αυτό έχει σημαντικές πολιτικές επιπτώσεις (…) Με άλλα λόγια η Ελλάδα είναι απομονωμένη. Σε περίπτωση που η χώρα δεν σεβαστεί τις προϋποθέσεις για την οικονομική στήριξη δεν θα υπάρξει κατανόηση από την πλευρά των εταίρων. Η Ελλάδα θα πτωχεύσει και το πιθανότερο, θα βγει από το ευρώ. Θα κοπεί νέο νόμισμα, το οποίο κανένας Έλληνας δεν θέλει. Με μια "μαλακή δραχμή" oι μισθοί θα μειωθούν δραστικά και οι καταθέσεις θα χάσουν μεγάλο μέρος της αξίας τους. Αποτέλεσμα: τα μεσαία στρώματα θα οδηγηθούν στην ανέχεια».
Αργεντινή της Ευρώπης
Σύμφωνα με το γερμανικό περιοδικό, η πλάνη των Γερμανών είναι λιγότερο προφανής από εκείνη των Ελλήνων, αλλά εξίσου σημαντική. Πολλοί Γερμανοί οικονομολόγοι και πολιτικοί θεωρούν ότι με ένα Grexit και την υποτίμηση του νέου νομίσματος η Ελλάδα θα ανακτήσει την ανταγωνιστικότητά της. Πρόκειται ωστόσο για ψευδαίσθηση. Στο πλαίσιο του προγράμματος προσαρμογής τα τελευταία πέντε χρόνια το μισθολογικό κόστος έχει μειωθεί σχεδόν κατά 30%, στο επίπεδο της μισθολογικής «φούσκας» τέλη της περασμένης δεκαετίας. Όσον αφορά την προσαρμογή εισοδημάτων και μισθών, το πιο δύσκολο μέρος του δρόμου έχει διανυθεί. Το ζητούμενο σήμερα είναι να γίνουν θεσμικές μεταρρυθμίσεις, να διασφαλιστεί η πολιτική σταθερότητα και να ενισχυθεί η ανάπτυξη. Ένα νέο υποτιμημένο νόμισμα θα έθετε σε κίνδυνο όσα έχουν επιτευχθεί. Για χρόνια, ίσως και δεκαετίες, η Ελλάδα θα γινόταν η Αργεντινή της Ευρώπης.
Η γραφειοκρατία το κύριο εμπόδιο
Προτεραιότητα αποτελεί τώρα να βρεθούν λογικές λύσεις με την Ελλάδα και μάλιστα μέσα στο ευρώ και όχι εκτός ευρωζώνης. Ο οικονομικός πυρήνας της λύσης είναι προφανής. Η ελληνική οικονομία αποτελείται εν πολλοίς από μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Το επίπεδο μόρφωσης και κατάρτισης του πληθυσμού είναι υψηλό. Κύριο εμπόδιο για την οικονομική ανάπτυξη αποτελεί η αποκοπή των μικρομεσαίων ελληνικών επιχειρήσεων από τις αγορές λόγω μιας χωρίς όρια γραφειοκρατίας, που είναι πανταχού παρούσα και σκοτώνει κάθε πρωτοβουλία. Ζητούμενο είναι συνεπώς να περιοριστεί η γραφειοκρατία, να βελτιωθεί η απονομή της δικαιοσύνης, καθώς και η λειτουργία των φορολογικών αρχών. (…)
Είναι σαφές ότι η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να εγκαταλείψει τα σχέδια της πρόωρης συνταξιοδότησης και της δημιουργίας άχρηστων θέσεων εργασίας στο δημόσιο. Ταυτόχρονα να σταματήσει να αναζητεί την σωτηρία της στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, η οποία δεν έχει νόημα χωρίς οικονομική ανάπτυξη. Αντ΄ αυτού η κυβέρνηση πρέπει να αποδεχθεί τις υποχρεώσεις της, να επιδιώξει ένα πρωτογενές πλεόνασμα, χωρίς όμως ο προϋπολογισμός να υπόκειται σε λεπτομερή έλεγχο από το εξωτερικό. Κύριος στόχος θα είναι ωστόσο η ανάπτυξη.
Είναι επίσης σαφές ότι το όνειρο μελών του ΣΥΡΙΖΑ για μια σοσιαλιστικού τύπου οικονομία θα πρέπει να εγκαταλειφθεί, όπως άλλωστε και το αίτημα για κούρεμα του χρέους. Ένα τέτοιο πακέτο μέτρων προϋποθέτει μια θαρραλέα πολιτική ηγεσία στην Αθήνα, καθώς και μια ρεαλιστική αντιμετώπιση της πολιτικής αυτής από τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο.
Πηγή: Deutsche Welle